Σκηνοθεσία: Μάρκ Μάιλοντ
Παίζουν: Άνια Τέιλορ-Τζόι, Ρέιφ Φάινς, Νίκολας Χουλτ, Τζον Λεγκιζάμο, Τζάνετ ΜακΤίρ
Διάρκεια: 106′
Ελληνικός τίτλος: Το Μενού
Το πλοιάριο για τον παράδεισο της υψηλής κουζίνας σαλπάρει, τα πρώτα ορντέβρ τους καλωσορίσματος είναι έτοιμα για σερβίρισμα και οι εκλεκτοί επιβάτες ανυπομονούν για το ανεπανάληπτο ταξίδι γεύσεων που χρυσοπλήρωσαν. Το μενού όμως κρύβει εκπλήξεις, όχι απαραιτήτως ευχάριστες, και οι διαθέσεις του σεφ προμηνύονται τουλάχιστον ανησυχητικές. Η βραδιά θα πάρει αναπάντεχη τροπή και οι προσδοκίες των θαμώνων θα ανατραπούν ολοσχερώς.
Το Μενού μας συστήνεται σαν ένα παιχνιδιάρικο μυστήριο της Αγκάθα Κρίστι, με το ensemble των σχηματικών χαρακτήρων του να κερδίζει αβίαστα την προσοχή μας και το κουβάρι του να περιμένει να ξετυλιχτεί, σύντομα όμως μετατρέπεται σε ένα κωμικής επίγευσης θρίλερ δωματίου. Η μετάβαση γίνεται με απόλυτη υφολογική επιτυχία, πράγμα καθόλου αυτονόητο ˙ ο Μαρκ Μάιλοντ συνδυάζει ετερόκλητα στοιχεία με θαρραλέα φαντασία, τα ενώνει σε ένα σφιχτοδεμένο σύνολο και καταφέρνει να βρει τον σωστό τόνο για την ταινία. Στήνει την ιστορία μεθοδικά και γρήγορα, με στακάτο μοντάζ και μία αίσθηση επικείμενου κινδύνου να πλανάται από το πρώτο κάδρο στον αέρα, δίχως να καθιστά τις φαρσοκωμικές νότες του έργου παράταιρες. Για την ακρίβεια, πρόκειται για μία ταινία που διαθέτει εφευρετικές αστείες καταστάσεις, πικάντικες ατάκες πυκνής κωμικής γραφής και καλό χρονισμό.
Παράλληλα, ο τηλεοπτικά πολύπειρος Βρετανός δημιουργός χειρίζεται πολύ εύστοχα και τον βασικό χώρο της ταινίας του, κάνοντας το εστιατόριο της στοιχειώδους διακόσμησης να μοιάζει πότε ασφυκτικό και πότε ευρύχωρο. Το μεγάλο του ατού όμως το βρίσκει εύλογα στον κινητήριο μοχλό της περισπούδαστης βραδιάς, έναν σπουδαίο Ρέιφ Φάινς που μετράει με ακρίβεια τις κωμικές ιδιαιτερότητες του χαρακτήρα του και τις τοποθετεί δίπλα στον τρόμο που κομίζει στην αφήγηση, με ένα μειδίαμα που φοβίζει και μία φωνή που ηρεμεί, με βλέμμα πληγωμένο και σαρκοβόρο παράλληλα. Επάξια δίπλα του η Άνια Τέιλορ Τζόι, υποδυόμενη μία γυναίκα που μοιάζει σαν το μόνο κομμάτι που δεν ταιριάζει στο παζλ που συνθέτουν οι ξιπασμένοι συνδαιτημόνες.
Ο σαρκασμός του Μάιλοντ και των σεναριογράφων Σεθ Ρις και Γουίλ Τρέισι είναι αχαλίνωτος και εκκινεί από τη φοβερά αναβαθμισμένη θέση που κατέχει η μαγειρική και η τροφή στη σύγχρονη (τηλεοπτική) κουλτούρα. Η οριστική αποσύνδεση της τροφής από τον πρωταρχικό της σκοπό δίνεται σαρδόνια μέσα από έναν υπέροχο μονόλογο του Φάινς που κάνει λόγο για «εμπειρία», χλευάζοντας την κατανάλωση φαγητού ως βιολογική ανάγκη. Ο στόχος είναι ομολογουμένως εύκολος, η εμμονή με το food culture στο σύγχρονο πολιτισμό έχει πάρει τόσο απίθανες διαστάσεις που σχεδόν ζητά να σατιριστεί, ακόμα και αν αποδειχθεί μία ακόμα εφήμερη λατρεία που θα ξεχαστεί ταχύτερα από ό,τι ανήλθε στο βάθρο της.
Ωστόσο, η αποτύπωση της καθ’ υπερβολή ψυχωτικής προσήλωσης στη διαδικασία παρασκευής και συνδυασμού των τροφών αποτελεί την πύλη μέσω της οποίας περνά η δημιουργική ομάδα προκειμένου να αποδοκιμάσει περιπαικτικά τη συνολικότερη κουλτούρα της εικόνας που βλέπει να κυριαρχεί ολοσχερώς. Είναι οι μεγαλοαστοί που αυτοδοξάζονται και εφευρίσκουν εμπειρίες εκεί που δεν υπάρχουν μήπως και σταματήσουν για λίγο να μισούν τους εαυτούς τους και οι νεόπλουτοι που θα φέρουν κάθε διαδικασία στα μέτρα τους επιβάλλοντας την άξεστη παρουσία του. Ο παγιωμένος σεξισμός της μπουρζουαζίας, η παθητική θέση του καταναλωτή/οπαδού, για ένα ζήτημα τόσο ακατάδεκτο οπαδισμού όπως το φαγητό και πολλές ακόμα θεματικές ανακατεύονται σε ένα εν τέλει ανομοιογενές μείγμα ταξικών αποχρώσεων. Η σφραγίδα του Άνταμ ΜακΚέι στην παραγωγή μάλλον εξηγεί αρκετά πράγματα.
Έτσι, παρά την απόλυτη κατασκευαστική αρτιότητά του, το Μενού αποδεικνύεται λιγότερο επιθετικό από όσο δείχνουν οι δημιουργοί του να πιστεύουν ότι είναι, καθώς τα βέλη της σάτιράς του εξαπολύονται με προχειρότητα και κάποια απλοϊκότητα στη γραφή. Ακόμα και έτσι, όμως, παραμένει μία διασκεδαστική κινηματογραφική απόδραση, στην οποία αχνοφαίνεται και μία ακόμα ανάγνωση περί της στρεβλής διαδικασίας της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Συνολικά, είναι ένα πρωτότυπο μαύρο κωμικό θρίλερ εντυπωσιακής φτιαξιάς, που διαθέτει τον κεφάτο Ρέιφ Φάινς σε έναν ρόλο που εμπλουτίζει ακόμα περισσότερο τον κατάλογο των μεγάλων ερμηνειών του.