What's On The Magnificent Seven

23 Σεπτεμβρίου 2016 |

The Magnificent Seven

Σκηνοθεσία: Αντουάν Φουκουά

Παίζουν: Ντένζελ Γουάσινγκτον, Ίθαν Χοκ, Βίνσεντ Ντ’ Ονόφριο, Κρις Πρατ

Διάρκεια: 132’

Μεταφρασμένος τίτλος: “Και οι 7 ήταν υπέροχοι”

Αυτοί λοιπόν οι 7, που ήταν και υπέροχοι, έχουν μία μακρά κινηματογραφική ιστορία, με σημείο αφετηρίας το 1954. Εκείνη τη χρονιά, ο Ακίρα Κουροσάουα, α) μετά από 148 μέρες γυρισμάτων που απλώθηκαν σε διάρκεια ενός έτους, β) έχοντας υπερβεί κατά 3 φορές το αρχικό μπάτζετ και γ) παρά τις συνεχείς διακοπές λόγω αδυναμίας εύρεσης κεφαλαίων και προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε, κατορθώνει να ολοκληρώσει τους 7 Σαμουράι.

Η χορογραφημένη βία, με τα κορμιά να πέφτουν σαν φθινοπωρινά φύλλα. Η συγκλονιστική κατάτμηση χώρου και χρόνου, η οποία επενεργεί σε κάθε επιμέρους υπό-κάδρο, αλλά και στην ευρύτερη εικόνα, την ίδια ακριβώς στιγμή. Η στιβαρότητα κι η ιεροτελεστία μίας σειράς κωδικών, συμβόλων και μυσταγωγιών που μοιάζουν να έχουν ριζώσει στη Γη από τις απαρχές του χρόνου. Η saga των σαμουράι εισχωρεί για τα καλά στη φιλμογραφία του Κουροσάουα και η ιστορία των άπορων χωρικών που προσλαμβάνουν 7 ρόνιν (έτσι αποκαλούνταν οι σαμουράι χωρίς αφέντη) για να τους προστατέψουν από τους αδίστακτους ληστές καθιερώνεται ως μία από τις πιο επιδραστικές ταινίες στην ιστορία της 7ης τέχνης.

7-samurai

Έξι χρόνια αργότερα, ο σεσημασμένος σκηνοθέτης γουέστερν Τζον Στάρτζες αποφασίζει να μεταφέρει το σκηνικό των 7 σαμουράι στην Άγρια Δύση. Η ταινία The Magnificent Seven διαθέτει ένα καστ που συγκεντρώνει ανυπολόγιστες ποσότητες σκληράδας, καθώς μεταξύ των 7 κεντρικών ηρώων φιγουράρουν τα ονόματα των Γιουλ Μπρίνερ, Τσαρλς Μπρόνσον, Στιβ ΜακΚουίν και Τζέιμς Κόμπερν. Μολαταύτα, η ταινία σημειώνει παταγώδη εισπρακτική αποτυχία στις αμερικάνικες αίθουσες, αλλά κατορθώνει να υπερκαλύψει και με το παραπάνω την αρχική χασούρα χάρη στην ανέλπιστα ενθουσιώδη πορεία της στην Ευρώπη. Το The Magnificent Seven θα διαδεχτούν το Return of the Seven (1966), το Guns of the Magnificent Seven (1969) και το The Magnificent Seven Ride (1972), με τα 3 σίκουελ να κυμαίνονται σε χλιαρά επίπεδα τόσο από εισπρακτική σκοπιά όσο και ως προς την κριτική υποδοχή.

magnificent-seven-1960

Πέρα όμως από την αυθεντική ιαπωνική ταινία και το βασικό αμερικάνικο remake, αυτή η ιστορία ηθικής πάλης, υπεράσπισης των αδυνάτων και εξύψωσης των απόκληρων έχει χρησιμεύσει ως μαγιά και πρώτη ύλη σε πάρα πολλές κινηματογραφικές παραγωγές, έστω με έμμεσο και πλάγιο τρόπο. Μία αναφορά, πάντως, που χρήζει της προσοχής μας είναι σίγουρα το Battle Beyond the Stars (1980, σε σενάριο Τζον Σέιλς και με ειδικά εφέ του Τζέιμς Κάμερον, παρακαλώ!), το οποίο μεταφέρει τη γνωστή ιστορία στο διάστημα (!) και αποτίνει φόρο τιμής στον μεγάλο Ιάπωνα σκηνοθέτη βαφτίζοντας τον πλανήτη των «χωρικών» Akir και τους κατοίκους του Akira!

Απ’ όλα τα παραπάνω, ένα είναι το βέβαιο συμπέρασμα που προκύπτει: αυτή η ιστορία γοητεύει. Ίσως γιατί καθρεφτίζει το υψηλό ιδανικό της ύστατης ευκαιρίας εξιλέωσης που δικαιούνται (ή θέλουν να δικαιούνται) όλοι. Ίσως γιατί συναρπάζει η σύγκλιση και συμπόρευση κάθε ετερόκλητης παρέας τυχοδιωκτών και καθαρμάτων, που έχουν μεν λερώσει τα χέρια τους με αίμα, αλλά διατηρούν ακέραιο και ανέπαφο έναν ολότελα προσωπικό κώδικα τιμής. Ίσως γιατί συγκινεί η ιδέα του μεγαλοπρεπούς κουράγιου μπροστά σε μία φαινομενικά χαμένη μάχη. Ίσως γιατί αυτές οι 7 χαμένες ψυχές που βολοδέρνουν σαν σκιές αποτελούν το τελευταίο χειροπιαστό σύνορο ανάμεσα σε ένα σκληρό κόσμο που πεθαίνει και σε ένα νέο, ακόμη πιο άγριο και βίαιο, που ανατέλλει απειλητικά.

the-magnificent-3

Κάπως έτσι φτάνουμε στο σήμερα και στην εκ νέου συνεργασία των Αντουάν Φουκουά, Ντένζελ Γουάσινγκτον και Ίθαν Χοκ, μετά το Training Day (2001). Η  οποία αποτυγχάνει, όχι ακριβώς με κρότο, αλλά περισσότερο με ένα αδιάφορο νεύμα του κεφαλιού και ένα (κατά βάση προβληματικό, κάθε φορά που συμβαίνει) μουρμουρητό ότι «δεν τα φτιάχνουν όπως παλιά». Θέτοντας, λοιπόν, το ζήτημα σε ένα συγκριτικό άξονα, που αναπόφευκτα θα ξεπηδούσε στη συζήτηση, το The Magnificent Seven της εποχής μας είναι καλογυαλισμένο, φωτογενές και σουλουπωμένο στις γωνίες και στις άκρες.

the-magnificent-seven-5

Είναι καλοβαλμένο, αλλά χωρίς αυθεντική αρχοντιά. Με μία κάπως παιδιάστικη ανάγκη να δηλώσει το «μήνυμά» του, για να μας διαβεβαιώσει πως διαθέτει κάτι πιο βαθύ από την αρχική επίστρωση, το οποίο μήνυμα, όμως, φτάνει στα αυτιά μας ηχογραφημένα και μηχανιστικά. Με μία φωτογραφία πέρα για πέρα τουριστική, με διαλείμματα υποτιθέμενης σκιαγράφησης χαρακτήρων που περισσότερο αποσπούν την προσοχή, με θεολογικές σφήνες που δεν εξυψώνουν αλλά μάλλον προσγειώνουν άγαρμπα.

the-magnificent-4

Με μία αίσθηση κακόγουστου φολκλόρ να διατρέχει ανά στιγμές τη ραχοκοκαλιά της ταινίας (ο ερυθρόδερμος της παρέας είναι περίπου τόσο ινδιάνος όσο ήταν Αφρικανός ο Κώστας Βουτσάς στην ταινία όπου παριστάνει τον υπηρέτη Μουσταφά). Με μία και μόνο σκηνή μονομαχίας που κλείνει ευπρόσδεκτα το μάτι στις γουέστερν διδαχές, πριν το τελικό μακελειό της προκάτ έντασης. Με μονάχα 2-3 σκόρπιες στιχομυθίες που διαθέτουν good old American wit. Εν τέλει, αυτό το remake δεν ήταν απλώς αχρείαστο όπως είθισται να λέγεται (φυσικά, ήταν και αυτό, ασυζητητί). Ήταν κατά βάθος και λίγο στενάχωρο.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑