What's On Joker

4 Οκτωβρίου 2019 |

0

Joker

Σκηνοθεσία: Τοντ Φίλιπς

Παίζoυν: Γιοακίν Φίνιξ, Ρόμπερτ Ντε Νίρο

Διάρκεια: 122′

Ένας κλόουν χορεύει με μια διαφημιστική πινακίδα έξω από ένα μαγαζί που ετοιμάζεται να κατεβάσει ρολά. Ξαφνικά, μέρα μεσημέρι, δέχεται επίθεση από μία εφηβική συμμορία από αγόρια, τα οποία αρπάζουν την πινακίδα από τα χέρια του και τον ξυλοφορτώνουν δίχως προφανή λόγο, καταστρέφοντας την πινακίδα. Ο αιμόφυρτος διασκεδαστής σέρνεται στο έδαφος, μα στο βλέμμα του δεν υπάρχει τρομαγμένη έκπληξη ή πανικός, παρά μόνο πάγια, αδιατάρακτη οδύνη.

Αυτή η εναρκτήρια σεκάνς του Τζόκερ λειτουργεί ταυτόχρονα σαν εισαγωγή και σαν συμπύκνωση του νοηματικού πυρήνα του φιλμ. Μία καταδίκη αναγκαίας επιβίωσης σε έναν κόσμο από τον οποίο η αθωότητα εκλείπει οριστικά και όπου η βία, ως μαία της ιστορίας, καταστρέφει μέχρι και την ταυτότητα (σχηματικά, μία ταμπέλα και τίποτα άλλο) και αφήνει στη θέση της ένα δυσαναπλήρωτο κενό. Μόνο που το χάος που εγείρεται, για όσους τουλάχιστον αντικρίζουν τον κόσμο από τα τάρταρα, αρχίζει να μοιάζει πιο θελκτικό από τη στρεβλή συνεκτική πραγματικότητα.

Ο Άρθουρ Φλεκ είναι ένας μοναχικός άνδρας που εργάζεται χωρίς θαυμαστή επιτυχία ως κλόουν και αναμένει τη μέρα που θα ξεκινήσει η καριέρα του στη σκηνή του stand up comedy. Είναι νοητικά ασταθής, πάσχων ενός συνδρόμου που τον αναγκάζει να ξεσπά σε ανεξέλεγκτο γέλιο ως απάντηση σε αδόκητες συνθήκες. Ζει με τη μητέρα του, η οποία δεν δύναται να αυτοεξυπηρετηθεί ως προς βασικές της ανάγκες, μία δυσκολία που εντείνεται από την έντονη οικονομική δυσπραγία που ορίζει τις ζωές τους. Με άλλα λόγια, διάγει έναν βίο βουτηγμένο στη μιζέρια.

Η προσωπική δυστυχία του Φλεκ τελεί σε μία διεστραμμένη συμμετρία με την περιρρέουσα κοινωνική ατμόσφαιρα. Η Γκόθαμ Σίτι του Τοντ Φίλιπς είναι ένας απέραντος σκουπιδότοπος φωτογραφημένος σε αρρωστιάρικο κίτρινο και νυκτόβιο μπλε, μία αστείρευτη πηγή ακραίας κοινωνικής ανισότητας, μία πόλη ρημαγμένη και οικτρή. Δεν αποτελεί ένα μέρος γέννησης μύθων, μα ένα νεκροταφείο αυτών. Οι προύχοντές της κομπορρημονούν ασύστολα, ανακηρύσσοντας εαυτούς σωτήρες της πόλης, ενώ οι μη έχοντες μοιάζουν ηθικά νεκρωμένοι, καθηλωμένοι μπροστά σε τηλεοπτικούς δέκτες που ευαγγελίζονται μία εναλλακτική πραγματικότητα, συνηθισμένοι στη θέα της καθημερινής τους φρίκης. Ο Φλεκ είναι το απόβλητο μίας τοξικής κοινωνίας, που κρέμεται από την ελεημοσύνη ενός απρόσωπου κράτους, που του χορηγεί τα φάρμακα με τη σέσουλα. Όμως, σε μία απάνθρωπη συνθήκη που υπαγορεύεται από την ανέχεια, τέτοιου είδους πρόνοιες νομοτελειακά είναι θνησιγενείς.

Ο Φίλιπς, επιδεικνύοντας αφηγηματικό θάρρος και εμπιστευόμενος μία sui generis αισθητική, φέρνει την κάμερα σε απόσταση αναπνοής από το πρόσωπο του Γιόακιν Φίνιξ και χρησιμοποιεί μέχρι και την παραμικρή σύσπαση των μυών του. Η εικόνα του Άρθουρ γεμίζει ασφυκτικά την οθόνη, κάθε ρυτίδα και αυλακιά αποδεικνύεται πολύτιμη, σχεδόν καταλυτική, και το αποτέλεσμα είναι ένα σπάνιο tour de force, μία ερμηνεία κολοσσιαίων διαστάσεων. Από τα σπλάχνα της ξεπηδά μία προαιώνια αντίφαση, ένας τραγικός κλαυσίγελος που στοιχειώνει, μία καθημαγμένη ύπαρξη. Πρόκειται, άλλωστε, για μια προσωπογραφία λυρικών αποχρώσεων, η οποία συγκροτεί το προφίλ ενός ανθρώπου που στέκει μίλια μακριά από τις υπερηρωικές διαστάσεις της ιστορίας του και μοιάζει σάρκα από τη σάρκα της σήψης που τον περιβάλλει.

Όσο ο Φλεκ διανύει την κατάβαση προς την «τρέλα», τα γεγονότα εκφεύγουν από τον έλεγχό του και αποκτούν ένα πολιτικό περιεχόμενο αυτόνομο και πέρα από τις δικές του (ανύπαρκτες) επιδιώξεις. Ο ίδιος μετατρέπεται σε τηλεοπτικό (δηλαδή a priori πλαστό στη διαλεκτική του φιλμ) σύμβολο δίχως αφήγημα μίας εξέγερσης άνευ προτάγματος ∙ το «kill the rich» με το οποίο συντάσσεται είναι μία κραυγή οργής, μία δύναμη καταστροφής, μία τυφλή αντίδραση σε ένα σύστημα που έχει βαλτώσει. Ο Τζόκερ είναι η προσωποποίηση αυτής της αντίδρασης: μία ειρωνική νέμεση για όσους με περίσσεια αυταρέσκεια αγνοούσαν τους «από κάτω», αφήνοντας τους να αναζητούν την σπίθα που θα τους χαρίσει την νομοτελειακή έκρηξη. O γελωτοποιός, φορώντας τα καλά του και δίνοντας μία μαγική παράσταση, είναι ο άνδρας της στιγμής.

Άλλωστε, όλη η προσωπική αντίδραση του Τζόκερ μοιάζει με σόου και όχι με πηγαία αντίσταση, έκφραση κάποιου μηχανισμού αυτοσυντήρησης. Ο Φλεκ βιώνει τη φρίκη στο πετσί του, είναι απόκληρος και βαθιά μόνος, ένα πληγωμένο αρσενικό σε συνεχή απόρριψη από παντού, ευρισκόμενος σε τεράστια ανάγκη αποδοχής. Αδιαφορεί αν αυτή θα ανταποκρίνεται σε κάτι το πραγματικό ∙ άλλωστε, όλοι αυτοί που τον ειδωλοποιούν, είναι οι ίδιοι που τον κακοποιούσαν, δεν υφίστατο μόνο την ταξική-κοινωνική κακοποίηση, ήρθε ουκ ολίγες φορές αντιμέτωπος με την όψη της απανθρωπιάς σε όλο της το φάσμα, θεσμικής και μη. Είναι ένας άνθρωπος στον οποίο όλοι φέρονται σαν να ήταν σκουπίδι, μέχρις ότου βρήκε τη θέση του στον παρηκμασμένο ηθικό τους χάρτη.

Δυστυχώς, ο Φίλιπς φορτώνει τον χαρακτήρα με πολλές πτυχές του μιας “λαγνείας του αξιοθρήνητου”, όπως το οικογενειακό του παρελθόν, φέρνοντας μία μανιχαϊστική αύρα στο φιλμ. Το πλήρες backstory εξαναγκάζει τον θεατή να λυπηθεί τόσο έντονα τον Φλεκ, που αναγκαστικά θα βιώσει τη μεταμόρφωσή του σε Τζόκερ ως πράξη δικαιοσύνης, ενόψει της διαφαινόμενης εξέγερσης. Και αυτό είναι το σημαντικότερο ζήτημα, τουλάχιστον από πολιτική σκοπιά, της ταινίας: όταν η φρίκη παρουσιάζεται με τρόπο που ποδηγετεί τον θεατή, αυτός προτίθεται να συμπλεύσει με κάθε αντίβαρο, ακόμα και αν αυτό είναι αποκλειστικά ταγμένο στην καταστροφή.

«Is it just me, or is it getting crazier out there?»

Δίχως να παίρνει τη μορφή μίας ονείρωξης των καταπιεσμένων και στερημένων ακροδεξιών ομάδων, η ταινία του Φίλιπς σταδιακά μετατρέπεται από εναργές character study σε αφηρημένο αποτύπωμα μίας συλλογικής οργής που κατοικεί στο ασυνείδητο και αναδύει παράξενες οσμές. Σκαλίζει τους μύχιους φόβους του προοδευτικού πολίτη, τον εξαναγκάζει να βγει από τη θέση της αφ’ υψηλού κριτικής στα κακώς κείμενα, να δει τα λαϊκά στρώματα που κάνει ότι δεν υπάρχουν απλώς και μόνο επειδή δεν του αρέσει η αισθητική και οι εκπεφρασμένες απόψεις τους.

Είναι εκεί, λέει ο Φίλιπς, και αν δεν φροντίσει κανείς να τους ακούσει και να τους αντιμετωπίσει, η μανία τους για καταστροφή θα κερδίζει απτόητη έδαφος. Το χάος του Τζόκερ, άλλωστε, μπορεί να πάρει οποιαδήποτε μορφή, είναι βαθιά απολιτικό όπως ήταν πάντα, από καταβολής χαρακτήρα, γι’ αυτό και θα το καρπωθούν οι γρηγορούντες, εν προκειμένω αυτοί οι «πυροβολημένοι», οι γραφικοί που ολοένα και πληθαίνουν.

Είναι ένα καθαρό νέο-νουάρ αυτό το Τζόκερ -δεν δανείζεται κάποιες επιφανειακές φόρμες απλώς- και με αυτό το γαλόνι αξιώνει να αντιμετωπιστεί. Ο αντιήρωας που περιπλανιέται στην καταχνιά της πόλης είναι μία φιγούρα σκορσεζική, ενώ οι ίδιες οι κατευθύνσεις της πλοκής σηματοδοτούν μία υπόκλιση στο σινεμά του Μάρτι, κυρίως τον Ταξιτζή και το King of Comedy με το οποίο συγγενεύει σε βαθμό να αποτελεί ένα παραμορφωμένο είδωλό του ∙ η παρουσία του Ρόμπερτ ντε Νίρο επιστεγάζει τα παραπάνω. Σε ένα τέτοιο φιλμ, λοιπόν, μίας ρητορικής ενήλικης, μίας κοσμοθεωρίας καθαρά νουαρικής, είναι πρόβλημα το ότι εμφιλοχωρούν οι συμβάσεις του υπερηρωικού κομιξάδικου σινεμά.

Ο Φίλιπς ζητά από τον θεατή να παραγνωρίσει σεναριακές ευκολίες σαν να έβλεπε τις περιπέτειες ενός σούπερ ήρωα, μόνο που έχει ο ίδιος αφαιρέσει τούτο το δικαίωμα από τον εαυτό του. Μία ταινία που διαρρηγνύει τα στεγανά των υπερηρώων και της κουρασμένης αφήγησής τους, τοποθετείται συνειδητά εκτός του είδους και απαιτεί μια αυθύπαρκτη θέση στον κινηματογραφικό χάρτη οφείλει να απεμπολήσει και τις ωφέλειες που παρέχει η αφέλεια των υπερανθρώπων. Δεν πρόκειται για κάποιο παραμύθι, έστω σκοτεινό ή ενήλικο, αλλά για ένα φιλμ που ψάχνει τον υποκειμενικό ρεαλισμό της βίας και της αποξένωσης από τη πλευρά του διαλυμένου άνδρα.

Το φιλμ του Φίλιπς, πάντως, είναι πολυτιμότερο ως ψυχογράφημα παρά ως κοινωνικό αφήγημα. Γιατί μπορεί να αγγίζει μερικές σπουδαίες κορυφές που είναι αδύνατο να προσπεραστούν (το παιχνίδι με τον χρόνο, με το 1981 της αφήγησης να είναι μία παρελθοντική δυστοπία, μία προβολή του παρόντος, ή την προαναφερθείσα απαγκίστρωση από τα σύμπαντα των σούπερ ηρώων), η πραγματική του αρετή όμως είναι ο τρισδιάστατος χαρακτήρας του πρωταγωνιστή της, ο οποίος ζωντανεύει χάρη στην προσήλωση του Φίνιξ και ξεσπά σε ένα μακρόσυρτο, παράλογο, τραγικό γέλιο όταν στρέφει το βλέμμα του στη φρίκη.

Φορμαλιστικά, το Τζόκερ είναι ένα σπουδαίο έργο, μια ριζοσπαστική πράξη για τα δεδομένα του μεγάλου στουντιακού σινεμά, μοναδικό τέκνο μίας εναλλακτικής μυθολογίας στο είδος του. Ο θολωμένος πολιτικός πυρήνας στη δράση του αντιήρωα, η έλλειψη μιας εποικοδομητικής σκέψης είναι που κάνουν αυτή τη μετατροπή του μικρού ανθρώπου σε ενσάρκωση του Κακού τόσο τρομακτική, αλλά και τόσο προσιτή. Γιατί η τρομοκρατία του κλόουν είναι πρωτίστως μία χωλή απάντηση στην απανθρωπιά, και υπό αυτή την ομπρέλα μπορούν να σταθούν πάσης φύσεως φρικαλεότητες.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑