L’avenir

Σκηνοθεσία: Μία Χάνσεν-Λοβ

Παίζουν: Ιζαμπέλ Ιπέρ, Αντρέ Μαρκόν

Διάρκεια: 101’

Μεταφρασμένος τίτλος: «Το μέλλον»

Το μέλλον εκκινεί ως μία έννοια ασχημάτιστη και θολή. Με άπειρες δυνατότητες, με ξέχειλες προοπτικές. Με μία έμφυτη αίσθηση ονειροπόλησης και φαντασίωσης. Με πλήρη αδυναμία οπτικοποίησης και ορισμού των συντεταγμένων. Με τον ίλιγγο του αγνώστου και της προσμονής. Έπειτα, ξεκινά να παίρνει μία πιο συμπαγή μορφή, να συγκεκριμενοποιείται. Να διαπλέκεται εντονότερα με το παρόν. Να γίνεται αντιληπτό ως το επόμενο σκαλοπάτι μίας ορατής σκάλας και όχι ως μία φιλόξενη μαύρη τρύπα. Με επιμέρους και σαφή στοχοθεσία, με την αγωνία για τα άμεσα μελλούμενα να τρυπώνει από διάφορες ρωγμές.

Μέχρι τη στιγμή που το μέλλον αρχίζει να μοιάζει με περπάτημα προς τα εμπρός, με το κεφάλι στριμμένο προς τα πίσω. Με τη μάχη ενάντια στο αντιθετικό δίπολο της νοσταλγίας και της μετάνοιας να μαίνεται. Με το πάνω μέρος της κλεψύδρας να έχει πολύ λιγότερους κόκκους από το κάτω. Σε εκείνο το σημείο, κάθε διαγραφή ενός παρελθοντικού κομματιού μοιάζει με ξεριζωμό του λιγοστού μέλλοντος που απομένει. Διαγράφοντας ένα ακανόνιστο κύκλο, το μέλλον ξαναγίνεται μία άμορφη ξεθωριασμένη μάζα. Μόνο που αυτή τη φορά, η μαύρη τρύπα είναι σαφώς λιγότερη φιλόξενη.

lavenir-2

Όλα τα παραπάνω συνοψίζουν, ως ένα βαθμό, την άβολη κατάσταση στην οποία έχει βρεθεί η Ναταλί, η οποία βλέπει, λίγο μετά τα 50 της χρόνια, όλους τους καταστατικούς πυλώνες της ζωής της να τρεκλίζουν και να καταρρέουν ο ένας πίσω από τον άλλο. Αρχικά, η ιδιότητά της ως συζύγου και συντρόφου. Ένας γάμος που δείχνει να έχει καταλαγιάσει στα απάνεμα νερά της ανοχής, της συνεννόησης και του γλυκού συμβιβασμού, ξαφνικά και αναπάντεχα διαλύεται. Όλοι οι συνεκτικοί δεσμοί που η Ναταλί θεωρούσε απροσπέλαστους, έχουν καταλυθεί. Η γνώση, η φιλομάθεια, τα διαβάσματα, η αισθητική, η επικοινωνία, απεδείχθησαν ράσα που δεν κάνουν εν τέλει τον παπά. Τα νιάτα και η ομορφιά μίας νεαρής αντίζηλου ήρθαν σαν αθόρυβος ανεμοστρόβιλος που διέλυσε τα πάντα χωρίς καν να υπάρξει κρότος.

lavenir-6

Στον ίδιο χορό της αποσύνθεσης θα μπουν μονομιάς κι όλα τα υπόλοιπα στοιχεία ταυτότητας της Ναταλί. Η αξία και η υπόστασή της ως πνευματικού ανθρώπου και συγγραφέα, όταν ο εκδοτικός της οίκος αποφασίσει να μην επανεκδώσει το βιβλίο της, θεωρώντας το ολίγον παρωχημένο και ξεπερασμένο. Η μόνιμη έγνοια και γκρίνια για την άρρωστη καταθλιπτική της μητέρα, η οποία αναπολεί διάφορα -υπαρκτά ή μη- περασμένα μεγαλεία. Οι ιδέες της που λογίζονται συντηρητικές και φοβισμένες από τις νέες παρέες στις οποίες ελπίζει να εισχωρήσει. Το μητρικό της κύρος, το οποίο μοιάζει φθαρμένο και υπονομεύεται ασυναίσθητα και υποδόρια.

lavenir-5

Η 35χρονη σκηνοθέτις Μία Χάνσεν-Λοβ, σε μία συνετή επιλογή, αποδραματοποιεί συνθήκες και περιστάσεις που κυοφορούν μέσα τους δραματικές διαστάσεις και εντάσεις. Δίνει έμφαση και προσοχή σε αδιόρατες στιγμές λύπης, εκνευρισμού, απογοήτευσης, αναστοχασμού και αμφιβολίας. Δεν καταφεύγει σε συναισθηματικές κορώνες και εξάρσεις, δεν θα επιβάλει την αναγκαιότητας μίας ξεκάθαρης λύσης, μίας ικανοποιητικής εξήγησης για τα όσα στραβά κι ανάποδα έχουν συμβεί στη ζωή της ηρωίδας της. Θα συνεχίσει να την (παρ)ακολουθεί από απόσταση εγγύτητας και ενδιαφέροντος, θα συνεχίσει να καδράρει τη θλίψη και την ψυχραιμία της απέναντι στη χιονοστιβάδα που την έχει καταπλακώσει.

Και πράττει όλα τα παραπάνω, έχοντας στη φαρέτρα της την Ιζαμπέλ Ιπέρ, η οποία αποδίδει με κάθε ανεπαίσθητο πετάρισμα του φρυδιού και ξεφύσημα και νεύμα τόσο τη σύγχυση των ραγδαίων αλλαγών όσο και το ανασκούμπωμα μπροστά στα νέα δεδομένα. Η Ιπέρ μεταδίδει αυτή την κρυστάλλινη ψυχρή οικειοποίηση, σαν μαχαίρι που κόβει άγρια και αλείφει ανακουφιστικά, σε ένα ρόλο στον οποίο όχι απλώς κουμπώνει ιδανικά, αλλά μοιάζει να έχει γραφτεί αποκλειστικά για λογαριασμό της.

lavenir

Η Χάνσεν-Λοβ έχει, λοιπόν, πολλά επιμέρους θέλγητρα για να χτίσει ένα τρομερά γοητευτικό σύνολο. Το οποίο, όμως, ατονεί και χάνει τη δυναμική του, εξαιτίας ενός διάχυτου εστετισμού. Ενός -τυπικά γαλλικού- διανοουμενισμού, που αγγίζει τα όρια της ιδεοληπτικής εμμονής και πριονίζει αργά και σταθερά τον –εύστοχα- αποδραματοποιημένο άξονα, επί του οποίου έχει απλωθεί η ιστορία μας. Η Χάνσεν-Λοβ, κόρη πανεπιστημιακών καθηγητών φιλοσοφίας, πασπαλίζει την ταινία της με επιτηδευμένη γαρνιτούρα και την εμποδίζει να φανεί όσο ανθρώπινη υποτίθεται ότι είναι, όσο αυθεντική οφείλει να φανεί.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑