What's On Loveless

19 Οκτωβρίου 2017 |

0

Loveless

Σκηνοθεσία: Αντρέι Ζβιάγκιντσεφ

Παίζουν: Μαρίνα Σπίβακ, Αλεξέι Ρόζιν

Διάρκεια: 128′

Όπως διατρανώνει εμφατικά ο τίτλος του, το Χωρίς αγάπη, του σπουδαίου Ρώσου Αντρέι Ζβιάγκιντσεφ, φύεται κακήν κακώς σε ένα κόσμο στραγγιγμένο από οποιαδήποτε τρυφερότητα και ενσυναίσθηση. Σε ένα κόσμο άνυδρο και στείρο. Το αληθινά σπαρακτικό, όμως, στο σύμπαν του Loveless είναι ότι ανιχνεύονται, ακόμη και στα πιο σκοτεινά του σημεία, κάποιες στάλες ανάγκης. Ανάγκης για εκδήλωση συμπόνοιας, για κυοφόρηση αισθήματων, για την ανθρωπιά του να νοιάζεσαι και να μοχθείς για ένα σκοπό που σε υπερβαίνει εξ ορισμού και καθ’ ολοκληρίαν.

Οι δύο κεντρικοί ήρωες του Loveless είναι βυθισμένοι σε μία κατάσταση κινούμενης βαλτότητας. Βυθίζονται στην ψευδαίσθηση πως προχωρούν, πως εξελίσσονται, πως αφήνουν πίσω τους τα βαρίδια του παρελθόντος. Και καταλήγουν πλανεμένοι και αδαείς, με σκίαστρα σε μάτια και καρδιά. Να παλεύουν με νύχια και με δόντια να ξεφορτωθούν τη μοναδική υπενθύμιση μιας ζωής που έχουν πιστέψει ότι είναι μονάχα μια κακή ανάμνηση. Η ζωή, όμως, χωρίς αγάπη, δεν είναι μία στιγμή που περνά και χάνεται. Είναι μία στιγμή που απλώνεται στον χρόνο και τραβάει τις άκρες του κάδρου για να χωρέσουν τα πάντα μέσα.

Ο Ζβιάγκιντσεφ μπολιάζει την ταινία του με όλες τις σταθερές της ώς τώρα φιλμογραφίας του, αλλά κατορθώνει, παρά την καταχνιά και τον ζόφο του καμβά του, να ψελλίσει στιγμιότυπα σπαρακτικής κατανόησης. Οι ήρωές του διαθέτουν εκείνη τη σαγηνευτική αποστροφή που δεν σου επιτρέπει εύκολα να ξεκολλήσεις τη ματιά σου. Είναι δούλοι μιας απατηλής υπόσχεσης ευδαιμονίας, είναι προσκολλημένοι σε κάθε μικροπρέπεια που τους περιτριγυρίζει. Είναι γνήσια τέκνα ενός τόπου που μπατάρει και βουλιάζει.

Είναι δειλοί απέναντι σε κάθε επιβολή σκοταδισμού και μωρίας, είτε αυτή προέρχεται από φονταμενταλιστές της ηθικολατρίας και των τύπων είτε προέρχεται από την πνιγηρή γεροντική ζοχάδα. Είναι θωρακισμένοι πίσω από τη φιλαυτία τους, είναι φορείς της διάλυσης, της ρωγμής, της απόσχισης, του ατομικιστικού θριάμβου. Είναι σημαδούρες μίας πνευματικής terra cotta, που λατρεύει τη δεισιδαιμονική εσχατολογία, που θεωρεί ισάξια τέκνα μιας πόλης τον Πούσκιν και τον Πούτιν (εκπληκτικά απολαυστική σπόντα), που απλώνει αποβλακωμένα την αρίδα της παρακολουθώντας καταστροφή, πόνο και τρόμο, που εκτυλίσσονται σε απόσταση αναπνοής, στις οθόνες της.

Ναι, οι ήρωες του Ζβιάγκιντσεφ είναι Ρώσοι ώς το μεδούλι, αλλά όχι μόνο ως φυντάνια της σύγχρονης Ρωσίας. Είναι διαχρονικοί συνεχιστές ενός αταβισμού απόλυτης συντριβής. Η ρωσική κουλτούρα, είτε με τη μορφή της τέχνης είτε με αυτή της λαϊκής δοξασίας, είναι μία ωδή στην αμαρτωλή πτώση. Ο άνθρωπος χωλαίνει, ο άνθρωπος γκρεμίζεται, καταδικασμένος εκ προοιμίου να αμαρτάνει. Κι αν η αμαρτία του είναι αναπόδραστη, η συντετριμμένη εδάφισή του είναι ένα θαρραλέο άλμα προς τα κάτω. Το πρωταγωνιστικό ζευγάρι του Loveless έχει προς στιγμή λησμονήσει τούτη την υποχρέωση χαμήλωσης του βλέμματος. Και η εξαφάνιση του βλασταριού τους, η σχεδόν μαγική του εξάχνωση από αυτό τον κόσμο μίσους και εγωισμού είναι η καμπάνα της υπενθύμισης.

Ο Ζβιάγκιντσεφ δεν υποκύπτει ούτε μία στιγμή στον πειρασμό να εκφράσει απέχθεια για τους συναισθηματικά ακρωτηριασμένους ήρωές του. Ακόμη ακόμη, όσο κι ακούγεται παράδοξο, δεν μπαίνει καν στη διαδικασία να σιχτιρίσει μισανθρωπικά συλλήβδην τον κόσμο όπου διαδραματίζονται όλα αυτά τα ζοφερά και απεχθή συμβάντα. Σκιαγραφεί το κάθετι αποτρόπαιο, δεν χαρίζει ελαφρυντικά, αλλά (μας/τους) δείχνει πως υπάρχει και κάτι ακόμη. Για κάθε εγκαταλειμμένο κτίριο, γεμάτο ερείπια και χαλάσματα (εντελώς ταρκοφσκικά τα πλάνα που αντανακλούν τον εσωτερικό κόσμο του εξαφανισμένου παιδιού), υπάρχουν τα φωτισμένα πρόσωπα, οι φακοί και τα γυαλιστερά γιλέκα των άδολων εθελοντών. Για κάθε ανούσιο καυγά και κάθε εκνευριστική ασυνεννοησία μεταξύ του ζευγαριού, υπάρχει η στεντόρεια και διαυγής φωνή του συντονιστή διασώστη, στις εντολές της οποίας υπακούουν αναντίρρητα οι μέχρι πρότινος ξεροκέφαλοι καυγατζήδες. Για κάθε περαστικό που θα χαθεί στο σκοτάδι του πάρκου, υπάρχει ένας άλλος που θα κοντοσταθεί στη στάση του λεωφορείου, μπας και μπορεί να βοηθήσει.

Σε σχέση με το προ πενταετίας Elena, που έθιγε κι αυτό το ζήτημα του τι μέλλει γενέσθαι με τις γενιές που έπονται, ο Ζβιάγκιντσεφ αποδεικνύεται την ίδια στιγμή ερμητικά απαισιόδοξος, αλλά και υποδόρια παραχωρητικός. Αυτή τη φορά, επιφυλάσσει στον σπόρο του μέλλοντος το δικαίωμα της επιλογής, της αυτοδιάθεσης. Σε ένα τέτοιο κόσμο, το μέλλον διαλέγει να εξαφανιστεί για να διασφαλίσει την παρουσία του. Καλύτερα μια μικρή καθυστέρηση, παρά μία διαιώνιση του ερέβους.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑