!– wp:paragraph –>
Σκηνοθεσία: Όρσον Γουέλς
Παίζουν:Όρσον Γουέλς, Τζόσεφ Κότεν, Ντόροθι Κόμινγκορ, Γουίλιαμ Άλαντ
Διάρκεια: 118’
Ο Τσάρλς Φόστερ Κέιν γεννήθηκε στα τέλη του 19oυ αιώνα σε μία φτωχή οικογένεια, αλλά από τα πρώτα χρόνια της ζωής του έγινε ουρανοκατέβατα πάμπλουτος. Η μητέρα του κληρονόμησε ένα ράντσο που βρισκόταν πάνω σε ένα ανεκμετάλλευτο χρυσωρυχείο και ο μικρός Τσαρλς ορίστηκε κύριος της οικογενειακής περιουσίας, με μόνη προϋπόθεση να συμπληρώσει τα 25 του χρόνια. Μέχρι τότε, η ανατροφή του, μαζί με τη διαχείριση της περιουσίας, ανατέθηκαν στον τραπεζίτη Θάτσερ. Όταν ήρθε η ώρα να πάρει τα ηνία, ο νεαρός Κέιν δήλωσε απερίφραστα στους εμβρόντητους τραπεζίτες πως το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι οι εφημερίδες. Τα υπόλοιπα μπορούσαν να συνεχίσουν οι ίδιοι να τα διαχειρίζονται κατά το δοκούν. Αυτή είναι η αφετηρία της πολυτάραχης δημόσιας και ιδιωτικής ζωής του Πολίτη Κέιν.
Ο Όρσον Γουέλς, ξεκινώντας το έργο του με ένα άτυπο πρελούδιο που έχει τη μορφή κινηματογραφικού επικήδειου για τον Κέιν, εισάγει τον θεατή σε μία καλοστημένη πλάνη. Σε ένα εικοσάλεπτο αφηγείται όλη τη ζωή του πρωταγωνιστή του με τρόπο δημοσιογραφικό, προσφέροντας κάθε πιθανή πληροφορία που μπορεί να χρειαστεί το κοινό. Ο Τσαρλς Φόστερ Κέιν γεννήθηκε φτωχός, έγινε άκοπα και από τη μια στιγμή στην άλλη ο ζάπλουτος ηγέτης μίας αυτοκρατορίας, έφτασε να ρυθμίζει σαν ταλαντούχος μαριονετίστας την κοινή γνώμη, παντρεύτηκε δύο φορές και πέθανε μόνος σ’ ένα ημιτελές παλάτι που όμοιό του δεν είχε ξαναδεί η ανθρωπότητα, έχοντας πρώτα γνωρίσει την προσωπική κατάπτωση.
Υπάρχει όμως μία λεπτομέρεια που αφήνει ανικανοποίητους τους παραγωγούς της νεκρολογίας του μεγιστάνα. Μια ακατανόητη λέξη-μυστήριο (που έμελλε τελικά να γραφεί με χρυσά γράμματα στη ιστορία του κινηματογράφου), αυτό το ανεξήγητο Rosebud (που θα πει ροδανθός στα ελληνικά), η στερνή λέξη που ξεστόμισε ο Κέιν, προτού αφήσει την τελευταία του πνοή. Ένα δυσεπίλυτο αίνιγμα που πυροδότησε φήμες και θεωρίες, ταλάνισε τη φαντασία του κοινού και ώθησε τους δημοσιογράφους να διεξάγουν εξαντλητική έρευνα μέχρι να ξετρυπώσουν το περιεχόμενό της. Τι μπορεί να εννοούσε άραγε ο Κέιν με αυτή τη φαινομενικά απλή λέξη; Είναι κάποιος κωδικός; Μια αναφορά στο παρελθόν; Ίσως ένα τοπόσημο; Ένα καλά κρυμμένο μυστικό; Σχετίζεται με κάποιο υπαρκτό πρόσωπο; Ή μήπως δεν είναι τίποτα περισσότερο από το παραλήρημα ενός ετοιμοθάνατου;
Ο Γουέλς, δομώντας αφηγηματικά την ταινία του με ένα σύστημα παράλληλων φλασμπάκ, ξεπαστρεύει κάθε έννοια παραδοσιακής αφήγησης στο Χόλιγουντ της εποχής. Δεν μπορείς να αφηγηθείς τη ζωή ενός larger than life ανθρώπου με γραμμικό τρόπο, μοιάζει να λέει, αν ελπίζεις να πετύχεις κάτι ανώτερο, βαθύτερο και πολύ πιο σύνθετο από την μεθοδευμένη εξιστόρηση των σημαντικών συμβάντων της ζωής του. Η μνήμη, άλλωστε, ως κλειδί του χαρακτήρα Κέιν, δεν γνωρίζει γραμμικότητα. Κινείται ανεξέλεγκτα μπρος και πίσω, στέκεται όπου επιθυμεί και ταλαιπωρεί ανεξαρτήτως βούλησης.
Έτσι, η εμβάθυνση στον χαρακτήρα του Κέιν τελείται με ύφος ταινίας μυστηρίου, μόνο που το ζητούμενο δεν είναι ποιος τον σκότωσε, αλλά τι του απαγόρευσε να ζήσει τη ζωή του παρότι φαινομενικά διέθετε κάθε άνεση που μπορούσε κανείς να φανταστεί. Όσο οι ερευνητές προσεγγίζουν άτομα κεφαλαιώδη στη ζωή του Κέιν και αυτά εξιστορούν τις εμπειρίες τους στο πλευρό του, ο Γουέλς ακολουθεί μία ιδιότυπη συναισθηματική γραμμικότητα στην προσέγγιση του κεντρικού χαρακτήρα. Με άλλα λόγια, οι ακανόνιστες αναδρομές των αφηγήσεων, σημείο της αδιαφορίας του για την «ιστορία» του Κέιν (με την οποία άλλωστε έχει ξεμπερδέψει από τα πρώτα λεπτά), φανερώνουν με ακρίβεια και πολυμέρεια τη σταδιακή έκπτωσή του από έναν υλικό παράδεισο σε μία εκκωφαντική γήινη ερημιά.
Με μία δόση καλοπροαίρετης υπερβολής, ο αμερικανικός κινηματογράφος θα μπορούσε να διακρίνεται σε περίοδο προ Πολίτη Κέιν και μετά αυτόν. Έχουν ήδη γραφτεί και ειπωθεί πολλά για τις καινοτομίες του έργου, οι οποίες έχουν υποστηριχθεί σθεναρά από την παγκόσμια κριτική. Σημαντική συμβολή στην έγκαιρη επανεκτίμηση του έργου, το οποίο διέγραψε μέτρια εισπρακτική πορεία, προσέφερε ο Αντρέ Μπαζέν, ήδη από τη δεκαετία του 1940. Δεν έλειψαν βέβαια και οι αμφισβητίες, μερικοί εκ των οποίων υπήρξαν επιφανείς (ο Μπόρχες και ο Ντ. Γ. Γκρίφιθ, λόγου χάρη).
Η αλήθεια είναι ότι δύσκολα κανείς μπορεί να φανταστεί το αμερικανικό σινεμά δίχως το επίτευγμα του Γουέλς και των συνεργατών του. Τα καθοριστικά deep focus πλάνα του διευθυντή φωτογραφίας Γκρεγκ Τόλαντ μοιάζουν σαν αφετηρία του νουαρικού τρόπου, με εμφανείς τις επιρροές του Γερμανικού Εξπρεσιονισμού. Η δουλειά του μετέπειτα σημαντικού σκηνοθέτη Ρόμπερτ Γουάιζ στο μοντάζ υπήρξε επίσης εμβληματική: φτάνει να θυμηθεί κανείς τη σεκάνς όπου δεκαπέντε χρόνια κοινού βίου του Κέιν με την πρώτη σύζυγό του ξεδιπλώνονται με μαεστρία σε δύο μόλις λεπτά. Ακόμη και στον τομέα του μακιγιάζ, ο Πολίτης Κέιν χάραξε τον δρόμο προς μια πιο ρεαλιστική και πολύπλοκη απεικόνιση τόσο των γηρατειών όσο και του συναισθηματικού κόσμου των χαρακτήρων. Φυσικά, στην κορυφή των καινοτομιών στρογγυλοκάθεται το σύστημα των πολλαπλών αφερέγγυων αφηγήσεων, που εξυψώνει την έννοια του σεναρίου σε κορυφές αρχαίου έπους.
Όλα τα παραπάνω έχουν αναλυθεί ξανά και ξανά σε επιστημονικά βιβλία κινηματογραφικής θεωρίας και ιστορίας, μαζί με την επεισοδιακή και γεμάτη εμπόδια και προβλήματα παραγωγή της ταινίας (δεδομένου ότι βασίζεται εν πολλοίς στον βίο του μεγιστάνα του Τύπου Γουίλιαμ Ράντολφ Χερστ, ενός ανθρώπου με ύψιστη επιρροή στα δρώμενα της εποχής). Ο Πολίτης Κέιν, ωστόσο, δεν είναι μία συλλογή καινοτομιών, ούτε ένα φιλμ πειραματισμού και διεύρυνσης των τεχνικών όρων (και ορίων) του σινεμά. Αντιθέτως, είναι μία υποδειγματική αφήγηση εξανθρωπισμού ενός τεθλασμένου μεγαλείου, με όρους που προσγειώνουν το απίθανο βεληνεκές της προσωπικότητας του Κέιν σε μέτρα και σταθμά που μπορούμε όλοι μας νιώσουμε και να αφουγκραστούμε.
Ο Τσάρλς Φόστερ Κέιν, στην αρχή της ιστορίας του, διαθέτει ένα εξωπραγματικό εκτόπισμα και ο αντίκτυπός του στον δημόσιο βίο μοιάζει μνημειώδης. Παρουσιάζεται έτοιμος να διασχίσει όλο τον πλανήτη και να καθορίσει την εποχή του, αφήνοντας το στίγμα του σε αμέτρητους τομείς: Τύπος, πολιτική, τέχνη. Ο Κέιν, όμως, στην πραγματικότητα πασχίζει να αποκτήσει το μόνο πράγμα που στερήθηκε, την άδολη αγάπη των παιδικών χρόνων. Διαθέτοντας, λοιπόν, όλα τα πλούτη, την ισχύ και πολιτική επίδραση που θα μπορούσε ποτέ να αποκτήσει κάποιος άνθρωπος, θεωρεί εσφαλμένα και μάταια -σαν άλλος τραγικός ήρωας- ότι μπορεί να αναπληρώσει μια αναντικατάστατη απώλεια, ότι μπορεί να γιατρέψει μια πληγή καταδικασμένη να μην επουλωθεί ποτέ. Σταδιακά αντιλαμβάνεται, ως συναισθηματικά ακρωτηριασμένος από νεαρή ηλικία, πως αδυνατεί να εκδηλώσει αληθινά συναισθήματα, να αφεθεί στον έρωτα και στη φιλία, σαμποτάροντας έτσι κάθε πιθανή ελπίδα για εξιλέωση.
Ο πάλαι ποτέ μεγιστάνας καταλήγει -μέσω της συγκλονιστικής κινηματογράφησης του Γουέλς- να μοιάζει με ξέπνοο ανθρωπάκι, φοβικός και μόνος, στερημένος από οποιοδήποτε ζεστό συναίσθημα στον ωκεανό του πλούτου, με όλα του τα έργα να φαντάζουν λιλιπούτεια μπροστά στο μέγεθος της μοναξιάς που βιώνει στις ύστατες στιγμές του. Μέσα στο σκοτεινό παλάτι Ζαναντού, ένα μνημείο του set design της εποχής, ο Κέιν πενθεί έναν βίο που στερήθηκε εξαρχής, τις ξοδεμένες δυναμικές της προσωπικότητάς του σε έναν a priori άγονο αγώνα. «Αν δεν ήμουν πλούσιος, θα γινόμουν ένας σπουδαίος άνδρας», ομολογεί στη μέση του έργου και είναι η απόκριση της δικής του απογοήτευσης για ό,τι συνέβη στο σύντομο πέρασμά του από έναν κόσμο που ένιωθε πάντα ξένο και ανοίκειο. Ο Κέιν είναι ικανός να ρυθμίσει υπογείως τις τύχες μίας ολόκληρης χώρας, αλλά όχι τη δική του ζωή.
Όμηρος μίας παιδικής μνήμης που εξαλείφθηκε πριν την ώρα της, εξορισμένος στην ανεπάρκεια των απροσμέτρητων αγαθών που δεν συνιστούν καν επιβράβευση ενός προσωπικού κόπου, με μία ριζωμένη θλίψη να γεμίζει τους αδειανούς χώρους σε ένα σκοτεινό παλάτι-μαυσωλείο, η ιστορία του νάρκισσου Τσαρλς Κέιν είναι τελικά συνώνυμο μίας εκκωφαντικής προδιαγεγραμμένης ήττας, που κρύβει μέσα της μία αβάσταχτη θλίψη για τα μηδαμινά έργα και τις πικρές μέρες ενός μεγιστάνα που έσβησε δίχως ποτέ του να λάμψει αληθινά.
Από την αποτυχία του Κέιν να αγοράσει τη στοργή από τις συντρόφους του, να εξασφαλίσει την επίπλαστη αγάπη της κοινής γνώμης, να επιβάλλει την βούλησή του με το στανιό, βαφτίζοντας το άσπρο μαύρο, αναδύεται πάντως μία υποδόρια και παράδοξη αισιοδοξία: όλοι γεννιούνται και πεθαίνουν, κάποιοι προνομιούχοι, καποιοί άλλοι στερημένοι, μα για το βάσανο της ανθρώπινης επαφής δεν υπάρχει κανένα τεχνητό γιατρικό. Η λύτρωση και η καταδίκη βρίσκονται μέσα στον καθένα από εμάς.