From Here to Eternity (1953)

Σκηνοθεσία: Φρεντ Τσίνεμαν

Παίζουν: Μπαρτ Λανκάστερ, Μοντγκόμερι Κλιφτ, Φρανκ Σινάτρα, Ντέμπορα Κερ, Ντόνα Ριντ

Διάρκεια: 118′

Όταν ο ιθύνων νους της Columbia, o πεισματάρης και αδίστακτος Χάρι Κον, έβαζε έναν στόχο, ήταν ικανός να κινήσει γη και ουρανό προκειμένου να τον πετύχει (ενίοτε, καταστρέφοντας μεγαλεπήβολα καλλιτεχνικά οράματα, όπως το Lady from Shanghai του Όρσον Γουέλς). Ένα τέτοιο παράτολμο εγχείρημα ήταν και η κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου From Here to Eternity (1951) του Αμερικάνου συγγραφέα Τζέιμς Τζόουνς. Ο υπέροχος τίτλος του μυθιστορήματος (και της ταινίας) προέρχεται από το ποίημα Gentleman Rankers του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ και πιο συγκεκριμένα από τον στίχο Gentlemen-rankers out on a spree, Damned from here to Eternity. Παρεμπιπτόντως, ο όρος gentleman ranker παραπέμπει είτε στο απολωλός πρόβατο μιας αριστοκρατικής φαμίλιας που έχει ατιμάσει την οικογενειακή τιμή είτε στους Βρετανούς ευγενείς που κατατάσσονταν εθελοντικά στον αυτοκρατορικό στρατό ως απλοί φαντάροι (αλλά διατηρούσαν πολλά προνόμια).

Επιστρέφοντας στις δυσκολίες της μεταφοράς του συγκεκριμένου βιβλίου στο σινεμά, να υπενθυμίσουμε ότι το 1953 ο κώδικας Χέιζ ήταν ακόμη ενεργός (αν και κάπως ξέπνοος πια εκείνη την εποχή, όπως και όλο το οικοδόμημα του Μακαρθισμού) και μια πλοκή που περιελάμβανε ακραίες δόσεις από μοιχεία, πορνεία, αλκοολισμό και -πάνω απ’ όλα- έναν δηκτικό και πολυεπίπεδο αντι-μιλιταρισμό, δεν ήταν και το πιο ευπώλητο προϊόν.

Ωστόσο, λίγο η εκτυφλωτική λάμψη των σταρ που κόσμησαν το καστ, λίγο το στρόγγυλεμα σε ορισμένα αιχμηρά σημεία της ιστορίας (όπως το ότι στην ταινία ο σαδιστής στρατιωτικός τιμωρείται με αυτοδικία, ενώ στο βιβλίο επιβραβεύεται με προαγωγή) έφεραν την ταινία στις αίθουσες και από εκεί στην καταξίωση: δεκατρείς οσκαρικές υποψηφιότητες, οκτώ κερδισμένα αγαλματίδια (Καλύτερη Ταινία, Καλύτερη Σκηνοθεσία για τον Φρεντ Τσίνεμαν, Β’ Ανδρικός Ρόλος για τον Φρανκ Σινάτρα [του οποίου η καριέρα είχε πάρει τότε την κατιούσα] και Β’ Γυναικείος Ρόλος για την Ντόνα Ριντ, μεταξύ αυτών), πάνω απ’ όλα όμως ένα από τα πιο αλησμόνητα και μεθυστικά φιλιά σε ολόκληρη την κινηματογραφική ιστορία. 

Η δράση μάς μεταφέρει σε μια αμερικάνικη στρατιωτική βάση στη Χαβάη, το 1941, λίγο πριν την αιφνιδιαστική επίθεση των Γιαπωνέζων καμικάζι στο Περλ Χάρμπορ, μια ανοιχτή πληγή του αμερικανικού ψυχισμού στον 20ό αιώνα. Το Περλ Χάρμπορ, πέρα από στρατιωτική πανωλεθρία, αποτελεί ακόμη και σήμερα μια μαύρη κηλίδα στην αμερικάνικη ιστορική συνείδηση, με απολήξεις σχεδόν φιλοσοφικές: μια ουρανοκατέβατη -στην κυριολεξία- συμφορά, σαν μια οδυνηρή υπενθύμιση ότι ακόμη και μια υπερδύναμη είναι τρωτή απέναντι στον αιφνιδιασμό και στην ασύμμετρη απειλή.

Διόλου τυχαία πάντως, και μακριά από κάθε ηρωική ατμόσφαιρα και πατριωτικό παιάνα, η ατμόσφαιρα στους στρατώνες σκιαγραφείται ασφυκτική, ανελεύθερη, απόλυτα συμβιβασμένη με την εξουσιαστική ιεραρχία και τις παράλογες απαιτήσεις. Οι φαντάροι, ξεκομμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο αλλά και από την ίδια την Αμερική, βρίσκουν μελαγχολικό καταφύγιο στα χαβανέζικα κλαμπ, μπερδεύοντας τον αγοραίο έρωτα με την αγνή καψούρα. Σε ένα κλίμα αποπνικτικό, με τα νεύρα τσιτωμένα, κυοφορείται η τελική τραγωδία που έρχεται να σφραγίσει τη μοίρα των ηρώων.

Στον πυρήνα της ιστορίας συναντούμε έναν λιγομίλητο και εσωστρεφή στρατιώτη, σκληραγωγημένο αλλά βαθιά ευαίσθητο, πειθαρχημένο αλλά ακλόνητο στα πιστεύω του, ο οποίος έρχεται σε σύγκρουση με ένα δύσκαμπτο και τυφλωμένο σύστημα. Ο Μοντγκόμερι Κλιφτ (από τις πιο λυπητερές ιστορίες του Χόλιγουντ) υποδύεται έναν μποξέρ που κουβαλά ουλές στην ψυχή και αρνείται να πάρει μέρος στην πυγμαχική ομάδα της μονάδας του. Στερώντας τον διοικητή του από το γελοίο πρεστίζ (που παρωδείται ακόμη περισσότερο από την επερχόμενη τραγωδία που είναι γνωστή στον θεατή, αλλά άγνωστη στους ήρωες της ταινίας), θα υπομείνει αδιαρτύρητα τις αδιανόητες επιπτώσεις για την απροθυμία του να ενταχθεί στον σωρό και να γίνει η εκπαιδευμένη μαϊμού σε ένα άνοστο τσίρκο.

Ηθοποιός της Μεθόδου, προκισμένος με εσωτερικότητα και μια λαλίστατη σιωπή, ο Κλιφτ θαρρείς και ρίχνει γροθιές με το βλέμμα του παρά με τα χέρια. Ένας μοναχικός λύκος που δεν δαγκώνει κανένα φιλικό χέρι, όπως αυτό που του προσφέρουν δύο μονάχα άνθρωποι από ολόκληρο το στράτευμα: ένας υποδειγματικός κι ατσαλάκωτος αρχιλοχίας (Μπαρτ Λανκάστερ), που έχει συνάψει παράνομο και θυελλώδη δεσμό με τη σύζυγο του διοικητή (Ντέμπορα Κερ), και ένας σεσημασμένος πλακατζής (Σινάτρα), που θα αποδειχθεί το πιο σκληρό καρύδι όταν δει την αξιοπρέπειά του να θίγεται.

Το From Here to Eternity είναι είναι μια ωδή στους καταραμένους έρωτες και στις φιλίες που έμειναν λειψές. Παρότι βρίσκουν την ευτυχία που τόσο επίμονα αναζητούσαν, οι δύο ερωτοχτυπημένοι στρατιώτες αδυνατούν να κάνουν το βήμα παραπάνω και να ξεφύγουν από τον εθελούσιο ιδρυματισμό, τον καταναγκασμό της πειθαρχίας, την ψευδαίσθηση του καθήκοντος. Στην πραγματικότητα, είναι αιώνια λογοδοσμένοι στο νοσηρό σύστημα του στρατού, ακόμη κι αν η σχέση τους φλερτάρει περισσότερο με το μίσος παρά με την αγάπη. Την ίδια στιγμή, οι γυναίκες της ιστορίας διψούν να σπάσουν τα ασφυκτικά δεσμά ενός καταπιεστικού κόσμου, αλλά σκοντάφτουν πάνω σε αποκαμωμένους άνδρες που έχουν χάσει οριστικά το τρένο της ζωής.

Ο αμερικάνικος στρατός, καθαγιασμένος και θριαμβευτής στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, απεικονίζεται με τα πιο μελανά χρώματα στον καμβά ενός εθνικού τραύματος, ελάχιστα χρόνια μετά τις ζητωκραυγές της νίκης και την ευφορία του baby boom. Το αντι-μιλιταριστικό πνεύμα του From Here to Eternity δεν εξαντλείται όμως στην απεικόνιση του στρατού σαν μια πνευματική ξέρα, όπου κυβερνούν το τυφλωμένο αρσενικό Εγώ, η κατάχρηση εξουσίας και η ισοπέδωση του ατόμου μπροστά στην αγέλη.

Σταδιακά και μεθοδικά, ξεπροβάλλει η πιο πικρή διαπίστωση: η φαινομενικά αψεγάδιαστη και ανεκτική αμερικανική κοινωνία είχε μετατραπεί σε πεδίο μάχης πολύ πριν ξεσπάσει ο κανονικός πόλεμος. Ο Τσίνεμαν, πιστός στο μοτίβο της ακεραιότητας που δοκιμάζεται απέναντι σε βασανιστικά διλήμματα, φτιάχνει ένα ντόμινο από σιωπηλά δράματα και υπόγειες μάχες που έχουν μονάχα κόστος και συνέπειες, χωρίς κανένα όφελος ή ανταμοιβή. Κι η καταστροφή που καταφθάνει από ψηλά έρχεται απλώς να επικυρώσει έναν όλεθρο πρωτίστως υπαρξιακό.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑