Σκηνοθεσία: Γκιντς Ζιλμπαλόντις
Διάρκεια: 83′
Ελληνικός τίτλος: Flow: Η γάτα που δεν φοβόταν το νερό
Μια γκρι γάτα παρατηρεί μοναχικά τον αντικατοπτρισμό της στα νερά ενός ποταμού. Το βλέμμα της απηχεί την αίσθηση του μη-ανήκειν, της αποκοπής από το σύνηθες βιωτικό περιβάλλον, μια υποδόρια ανησυχία που συνοδεύει μια στιγμή αυτεπίγνωσης στον φυσικό κόσμο. Μια ανησυχία που θα εκφραστεί έντονα τις επόμενες στιγμές, έπειτα από την πολύβουη επιδρομή πέντε σκυλιών, τα οποία η γάτα πρέπει πάση θυσία να αποφύγει. Ενώ, λοιπόν, φαίνεται να έχει κατατροπώσει τους αντιπάλους της σε μία ακόμα από τις μικρές καθημερινές μάχες του δάσους, το τελετουργικό κυνηγητό διακόπτεται απότομα από το ορμητικά νερά του ποταμού που φουσκώνουν και παρασύρουν τα πάντα στο πέρασμά τους, σαν μια υπενθύμιση ενός περιβάλλοντος που μεταλλάσσεται ασταμάτητα και βίαια, ορίζοντας στον απόλυτο βαθμό τον αγώνα της επιβίωσης.
Στο Flow, η ανθρώπινη παρουσία εξαντλείται στα απομεινάρια (πρόσφατα ή απώτερα) του πολιτισμού που υπήρξε στο παρελθόν. Η δασική έκταση φέρει αρκετές σχετικές ενδείξεις, από τα έργα που μαρτυρούν την επιθυμία των ανθρώπων να προσδώσουν μια ψευδαίσθηση αθανασίας στα δημιουργήματά τους (η βυθισμένη πόλη, οι ψηλές στήλες), μέχρι το σπίτι στο οποίο μάλλον ζούσε μέχρι πρόσφατα η γάτα της ιστορίας, με οικείες λεπτομέρειες και μια αίσθηση πένθους να το περιβάλλει. Δεν είναι σαφές το τι προξένησε την εξαφάνιση των ανθρώπων από το δάσος, αλλά η μνήμη της παρουσίας τους, μολονότι ακόμα ζωντανή, είναι σε εμφανώς φθίνουσα πορεία. Μερικά από αυτά τα ανθρώπινα δημιουργήματα είναι τα τεράστια αγάλματα με τη μορφή της γάτας που δεσπόζουν στο δάσος. Είναι αυτά στα οποία εκείνη θα αναζητήσει μάταια καταφύγιο από την υδάτινη απειλή, σκαρφαλώνοντας στο ψηλότερο σημείο τους. Σε μια σεκάνς πλούσιας σημειολογίας, η γάτα αναγκάζεται να εγκαταλείψει το πελώριο άγαλμά της για να επιβιώσει, καταλήγοντας σε μια βάρκα. Στην πορεία, αυτή η κιβωτός θα φιλοξενήσει και άλλα ζώα, ένα λαμπραντόρ, ένα καπιμπάρα, ένα αρπακτικό πτηνό και έναν λεμούριο, αποτελώντας για την ετερόκλητη αυτή σύνθεση όχημα σωτηρίας και μοναδική ελπίδα.
Το φωτορεαλιστικό ψηφιακό σκηνικό του Γκιντς Ζιλμπαλόντις συγκροτεί μια καλαίσθητη αντίθεση με τον σχεδιασμό των ίδιων των ζώων, που διαθέτει μια σχεδόν ονειρική υφή, χωρίς τη λεπτομέρεια που διέπει το περιβάλλον. Αξιοσημείωτο είναι, βέβαια, ότι ο νεαρός Λετονός χρησιμοποίησε αποκλειστικά το open source λογισμικό Blender για τη δημιουργία του φιλμ, έγραψε το σενάριο και ανέλαβε ο ίδιος εν μέρει την αιθέρια μουσική επένδυση. Αν και μάλλον το μεγαλύτερο του κατόρθωμα είναι ότι δημιούργησε χαρακτήρες με τη μορφή των ζώων, τα οποία ούτε συνδιαλέγονται ούτε είναι ανθρωπόμορφα στην όψη ή τη συμπεριφορά (το τελευταίο, φυσικά, στο μέτρο φυσικά του δυνατού). Μέσα από το ταξίδι τους, υπό το κράτος της απειλής και της διαρκούς επαγρύπνησης, θα συμπεριφερθούν με τρόπο που αφομοιώνει σε πρακτικό επίπεδο τις έννοιες της ομάδας -έναντι της αγέλης- και της συνεργασίας, και αυτό θα αποτυπωθεί γλαφυρά στο κείμενο της ταινίας, το οποίο παραμένει προσβάσιμο για κυριολεκτικά όλες τις ηλικίες θεατών.
Χωρίς διδακτισμό, λοιπόν, ο Ζιλμπαλόντις καταφέρνει να εντάξει με ομαλότητα στην αφήγηση τις υπερβατικές στιγμές πλάι στον σκληρό αγώνα της επιβίωσης και τις προβληματικές της συνύπαρξης μαζί με τις οικολογικές ανησυχίες. Το Flow διαπνέεται από έναν φυσιολατρικό μυστικισμό που αγκαλιάζει τις διαρκείς αντιθέσεις του, αντλώντας μεγάλη κινηματογραφική υπεραξία. Ορισμένα από τα ζώα που συνυπάρχουν στην κιβωτό, υπό άλλες συνθήκες θα βρίσκονταν μάλλον σε αντιμαχόμενες θέσεις, ενώ το φυσικό τοπίο που τα περιβάλλει προκαλεί αγαλλίαση και τρόμο την ίδια ακριβώς στιγμή. Διαθέτει δε και ένα φανταστικό φινάλε, σε απαραίτητο κυκλικό σχήμα με την έναρξη, όπου η νηνεμία έχει πλέον επανέλθει και η φύση βρίσκει τον τρόπο να συνεχίσει. Την ίδια στιγμή, το ταξίδι στη βάρκα έχει σημαδέψει οριστικά τη ζωή της γάτας και της συντροφιάς της, ακόμη κι αν την έχει οδηγήσει στο ίδιο ακριβώς σημείο. Στην φύση, εξάλλου, τα πάντα είναι κύκλος.