Δημιουργός: Λόρι Ναν
Παίζουν: Άσα Μπάτερφιλντ, Τζίλιαν Άντερσον, Έμμα Μάκι
Ο Ότις είναι ένας εσωστρεφής έφηβος που ζει με τη μητέρα του, αναγνωρισμένη επιστήμονα με ειδίκευση στη σεξολογία. Παρθένος ων και με τη μητρική φιγούρα καταλυτική στη διαμόρφωση του ψυχισμού του, ο νεαρός αποφασίζει να ιδρύσει μία άτυπη και μυστική κλινική σεξολογίας στο σχολείο του, με την προτροπή και τη βοήθεια της Μέιβ, μιας δυναμικής και σκληραγωγημένης συμμαθήτριάς του. Συμπαραστάτης του Ότις και ένθερμος υποστηρικτής της ιδέας είναι ο γεμάτος χιούμορ και αισιοδοξία κολλητός του, ο Έρικ.
Το εγχείρημά τους αποδεικνύεται δημοφιλές πέραν των προσδοκιών και οι συμβουλές του Ότις (κατά ακούσια υπόδειξη της μητέρας του) αναμορφώνουν σταδιακά τη σεξουαλική ζωή των μαθητών, ενώ ανάμεσα στους υπεύθυνους της κλινικής αναπτύσσονται ποικίλες ιδιαίτερες σχέσεις.
Το Sex Education εκτυλίσσεται σε έναν κόσμο όχι τέλειο, αλλά σίγουρα καλύτερο από τον δικό μας. Μη δυνάμενο να τοποθετηθεί ακριβώς σε χωροχρονικό πλαίσιο (είναι κάπου στη Βρετανία και είναι σύγχρονο αλλά όλα μοιάζουν βγαλμένα από τη δεκαετία του 1980), συνιστά μία σχεδόν εναλλακτική πραγματικότητα στην οποία οι άνθρωποι είναι πολύ πιο δεκτικοί στην οποιαδήποτε κατεύθυνση της σεξουαλικής ταυτότητας, την εφηβική (και όχι μόνο) σύγχυση επί του σεξουαλικού προσανατολισμού και πάσης φύσεως άλλες ιδιαιτερότητες παρουσιάζουν οι νεαροί κατά την επώδυνη διαδικασία γνωριμίας με τον εαυτό τους. Ωστόσο, ακόμα και σε έναν τέτοιο κόσμο, τα εφηβικά αδιέξοδα εξακολουθούν να ανακύπτουν, επειδή πηγάζουν εκ των ένδον και δεν μπορούν απλώς να καταργηθούν με την πρόοδο των κοινωνικών αντιλήψεων.
Η δεκτικότητα και η υποστήριξη είναι αναμφιβόλως παράγοντες που κατατείνουν προς την εξομάλυνση των ταραχών μίας εφηβικής ψυχής. Ωστόσο, τίποτα δεν μπορεί να άρει ως δια μαγείας την ορμονική έκρηξη που συμβαίνει σε ένα εφηβικό κορμί, όπως και τίποτα δεν μπορεί να εξαφανίσει τα σημάδια που αφήνουν στην ψυχή οι απαιτήσεις των γονέων.
Μπορεί κανείς να μεγαλώνει με δύο μαμάδες σε μία κοινωνία που επιτέλους δε βλέπει κάτι περίεργο σε αυτό, αλλά τούτο δε σημαίνει ότι αυτές δε θα προβάλλουν σε αυτόν ίδιους φόβους, απογοητεύσεις, στερήσεις, όνειρα και φιλοδοξίες. Με λίγα λόγια, η κοινωνική πρόοδος δεν σημαίνει ότι η ενηλικίωση κατέστη απλούστερη διαδικασία.
Το παν στον κόσμο του Sex Education, ο νοηματικός πυρήνας της σειράς, είναι η αποδοχή∙ πρώτα του εαυτού του καθενός, και ύστερα του άλλου. Η έλλειψη της άλλωστε είναι η μήτρα κάθε φοβικού στερεοτύπου, κάθε μορφής bullying και εν τέλει μίας προσωπικής δυστυχίας που ακολουθεί σαν σκιά εφ’ όρου ζωής.
Η σκέψη ότι στο σεξ δεν υπάρχει ανωμαλία παρά μόνον η έλλειψη συναίνεσης, ότι τίποτα από αυτά που μπορεί να εξιτάρουν και να διεγείρουν τη λίμπιντο των χαρακτήρων δεν είναι προβληματικό, προκύπτει με ηθική καθαρότητα και αφηγηματική μαεστρία, δηλαδή όχι με μελοδραματικούς εξαναγκασμούς και βεβιασμένα character arcs, αλλά με δραματουργικές επιλογές που διαλύουν τα ηθικοπλαστικά καλούπια.
Επιπλέον, το Sex Education καταφέρνει να μην είναι σαχλό ή σοβαροφανές, τουλάχιστον όχι περισσότερο από όσο θα ήταν οι έφηβοι ήρωές του εάν κυκλοφορούσαν ανάμεσά μας. Οι χαρακτήρες μοιάζουν αληθινοί και πολυδιάστατοι, ελεύθεροι από τους ρόλους μίας teen related τηλεοπτικής ή κινηματογραφικής παραγωγής, και μάλιστα η αρετή αυτή απλώνεται σε ένα απίστευτα ευρύ φάσμα προσωπικοτήτων, δεν εξαντλείται στους πρωταγωνιστές.
Είναι πραγματικά σπάνιο μία σειρά με τέτοιο concept να μην πέφτει θύμα της πρωτοτυπίας της∙ η πλήρης απουσία του διδακτισμού, πάντα ευπρόσδεκτη και ευκταία, εδώ είναι όρος καταλυτικής σημασίας για την ποιότητα του εγχειρήματος. Πρόκειται για δημιουργία ικανή να ανανεώσει εκ βάθρων τον τρόπο που βλέπει κανείς νεανικά δημιουργήματα, επειδή δεν απλοποιεί τα προβλήματα των εφήβων (όπως θα έκανε μία ενήλικη οπτική που αποζητά απεγνωσμένα να διατηρήσει την επαφή της με το νεανικό κοινό) αλλά ούτε τα δραματοποιεί σε βαθμό αποκοπής από την πραγματική τους υπόσταση.
Το δημιούργημα της Λόρι Ναν, αληθινός κληρονόμος του κινηματογράφου του Τζον Χιουζ όπως και το έτερο πρόσφατο διαμάντι του είδους, το Booksmart της Ολίβια Γουάιλντ, δεν ενδίδει σε κανέναν πειρασμό για να βρει το κοινό του∙ ούτε στη νοσταλγία, ούτε στην exploitative διάθεση του σεξουαλικού του περιεχομένου.
Αντίθετα, αρνείται επισταμένα να συναντήσει τις κοινοτοπίες που το απειλούν και κάνει κτήμα του δημόσιου καλλιτεχνικού διαλόγου έννοιες και συμπεριφορές που προκαλούσαν μέχρι την έλευσή του μεγάλη αμηχανία. Και το καταφέρνει δίχως να εκχυδαΐσει τα τεκταινόμενά του ή να ενστερνιστεί ακαδημαϊκό τόνο. Είναι, τελικά, μία σειρά στην οποία κάθε θεατής μπορεί να ακουμπήσει τον δικό του προβληματισμό και να νιώσει ότι ίσως και να μην είναι και τόσο αλλόκοτη η συναισθηματική του πραγματικότητα.