Σκηνοθεσία: Μάρτιν Σκορσέζε
Παίζουν: Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Τζόνα Χιλ, Ζαν Ντιζαρντέν, Κάιλ Τσάντλερ
Διάρκεια: 179’
Μεταφρασμένος τίτλος: «Ο λύκος της Γουόλ Στριτ»
Έτος παραγωγής: 2013
Η τελευταία ταινία του Μάρτιν Σκορσέζε έχει ως κύριο χαρακτηριστικό της το εξής στοιχείο: το ότι είναι ταινία του Μάρτιν Σκορσέζε. Η «σκορσεζικότητα» του The Wolf of Wall Street εντοπίζεται σε τρεις σταθερές του μεγάλου σκηνοθέτη: Α) Στη διάθεση και φυσικά στην ασύλληπτη ικανότητά του να τρυπώνει σε κλειστά κυκλώματα που δρουν και ζουν εκτός, ή έστω σε μία απόσταση, από τη νομιμότητα και την «κανονική» ζωή. Β) Στη σκιαγράφηση προσωπικών πορτρέτων μεγαλομανίας και αλαζονείας που καταλήγουν στη συντριβή και την αποκαθήλωση. Γ) Στη σχέση απόλυτης εμπιστοσύνης και αλληλοσυμπλήρωσης με τον κεντρικό πρωταγωνιστή. Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο συνεργάζεται για 5η φορά με τον Σκορσέζε και μικραίνει την απόσταση από τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο που έχει πρωταγωνιστήσει σε όκτω σκορσεζικές ταινίες.
Όσον αφορά το Α), είναι πιθανόν να το έχει πετύχει σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό στο παρελθόν, αλλά για μία ακόμη φορά ο Σκορσέζε δείχνει να έχει το μαγικό χάρισμα να διεισδύει σε κόσμους απαγορευμένους και αθέατους. Όσον αφορά το Β), είναι μάλλον βέβαιο πως το έχει πετύχει σε ασύγκριτα μεγαλύτερο, πληρέστερο και συναρπαστικότερο βαθμό στο παρελθόν. Όσον αφορά το Γ) και γενικότερα το κομμάτι των ερμηνειών, ο Ντι Κάπριο είναι ως συνήθως υπέροχος, ο Τζόνα Χιλ είναι ο τρόπον τινά νέος Τζο Πέσι και δεν εκτρέπεται σε καρικατούρα παρόλο που αυτός ο κίνδυνος κυοφορείται στον ρόλο του, ενώ ο Μάθιου ΜακΚόναχι μένει αξέχαστος παρά τη φευγαλέα παρουσία του στην ταινία.
Το The Wolf of the Wall Street είναι βασισμένο στο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα του χρηματιστή Τζόρνταν Μπέλφορντ, ο οποίος αφότου θησαύρισε σε βάρος αμέτρητων κορόιδων, οδηγήθηκε στη δικαιοσύνη. Αν νομίζετε πως σάπισε στη φυλακή, guess again. Συνεργαζόμενος με τις αρχές και πληρώνοντας κάποια -μεγάλα μεν, σταγόνα στον ωκεανό δε- πρόστιμα, απελευθερώθηκε στο πι και φι και ξεκίνησε νέα καριέρα, δίνοντας διαλέξεις περί πωλήσεων, επενδύσεων κτλ. Το ενδιαφέρον στοιχείο στην όλη ιστορία είναι πως ο Μπέλφορντ μετατράπηκε σε «λύκο» κυνηγώντας, αρχικά τουλάχιστον, όχι στην καρδιά αλλά στις παρυφές της Γουόλ Στριτ.
Ένα σκάνδαλο μεγατόνων δεν είναι ανάγκη να αποτελείται από ένα τεράστιο μπαμ, πολλές φορές είναι πιο αποτελεσματικό να βασίζεται σε μία ατελείωτη αλυσίδα πολλών μικρών μπαμ. Είναι αξιοσημείωτο φυσικά πως ούτε για ένα δευτερόλεπτο δεν βλέπουμε εικόνες των θυμάτων, πως ούτε για μια στιγμή δεν μας καθοδηγεί η δική τους οπτική. Κανένα πρόβλημα με αυτό. Ο Σκορσέζε δεν επιδιώκει ούτε φυσικά υποχρεούται να γυρίσει μία ταινία – καταγγελία. Η κριτική του σε αυτά που περιγράφει βασίζεται στο έμμεσο σχόλιό του για την ακατάσχετη και πέρα από κάθε φαντασία αλαζονεία και απληστία του συγκεκριμένου σιναφιού.
Καταχρήσεις με κάθε διαθέσιμο τρόπο και σε κάθε τομέα. Εξάρτηση από τα ναρκωτικά, εξάρτηση από το σεξ, εξάρτηση από την εξουσία και το χρήμα, εξάρτηση από μία ζωή αφροδισιακή. Ένα παραμύθι τόσο χυδαίο στην εκτέλεσή του που αναπόφευκτα γίνεται γοητευτικό. Η υπέροχα ειρωνική σκηνή των συζητήσεων πριν το πέταγμα του νάνου είναι ενδεικτικότατη. Ο 71χρονος Μάρτι σκηνοθετεί με ρυθμούς φρενήρεις, σχεδόν στα όρια του παροξυσμού. Και είναι αδύνατον να μην γίνει διασκεδαστικός και ανά στιγμές απολαυστικός.
Η διασκέδαση που προσφέρει όμως αφειδώς η ταινία δεν αρκεί για να καλύψει και τις αδυναμίες της. Τα μικρά κενά μεταξύ των διάφορων φάσεων της εξέλιξης της προσωπικής και επαγγελματικής ζωής του κεντρικού ήρωα δεν είναι παρά ένα πταίσμα. Εκεί που φτάνουμε σίγουρα στο πλημμέλημα, είναι στην άνευ όρων παράδοση της ταινίας στο μοτίβο της. Κατάχρηση της αδρεναλίνης, κατάχρηση του ντελιρίου, κατάχρηση του αβίαστου κεφιού. Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο καλοδεχούμενο και στο φορτικό, ανάμεσα στο δουλεμένο και στο υπερβολικό είναι φυσικά λεπτή και δυστυχώς, μάλλον ξεπερνιέται.
Τέλος και κυριότερα, για να επιστρέψουμε κιόλας στα όσα γράψαμε στην αρχή, το πορτρέτο ακμής και παρακμής του κεντρικού ήρωα μένει στα χαρτιά και σε θεωρητικό επίπεδο. Η κατάχρηση… των καταχρήσεων δεν αφήνει πολύ χώρο για μία πειστική και καθηλωτική συντριβή. Κι όπου λέμε «συντριβή» δεν εννοούμε κάποια μεσσιανική παραδειγματική τιμωρία ή μία δια βίου δυστυχία φυσικά. Εννοούμε μία έστω και πρόσκαιρη κατεδάφιση ολάκερου του κόσμου του, χωρίς δράματα και φωνές απαραίτητα, αλλά με βάθος και ένταση. Όπως δηλαδή γκρεμίζεται ο κόσμος του Τζέικ Λα Μότα στο Οργισμένο είδωλο ή το σύμπαν των δύο αιώνιων αντιπάλων στις Συμμορίες της Νέας Υόρκης.