Σκηνοθεσία: Ντενί Βιλνέβ
Παίζουν: Λούμπνα Αζαμπάλ, Μελίσα Ντεζορμό, Μαξίμ Γκοντέτ, Ρεμί Ζιράρ
Διάρκεια: 130′
Μεταφρασμένος τίτλος: “Μέσα από τις φλόγες”
Έτος παραγωγής: 2010
H ταινία του Καναδού σκηνοθέτη Ντενί Βιλνέβ αποτέλεσε μία από τις τέσσερις συνυποψήφιες του «Κυνόδοντα» για το Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας, επικυρώνοντας θριαμβευτικά μία μακρά φεστιβαλική διαδρομή με 11(!) στάσεις, μεταξύ των οποίων και το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για την κινηματογραφική μεταφορά του ομότιτλου θεατρικού έργου (Incendies) του Λιβανέζου θεατρικού συγγραφέα, Ουαζντί Μουαουάντ (Wajdi Mouawad), το οποίο έκανε πρεμιέρα στο Παρίσι το 2003. Ο Βιλνέβ αλλάζει τη δραματουργική δομή του έργου, το οποίο στην αυθεντική του μορφή εκτυλίσσεται εξ ολοκλήρου σε ένα δωμάτιο. Αντ’ αυτού, σκηνοθετεί ένα μακρύ και δύσβατο road movie στο χωροχρόνο και την ανθρώπινη μνήμη. Επιπλέον, ενώ στη θεατρική εκδοχή είναι ολοφάνερο πως το ιστορικό υπόβαθρο της πλοκής είναι ο Λιβανέζικος εμφύλιος πόλεμος, ο Βιλνέβ αποφεύγει να ονοματίσει ξεκάθαρα τη χώρα της Μέσης Ανατολής, όπου οι ήρωές του αναζητούν την προσωπική τους αλήθεια.
Μία διάσημη ρήση του Ηράκλειτου υποστηρίζει πως «πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστί πάντων δε βασιλεύς, και τους μεν θεούς έδειξε τους δε ανθρώπους, τους μεν δούλους εποίησε τους δε ελεύθερους». Το νόημα της φράσης υπονοεί πως μέσω της σύγκρουσης και της αντίθεσης προκύπτει η δημιουργία. Στην περίπτωσή μας πάντως, απομονωμένο το πρώτο σκέλος της ρήσης μας ταιριάζει γάντι. Διότι αυτό που παρακολουθούμε είναι μία αναμόχλευση μνημών που αναζητούν τη μήτρα, την αρχή των πάντων. Η γενεσιουργός πράξη καταλήγει κάπου μακριά και άσχημα, ακριβώς μέσα στις φλόγες του πολέμου. Η αιτία των όσων δραματικών θα συμβούν εντοπίζεται στο συσσωρεμένο μίσος, στο άδικα χυμένο αίμα, στην πίκρα που διαιωνίζεται σε ένα καζάνι γης που μοιάζει να βράζει αδιάκοπα. Η αρχαία ελληνική τραγωδία κατακλύζει το σώμα και την ψυχή της ταινίας. Η ύβρις που θα φέρει την τιμωρία. Η ευθεία παραπομπή στον οιδιπόδειο μύθο και το τραγικό του μήνυμα. Οι άνθρωποι μπλεγμένοι στα δίχτυα μιας σκληρής μοίρας. Τέλος, η δίψα για κάθαρση που διατρέχει τις επιλογές και τη διαδρομή των ηρώων. Οι άνθρωποι παγιδευμένοι στον ιστό, αλλά πάντα διατεθειμένοι να παλέψουν μέχρι τέλους.
Ο Βιλνέβ επιτυγχάνει στο να διατηρήσει συμπαγή την αφήγησή του. Δεν αφήνει την ιστορία του να ξεχειλώσει και να χάσκει μετέωρη. Τα συνεχή του άλματα στο χρόνο δεν παρεκκλίνουν από το σκοπό τους. Ο χωρισμός σε επιμέρους κεφάλαια είναι πειθαρχημένος και λειτουργικός. Μέσα από τη φυσική ομοιότητα των δύο πρωταγωνιστριών του και τα faux raccords σε όλα τα σημεία – “γέφυρες” της πλοκής, συσκοτίζει τον χρόνο. Σα να ίσχυε από πάντα η τραγωδία και να διαρκεί για πάντα. Θα ακολουθήσει το νήμα της ιστορίας του ως τα πιο απόκρημνα και τραβηγμένα σημεία, πάντα όμως ισορροπημένα, πάντα όμως αρμονικά. Ο κύκλος του λάθους και της επανόρθωσης πρέπει άλλωστε κάποια στιγμή να κλείσει.
Ο Βιλνέβ αποφεύγει μαεστρικά τους βασικότερους κινδύνους και πέφτει μονάχα σε κάποιες μικρές παγίδες. Η στιγμή της κορύφωσης δεν συμβαδίζει απόλυτα με τις σεναριακές αποκαλύψεις. Βλέπουμε μία μικρή κατάχρηση των κοντινών πλάνων, ενώ η μουσική επένδυση ανά στιγμές (πχ το πολύ ωραίο «You and whose army?» των Radiohead) μοιάζει εύκολη λύση. Όσο πλησιάζουμε στο ζητούμενο προκύπτουν κάποιες στιγμές αμηχανίας, σαν ένα σάστισμα κάποιου που αναγκάζεται να ρητορεύσει για ένα θέμα που δεν κατέχει πλήρως. Τα παραπάνω ελαττώματα πάντως δεν αναιρούν την αυθεντική φόρτιση που προκαλεί με σαρωτικό τρόπο ο Βιλνέβ. Κάτι παραπάνω κι από προειδοποιητική βολή για έναν πολλά υποσχόμενο δημιουργό.