Σκηνοθεσία: Άνα Λίλι Αμιρπούρ
Παίζουν: Σίλα Βαντ, Αράς Μαραντί
Διάρκεια: 99’
Μεταφρασμένος τίτλος: “Ένα κορίτσι γυρίζει σπίτιόνο του τη νύχτα”
Καλώς ήρθατε στην Κακιά Πόλη, την ιρανική κινηματογραφική εκδοχή της Sin city. Σε αυτή την πόλη – φάντασμα, κατοικούν τοξικομανείς και έμποροι ναρκωτικών, πόρνες και μαστροποί, καθώς και κάθε λογής απελπισμένοι. Μεταξύ αυτών, κι ένα κορίτσι που διψά για αίμα. Φορά το τσαντόρ της και περιφέρεται στους έρημους δρόμους. Παρακολουθεί τις ανήθικες ψυχές που αξίζουν μία περιποιημένη δαγκωματιά στον λαιμό. Είναι κι αυτή μια καταραμένη ψυχή, βυθισμένη στη μοναξιά που την περιβάλλει. Στην Κακιά Πόλη, οι άνθρωποι και τα συναισθήματα μοιάζει να έχουν αφανιστεί. Μονάχα άδεια και πικραμένα βλέμματα κυκλοφορούν.
Το κινηματογραφικό ντεμπούτο της Άνα Λίλι Αμιρπούρ είναι γυρισμένο στην Καλιφόρνια, αλλά είναι τοποθετημένο οπτικά και νοερά στο Ιράν και οπλισμένο με μία (ίσως κάπως προφανή) καταγγελτική διάθεση. Απεικονίζοντας μία χώρα, όπου τα πιστόνια δεν σταματούν ποτέ να κινούνται, όπου η παραγωγή ενέργειας είναι το άλφα και το ωμέγα, με τους ανθρώπους να είναι πέρα για πέρα αναλώσιμοι, κυριολεκτικά απορρίμματα σε χωματερή. Όπου η γυναίκα αντιμετωπίζεται είτε ως αόρατη είτε ως ιδιοκτησία. Το τσαντόρ από όργανο καταπίεσης μετατρέπεται σε στολή επανάστασης και το κάθε κάθαρμα θα ήταν φρόνιμο να φυλάει τον λαιμό του όταν ξεπορτίζει το βράδυ.
Πέρα όμως το φεμινιστικό (και το συνολικό καταγγελτικό) του σκέλος, αυτό το vampire movie βαδίζει στα χνάρια του Τζιμ Τζάρμους. Πιάνει το νήμα περίπου από το σημείο που το άφησε το Only LoversLeft Alive, αλλά και πιο γενικά μιλώντας, προσπαθεί να μιμηθεί τις διδαχές του τύπου που θα ήταν ζάμπλουτος, αν το coolness αμειβόταν. Ναι λοιπόν, vampires are cool και ποιος μπορεί να το αρνηθεί; Κινούνται στο μεταίχμιο της ζωής και του θανάτου. Προκαλούν τον φόβο, αλλά ταυτόχρονα εκκρίνουν τεράστιες ποσότητες σαγήνης. Ζουν και κυνηγούν τη νύχτα, νιώθοντας το σκοτάδι όχι ως απειλή, αλλά ως προστατευτικό πέπλο. Δαγκώνουν στον λαιμό για να τραφούν, επιφέροντας τον θάνατο. Μια εκτέλεση ολότελα σεξουαλική, που μας υπενθυμίζει πως κάθε οργασμός είναι σαν ένας μικρός θάνατος και μια μικρή ανάσταση μαζί.
Το A Girl Walks Home Alone at Night κυνηγά λοιπόν το coolness με μανία. Και σε πολλές στιγμές, η αλήθεια είναι πως το βρίσκει. Με οδηγό το πανέμορφο soundtrack του, με τη μουσική να κινεί όλα τα νήματα και να δίνει το αισθητικό τέμπο. Με πλάνα που είναι γεωμετρικά δομημένα, με μία μαγευτική, αλλά ίσως και λίγο ψυχαναγκαστική ταυτόχρονα, συμμετρία. Με εικόνες και ενσταντανέ που μοιάζουν να έχουν ξεπηδήσει από ένα κόσμο ασπρόμαυρης γοητευτικής ομίχλης. Φυσικά, σε αυτή τη ζωή, πάντα κάτι κερδίζεις και κάτι χάνεις. Το στιλιζάρισμα είναι λαίμαργο και τρέφεται με μεγάλες μπουκιές κι απ’ την ουσία, ενώ το coolness οφείλει να προκύπτει ατόφιο και όχι ακολουθώντας οδηγίες χρήσεις. Η μανιώδης επιμέλεια για κάθε πλάνο γεννά κατά κανόνα μια σειρά από πάμπολλα πανέμορφα πλάνα, αλλά σπάνια μια συνολικά πανέμορφη ταινία.
Εντούτοις, και για τοποθετηθούμε μια και καλή αν εξετάσετε το όλο ζήτημα με απλότητα και χαλαρότητα, πιστέψτε με, δεν θα βγείτε χαμένοι. Boy meets girl και το σκάνε μέσα στην άγρια νυχτιά, μέσα σε ένα γαμηστερό αμάξι, υπό τους ήχους ταξιδιάρικων μελωδιών και μια γάτα να κοιτάζει όλους μας στα μάτια. αν δεν είναι κινηματογραφική ύλη αυτό, τότε ποιο είναι;