Σκηνοθεσία: Αλεχάντρο Γκονσάλες Ινιάριτου
Παίζουν: Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, Εμίλιο Ετσεβαρία, Γκόγια Τολέδο
Διάρκεια: 153᾽
Η αγάπη είναι ένας σκύλος από την κόλαση, έλεγε ο Τσαρλς Μπουκόφσκι. A feeling like their father or their dog just died, τραγουδούσε ο Λέοναρντ Κοέν. Μάλλον κάτι θα ήξεραν και οι δυο τους. Στο εκκωφαντικό ντεμπούτο του Αλεχάντρο Γκονσάλες Ινιάριτου, στην πρώτη από τις τρεις συνεργασίες του με τον σεναριογράφο Γκιγιέρμο Αριάγα, η ακρωτηριασμένη αγάπη, οι εφιαλτικές συμπτώσεις, τα ανεπούλωτα τραύματα, τα ανικανοποίητα απωθημένα, αλλά και η σχέση μεταξύ ανθρώπων και σκύλων, είναι έννοιες αλληλένδετες που κατασπαράζουν η μία την άλλη. Τρεις ιστορίες, δαιδαλώδεις και πολυσύνθετες, τέμνονται βίαια σε ένα μοιραίο κλάσμα δευτερολέπτου, αφήνοντας τους πάντες τσακισμένους και λειψούς, τόσο ψυχικά όσο και σωματικά.
Ο Ινιάριτου με τον Αριάγα ιντριγκάρονται σχεδόν ιδεοληπτικά από την έννοια του ατυχήματος, εκείνη δηλαδή την αποφασιστική στιγμή όπου όλα σκορπίζονται στον άνεμο σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Στον κόσμο του Amores Perros (που αποδίδεται κατά λέξη ως «σκυλίσιες αγάπες», ενώ στα ισπανικά είναι έκφραση που χρησιμοποιείται για τους καταραμένους και ατελέσφορους έρωτες) υπάρχουν τραγικά παιχνίδια της μοίρας και μετωπικές συγκρούσεις (ενίοτε και κυριολεκτικά), άνθρωποι βουτηγμένοι στην πίκρα και στα τσακισμένα όνειρα. Καμία τραγωδία, όμως, δεν είναι απλώς απόρροια της τύχης. Αντιθέτως, βλέπουμε τα κομμάτια ενός διεστραμμένου παζλ να πέφτουν το ένα μετά το άλλο στη θέση τους, σε μια αναπόδραστη πορεία προς τη συντριβή. Οι πλανεμένοι άνθρωποι νομίζουν μέχρι τέλος πως κινούν τα νήματα, ενώ στην πραγματικότητα άγονται και φέρονται από δυνάμεις που τους ξεπερνούν.
Όλοι οι ήρωες του Amores Perros καταφεύγουν στη μικροπρεπή βία, στη βία και στο ψέμα, στις ακραίες και έσχατες λύσεις. Βουτηγμένοι σε μία ένταση που ποτέ δεν εκδηλώνεται όπως κι όταν πρέπει (η φωτογραφία της ταινίας μοιάζει με πηχτή ομίχλη, όπου τα πάντα θολώνουν και βαραίνουν) δεν ξέρουν άλλο τρόπο, χωρίς απαραίτητα να έχουν εξαρχής κακές προθέσεις. Έχουν κι αυτοί δικαίωμα να πιστέψουν ότι μπορούν να πάρουν τη ρεβάνς από τη ζωή και την αδικία, να αγαπηθούν επαρκώς, να τη βολέψουν και να ευτυχήσουν. Χωρίς, φυσικά, να αντιλαμβάνονται ότι σκάβουν τον δικό τους λάκκο, αλλά και εκείνων που αγαπούν. Ο Ινιάριτου μετατοπίζει με σταθερό τέμπο το σημείο υπεροχής ανάμεσα στον θεατή και τους ήρωες, σε ένα τραγικό παιχνίδι όπου όσο περισσότερα γνωρίζει κανείς τόσο πιο ανίσχυρος καταλήγει να νιώθει.
Αυτές οι μάταιες αγάπες, όμως, αφόρητα αληθινές μέσα στη μικροπρέπειά τους, είναι -όπως ξέρουμε από τον τίτλο- σκυλίσιες. Διότι όλοι οι κατά συρροή ηττημένοι του Amores Perros έχουν αποδείξει ότι μπορούν να υπομείνουν και να αντέξουν, να συνεχίσουν να προχωρούν, έστω και έρποντας. Όχι όμως όταν χαθεί το τελευταίο αποκούμπι και καταφύγιο, εκεί όπου μπορούν να διοχετεύσουν όποια στοργή τους έχει απομείνει, μακριά από τα κρίματα, τις πληγές, τα βάρη και τα λάθη. Τα σκυλιά, στην ταινία του Ινιάριτου, δεν είναι απλώς οι πιο πιστοί φίλοι του ανθρώπου, είναι ο καθρέφτης που αντανακλά την ελπίδα, αλλά και τη σκληρότητα της ζωής. Είναι το σύμβολο της επιμονής, της εκδίκησης, της πλάνης, της παραίτησης.
Σε ένα Μεξικό βυθισμένο σε μια βρόμικη αντηλιά, σακατεμένο από τα ανοιχτά τραύματα και τους ανεξόφλητους λογαριασμούς με το ιστορικό παρελθόν, ξέπνοο από οποιαδήποτε ελπίδα για το μέλλον, ο Ινιάριτου υφαίνει μια ιστορία πόνου και απώλειας. Χτίζει μεθοδικά ένα σκοτεινό ριζικό, χωρίς να φοβάται τη συγκινησιακή φόρτιση, τις αλλεπάλληλες συμπτώσεις ή τις υπερβολές, ισορροπώντας με άγνοια κινδύνου σε τεντωμένο σκοινί. Και φτιάχνει μια ταινία που αλυχτά λυπημένα τα βραδιά. Σαν ένας λυγμός που έρχεται από πολύ μακριά, αλλά ακούγεται λες και είναι ακριβώς δίπλα σου.