Σκηνοθεσία: Σπάικ Τζόουνς
Παίζουν: Γιοακίν Φίνιξ, Έιμι Άνταμς, Ρούνεϊ Μάρα, Σκάρλετ Τζοχάνσον (φωνή)
Διάρκεια: 126΄
Φανταστείτε έναν κόσμο σαν τον δικό μας, αλλά λίγο διαφορετικό. Πιο τεχνολογικά προηγμένο. Οι υπολογιστές λειτουργούν σχεδόν αποκλειστικά με τη φωνή του χρήστη. Το ίδιο και το κινητό, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και η πλοήγηση στο διαδίκτυο. Τα ηλεκτρονικά παιχνίδια έχουν εξελιχθεί τόσο πολύ που πλέον, αντί για την οθόνη του υπολογιστή, έχεις ένα τεράστιο ολόγραμμα μες στο σαλόνι σου. Σ’ αυτό τον κόσμο ζει ο Θίοντορ, ένας συμπαθής και κάπως συνεσταλμένος άντρας, ο οποίος βγάζει τα προς το ζειν συντάσσοντας εκ μέρους των πελατών… προσωπικά γράμματα, ερωτικά και μη, γενέθλιες κάρτες, συγχαρητήριες επιστολές και ό,τι άλλο προκύψει.
Ο Θίοντορ ζει μόνος και ακόμα προσπαθεί να ξεπεράσει τον χωρισμό του από την Κάθριν, παιδική αγάπη και σύζυγό του. Βασανίζεται από τύψεις του παρελθόντος κι ενοχές. Δεν μπορεί να κοιτάξει μπροστά. Και τότε αγοράζει ένα νέο πρόγραμμα συντροφιάς τεχνητής νοημοσύνης, έναν (να το πούμε απλά για να καταλαβαινόμαστε) εξελιγμένο κομπιούτερ. Η φωνή της Σαμάνθα θα τον συντροφεύει, η Σαμάνθα θα τον ακούει, η Σαμάνθα ως προηγμένο λογισμικό θα εξελίσσεται, θα μαθαίνει, θα επιχειρηματολογεί, θα αποκτήσει αυτονομία και η ζωή του Θιόντορ θα γίνει αχταρμάς.
Πρόκειται μόλις για την τέταρτη κινηματογραφική ταινία του τρομερού Σπάικ Τζόουνς («Στο μυαλό του Τζον Μάλκοβιτς», «Adaptation» και «Στη χώρα των μαγικών πλασμάτων» οι άλλες τρεις»), ο οποίος με πρωταγωνιστή τον απίθανο Γιοακίν Φίνιξ, για ακόμα μια φορά αγνώριστο και μαγευτικό (ίσως ο πιο ταλαντούχος ηθοποιός της γενιάς του), στο ρόλο του ευαίσθητου και μπλοκαρισμένου Θίοντορ, πετυχαίνει να μας δώσει το εισιτήριο για ένα μαγευτικό ταξίδι συναισθημάτων και στοχασμών. Ευτυχώς για μας ο Σπάικ Τζόουνς δεν αρκέστηκε απλώς στην κάπως πρωτότυπη ιδέα, αλλά φρόντισε να στύψει την οργιώδη φαντασία του, ώστε να ντύσει την ιστορία του με πανέξυπνα ευρήματα και βαθιά ανθρώπινους, χιουμοριστικούς και οικείους διαλόγους.
Κι όχι, ο κόσμος του Θίοντορ δεν είναι μια τεχνολογική δυστοπία, όπως θα περίμενε κανείς, όπου ο κόσμος μένει κλεισμένος στο σπίτι του βυσματωμένος σε μια εικονική πραγματικότητα. Μια από τις ομορφιές της ταινίας του Τζονζ είναι πως αποδέχεται την τεχνολογία για αυτό που είναι, όχι δηλαδή έργο του σατανά, αλλά ένα πάρα πολύ χρήσιμο κι εξίσου επικίνδυνο εργαλείο στα χέρια του ανθρώπου. Οι άνθρωποι δεν είναι πιο αποξενωμένοι από εμάς λόγω της τεχνολογίας ούτε πιο δυσλειτουργικοί ούτε τίποτε. Είναι το ίδιο εσωστρεφείς, ερωτευμένοι, απογοητευμένοι, μερακλήδες και φιλικοί και προσπαθούν να πετύχουν ακριβώς τα ίδια πράγματα: να συμφιλιωθούν με το χρόνο, τις φοβίες τους, τις ανασφάλειες και να γευτούν την αγάπη με κάθε τρόπο.
Όσο για το λειτουργικό σύστημα, το κομπιούτερ όπως θα λέγαμε για να καταλαβαινόμαστε, που έχει το όνομα Σαμάνθα και μιλάει με τη φωνή της Σκάρλετ Τζοχάνσον (πολύ καλή δουλειά, παρεμπιπτόντως) προσφέρει μια ευπρόσδεκτη αλλοκοτιά, αλληλεπιδρά στην εντέλεια με τον Θίοντορ και λειτουργεί ως κάτι πολύ περισσότερο από το να θέσει το συνηθισμένο ερώτημα του τι εστί τεχνητή νοημοσύνη. Λειτουργεί ως ένας καθρέφτης του ανθρώπου και των αναγκών του, ως μια επανάληψη του παρελθόντος ξεσκεπάζοντας τις ανθρώπινες αδυναμίες.
Λειτουργεί ως μια ενδιαφέρουσα μελέτη στις ανθρώπινες σχέσεις που έχουν την τάση να ακολουθούν μοτίβα και ως όχημα για την ανάλυση των συναισθημάτων μας, το αιώνιο κυνήγι της Χίμαιρας που δεν είναι άλλο από την κατανόηση της πραγματικότητας. Μια αριστουργηματικά όμορφα μελαγχολική ταινία που προσφέρει απλόχερα δροσιά και χιούμορ, βουτηγμένη σε αυτή την τόσο σαγηνευτική και σχεδόν εθιστική αίσθηση νοσταλγίας. Μια εμπειρία.