Reviews We Are What We Are

13 Ιουνίου 2016 |

We Are What We Are

Σκηνοθεσία: Τζιμ Μικλ

Παίζουν: Τζούλια Γκάρνερ, Άμπιρ Τσίλντερς, Μπιλ Σέιτζ, Μάικλ Παρκς

Διάρκεια: 105′

Ο Τζιμάκος Πανούσης, ο καλλιτέχνης που σατίρισε με τον ιδιοφυέστερο και πιο ασυμβίβαστο τρόπο, την Ελλάδα της μεταπολίτευσης (κάτι που δεν μπορούν να του συγχωρήσουν, οι δεξιοί και αριστεροί πολέμιοί του), τραγουδούσε στο κομμάτι του Για τη γιορτή της μητέρας, το 1982: «Μικροαστοί θα σας φάνε τα παιδιά σας, θα σας φάνε ζωντανούς, κανίβαλοι, κανίβαλοι θα γίνουνε». Απ’ ό,τι φαίνεται ο σκηνοθέτης Τζιμ Μικλ, μια αντίστοιχη προφητεία αποφάσισε να μετατρέψει σε ταινία, με αποτελέσματα που ξαφνιάζουν ευχάριστα. Το We Are What We Are, που είναι ριμέικ ενός μεξικάνικου φιλμ του 2010 με τον ίδιο τίτλο, ενθουσίασε τους λάτρεις του κλασσικού τρόμου, στα φεστιβάλ όπου προβλήθηκε (ανάμεσα τους οι Κάννες και το Σάντανς). Δικαίως. Έχουμε να κάνουμε με ένα είδος horror που τείνει να εκλείψει.

We are what we are 4

Αντί να συσσωρεύει τα συνηθισμένα, απότομα τρομάγματα που βασίζονται στην ηχητική μπάντα για να λειτουργήσουν ή τα σιντριβάνια αίματος που καθιέρωσε η μόδα των splatter, η ταινία επενδύει στο βραδύκαυστο σασπένς και την υπόγεια αίσθηση απειλής. Δουλεύοντας, κυρίως, τον υπαινιγμό και την ατμόσφαιρα (που οφείλει τα μέγιστα στην εξαιρετική φωτογραφία του Ράιαν Σαμούλ), ο Μικλ παρέδωσε ένα αποτελεσματικότατο b-movie γοτθικού τρόμου και αλληγορικών προεκτάσεων (ιδιαίτερα ταιριαστών στην εποχή μας, όπου μοιάζουμε όλοι πανέτοιμοι, ευκαιρίας δοθείσης, να κατασπαράξουμε ο ένας τον άλλο), που από τη μία πατάει στην καλύτερη παράδοση της λογοτεχνίας του Φανταστικού (ο Λάβκραφτ έρχεται στο νου, στις σκηνές που οι αδερφές διαβάζουν το ημερολόγιο των προγόνων τους) κι από την άλλη εμπνέεται από τους κλασσικούς του είδους (Κόρμαν, Χούπερ, Ρομέρο) για να μετατραπεί –εκεί προς το εξαιρετικό φινάλε- σε σαρκοβόρα (κυριολεκτικά!) επίθεση στην πατριαρχία.

We are what we are 3

Χωρίς να τσιγκουνεύεται το gore αλλά χρησιμοποιώντας το με φειδώ, το We Are What We Are ξετυλίγει αργά και σταθερά το κουβάρι της αφήγησής του, αποδεικνύοντας ότι η ιστορία του, δεν λειτουργεί σαν πρόσχημα για τη συρραφή σκηνών φρίκης που μόνο σκοπό έχουν να σοκάρουν. Όχι ότι δεν σε σοκάρει, για διαφορετικούς λόγους, όμως, απ’ αυτούς που ενδεχομένως θα περίμενες. Σαν κριτική των κλειστών, αυστηρών οικογενειακών δομών που προετοιμάζουν τους «κανίβαλους» της κοινωνίας, η ταινία πετυχαίνει διάνα. Κι αν δεν θες να εμβαθύνεις τόσο, πάλι θα ικανοποιηθείς. Διαθέτοντας ρυθμό και αναπάντεχες δραματικές κορυφώσεις, προκαλώντας τη φαντασία να λειτουργήσει για να δώσει υπόσταση στην κτηνωδία που συχνά μένει εκτός κάδρου, το φιλμ μπορεί να σε στοιχειώσει με τον τρόπο που το πετύχαιναν κάποια από τα αγαπημένα σου θρίλερ.

We are what we are 2

Οι ερμηνείες, τέλος, είναι όλες συναρπαστικές. Από τις φοβερές πιτσιρίκες Τζούλια Γκάρνερ και Άμπιρ Τσίλντερς που κουβαλούν στα βλέμματά τους, όλη τη σύγχυση και τον ηθικό πανικό του αθώου ανθρώπου που διαπράττει το κακό χωρίς να ευθύνεται γι’ αυτό (επειδή αυτό του δίδαξε η «παράδοση»), τον θρησκευτικά φανατισμένο, νιτσεϊκό στην αντίληψη της αποστολής του – αφού θεωρεί ότι δεν έχει κανείς παρά να ακολουθήσει τη φύση του, χωρίς να μπλέκεται με τις έννοιες του καλού και του κακού- και σαιξπηρικά τραγικό πατέρα, Μπιλ Σέιτζ που δεν αφήνει στιγμή τον χαρακτήρα του να εξοκείλει προς την καρικατούρα, ως και τον αυτόκλητο ντετέκτιβ/γιατρό του Μάικλ Παρκς (γνωστού σε πολλούς, έστω και σαν φάτσα, από απολαυστικούς δεύτερους ρόλους σε ταινίες του Ταραντίνο), όλο το καστ κάνει σπουδαία δουλειά. Φανατικοί ή όχι του σινεμά των ειδών, οφείλετε να το τσεκάρετε.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑