Σκηνοθεσία: Ράιαν Κούγκλερ
Παίζουν: Μάικλ Μπ. Τζόρνταν, Σιλβέστερ Σταλόνε, Τέσα Τόμσον
Διάρκεια: 133’
Υπήρχαν μπόλικοι τρόποι με τους οποίους μία ταινία σαν το Creed θα μπορούσε να εκτραπεί σε ιλαροτραγωδία. Αφενός, στην περίπτωση που πάσχιζε υπερβολικά να νεκραναστήσει μία θρυλική σειρά ταινιών ηλικίας σαράντα ετών, όπως τα Rocky. Η ταρίχευση θα έβγαζε μάτι από χιλιόμετρα και το αγνό συναίσθημα που ήταν σε θέση να στραγγίξει ο Italian Stallion θα έμοιαζε με δέρμα τσιτωμένο από μπότοξ. Αφετέρου, ελλοχεύει κι ο αντίστροφος κίνδυνος. Να καταστεί αυτοσκοπός η πρωτοτυπία και η απομάκρυνση από τις ένδοξες ρίζες. Να υπάρξει μία εκβιαστική απόπειρα εκμοντερνισμού μιας παλιάς κι όμορφης ιστορίας αγάπης, υπέρβασης κι ονειροπόλησης.
Το Creed και ο σκηνοθέτης του Ράιαν Κούγκλερ κατορθώνουν να βρουν ένα σημείο ισορροπίας και αρμονίας ανάμεσα στο παλιό και το νέο, ανάμεσα στην κληρονομιά και το μέλλον. Με κυριότερα όπλα στη φαρέτρα τους τα εξής τρία στοιχεία: α) την πλήρη αποφυγή οποιουδήποτε περιττού εντυπωσιασμού, β) το στιβαρό χτίσιμο μίας γλυκιάς σχέσης μεταξύ των δύο βασικών χαρακτήρων και γ) το γεγονός ότι ο Σιλβέστερ Σταλόνε (που πηγαίνει καρφωτός για το Όσκαρ Β’ ανδρικού ρόλου) γνωρίζει τον ήρώα του απ’ έξω κι ανακατωτά και ψαχουλεύει με άνεση κάθε σπιθαμή της ψυχής του.
Ο Κούγκλερ (ο οποίος ήταν αγέννητος όχι μόνο όταν το πρώτο Rocky έκανε τη μεγάλη έκπληξη στα Όσκαρ, αλλά ακόμη κι όταν έβγαινε στις αίθουσες το ανεκτίμητο cult διαμάντι του ψυχροπολεμικού ρηγκανικού κιτς Rocky IV) αποτίνει φόρο τιμής με σεβασμό, αλλά χωρίς φόβο. Με ειλικρινή αγάπη, αλλά χωρίς ανεξέλεγκτο δέος. Με διάθεση να παραδώσει τη σκυτάλη στη νέα γενιά, αλλά δίνοντας παράλληλα ενεργό ρόλο και στην παλιά φρουρά. Και κατορθώνει να φτιάξει μία ταινία στην οποία δίνεσαι με όλη σου την καρδιά (και φυσικά με όλη σου τη θετική προδιάθεση λόγω του παιδικού δεσμού με τον Ρόκι Μπαλμπόα) σε δύο χαρακτήρες που αλληλοσυμπληρώνονται εξαίρετα.
Δύο πεισματάρηδες άνθρωποι που αποσύρονται από τον υπόλοιπο κόσμο και περιχαρακώνουν τη θλίψη τους και την ανάγκη τους για στοργή και συντροφικότητα σε μία προσκόλληση στις εμμονές τους και πίσω από ένα macho περίβλημα. Δυο άνθρωποι που έρχονται κοντά, χωρίς φανφάρες, χωρίς ανεδαφικές εκρήξεις κι αχρείαστες εξάρσεις, παλεύοντας, μαθαίνοντας και γελώντας μαζί. Με την πόλη της Φιλαδέλφεια να παίζει και πάλι πρωταγωνιστικό ρόλο, φωτογραφημένη σε χειροπιαστά φθινοπωρινά χρώματα, σαν ένα απομεινάρι αλλοτινού μεγαλείου, που δεν κείτεται όμως σαν κουφάρι, αλλά παλεύει να ξαναβρεί τον αξιοπρεπή σφυγμό του. Παράλληλα με τον συναισθηματικό του πυρήνα, το Creed δεν λησμονεί σε καμία στιγμή πως είναι μία boxing movie. Έχει αίμα, έχει ιδρώτα, έχει πόνο, έχει εξαντλητική προπόνηση, έχει χορογραφημένη πάλη εντός του ρινγκ.
Τα κλισέ φυσικά και δεν λείπουν, ενώ η πορεία της ταινίας είναι ολότελα προδιαγεγραμμένη και γραμμική, χωρίς όμως αυτό να αφαιρεί από τη νοσταλγική της τρυφερότητα ή την γοητευτική της απλότητα. Όπως ακριβώς οι ρυτίδες, το μελαγχολικό βλέμμα, το βαρύ περπάτημα, το σιγανό μουρμουρητό και τα μετρημένα (μισό)λογα του Σταλόνε, που ερμηνεύει με απέραντη γλυκύτητα ένα σεβάσμιο γερόλυκο στο λυκόφως της ζωής. One step at a time, one punch at a time, one round at a time, you ‘re right old Sly…