Ο Κομπέιν είναι ένα 15χρονο αγόρι που ζει μακριά από την εθισμένη στα ναρκωτικά μητέρα του. Η ζωή του προδιαγράφεται απαλλαγμένη από τα προβλήματα που είχε όσο ζούσε με εκείνη, καθώς η ανάδοχη οικογένεια που έχει αναλάβει να τον φροντίσει μοιάζει διατεθειμένη να φέρει εις πέρας το καθήκον της. Ο νεαρός όμως, με τη γνώση ότι η μητέρα του είναι έγκυος ξανά, αποφασίζει να αρνηθεί την διαφαινόμενη ηρεμία του και να βοηθήσει όσο μπορεί τον άνθρωπο που τον έφερε στον κόσμο.
Η ταινία της Νανούκ Λέοπολντ κινείται σε νταρντενικά κινηματογραφικά μονοπάτια, χωρίς δυστυχώς να αποφεύγει τις υπερβολές, τόσο ως προς την πλοκή και το σενάριο, όσο και ως προς τα αφηγηματικά μέσα. Μολαταύτα, στον πυρήνα της βρίσκεται μία όμορφη ιστορία βάρβαρης ενηλικίωσης που βαδίζει παράλληλα με την αντιστροφή των φυσικών ρόλων. Ένα παιδί που είναι αναγκασμένο να «μεγαλώνει» τη μάνα του, αλλά χρειάζεται και το ίδιο να περάσει το δικό του μεταβατικό στάδιο προς την ενηλικίωση. Η συνισταμένη αυτών των αντίρροπων δυνάμεων, που οδηγεί το φιλμ μέχρι το τέλος, του χαρίζει έναν βαθιά ανθρώπινο χαρακτήρα ικανό να δικαιολογήσει εν μέρει και κάποιες δραματουργικές αστοχίες.
Εντυπωσιακό είναι και το πόσο προσωποκεντρικά εκτυλίσσεται η ιστορία, παρότι χρησιμοποιεί τις συμβάσεις του κοινωνικού ρεαλισμού στην αφήγησή του. Οι θεσμοί μοιάζουν να λειτουργούν τέλεια, η κοινωνία δείχνει πρόθυμη να φιλοξενήσει κάθε μετανοημένο ή μη μέλος και οι ευκαιρίες είναι έτοιμες να δοθούν, αρκεί να έχει κανείς το σθένος να τις αδράξει. Το σημαντικότερο όλων, στην προκείμενη ταινία, είναι ο προσωπικός αγώνας, το κίνητρο και η διάθεση για μία διαφορετική ζωή.
Παράλληλα, το έργο παρουσιάζει ένα ενδιαφέρον σημειολογικά. Ο Κομπέιν αφιερώνει ένα σημαντικό κομμάτι της τρυφερής του ηλικίας στο αγέννητο παιδί μίας μάνας που δεν τον φρόντισε ποτέ, επειδή η ζωή είναι σημαντικότερη από την πικρία, το μίσος και τους πληγωμένους εγωισμούς. Κάθε νέα ζωή σηματοδοτεί και μία νέα ευκαιρία, μία ανανέωση της ελπίδας.
Συνολικά, το φιλμ της Ολλανδής δημιουργού φλερτάρει σε αρκετά σημεία με τον απόλυτο εκτροχιασμό, με πιο εμφανή τα προβλήματα του ρυθμού και της τονικής ανισορροπίας. Διασώζεται όμως, χάρη στην ανθρωπιά του περιεχομένου της και στη θεσπέσια ερμηνεία του πρωτοεμφανιζόμενου έφηβου Μπας Κάιζερ, που επικουρείται υποδειγματικά και από το υπόλοιπο καστ. Η Λέοπολντ μοιάζει συγκεντρωμένη αποκλειστικά στον προορισμό του φιλμικού της ταξιδιού, σε τέτοιο βαθμό ώστε να λησμονεί κατά τη διάρκεια μερικά από τα συστατικά στοιχεία του έργου της. Το αποτέλεσμα στο οποίο καταλήγει είναι γοητευτικό, αλλά και λαβωμένο από τις αδυναμίες.