Σκηνοθεσία: Daniel Ragussis
Με τους: Daniel Radcliffe, Toni Collette, Sam Trammell, Tracy Letts
Διάρκεια:
Η αλήθεια είναι πως, αν αναλογιστούμε τις διαστάσεις που έχει πάρει το πρόβλημα, δεν έχουν γυριστεί πολλές ταινίες με θέμα τον νεοναζισμό. Μερικές ταινίες μπορώ μόνο να φέρω στη μνήμη μου. Αρχικά, το Romper Stomper (1992) του Geoffrey Wright, με τον Russell Crowe να υποδύεται τον Hando, αρχηγό μιας συμμορίας νεοναζί, που επιτίθεται σε Βιετναμέζους μετανάστες στη Μελβούρνη της Αυστραλίας. Κατόπιν, το American History X (1998) του Tony Kaye, με τον Edward Norton να υποδύεται τον Derek, έναν νεοναζί με φοβερή ρητορική, διαβασμένο και με επιχειρήματα, που μπαίνει φυλακή για την αναίτια και αποκρουστική δολοφονία ενός αφροαμερικάνου στο Λος Άντζελες. Και ύστερα είναι η ταινία The Believer (2001) του Henry Bean, με τον Ryan Gosling στο ρόλο ενός νεοναζί, του Danny, βαθιά αντισημίτη, ο οποίος στην πραγματικότητα ήταν Εβραίος. Είναι και η μοναδική από τις τρεις παραπάνω ταινίες, που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα.
Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο (όπως φαίνεται, ελληνικής καταγωγής –δεν βρήκαμε κανένα επιπλέον στοιχείο στο διαδίκτυο) Daniel Ragussis, μετά από δύο μικρού μήκους που έχει γυρίσει στο παρελθόν. Το σενάριο της ταινίας βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα έτσι όπως τα βίωσε ο πράκτορας του FBI Michael German, ο οποίος βοήθησε στη συγγραφή του σεναρίου. Ο Νέιτ είναι ένας νεαρός πράκτορας του FBI. Είναι μοναχικός, φιλόδοξος, λατρεύει την κλασική μουσική και είναι απόλυτα αφοσιωμένος στη δουλειά του. Στη διάρκεια μιας αποτυχημένης επιχείρησης ξεσκεπάσματος ενός θύλακα του ISIS στις ΗΠΑ, ο τρόπος που χειρίζεται έναν ύποπτο ελκύει το ενδιαφέρον της ανώτερής του στην ιεραρχία, ονόματι Άντζελα.
Ο Νέιτ είναι απογοητευμένος και έτοιμος να τα παρατήσει, η Άντζελα, όμως, τον πείθει πως είναι ο καταλληλότερος πράκτορας για μια μυστική αποστολή. Όταν, λοιπόν, άγνωστοι κλέβουν μια μεγάλη ποσότητα επικίνδυνης χημικής ουσίας, η Άντζελα αναθέτει στον Νέιτ να εισχωρήσει σε μία εξτρεμιστική ρατσιστική οργάνωση, που θεωρείται ο βασικός ύποπτος για την ληστεία. Ο Νέιτ κατορθώνει να κερδίσει την εμπιστοσύνη του αρχηγού της ομάδας αλλά ταυτόχρονα αναγκάζεται να εκτελέσει σκληρές πράξεις, που έρχονται ενάντια στις πεποιθήσεις του. Θα καταφέρει να ξεσκεπάσει την οργάνωση; Να μάθει πώς σκοπεύουν να χρησιμοποιήσουν την επικίνδυνη χημική ουσία; Ή μήπως κινδυνεύει να αποκαλυφθεί η πραγματική του ταυτότητα, με πιθανή στοχοποίηση της ίδιας του της ζωής;
Είναι πολλά πράγματα που κάνει σωστά αυτή η ταινία αλλά είναι άλλα τόσα που… δεν τα κάνει και τόσο σωστά. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της είναι πως δείχνει τη διαφορετική διαστρωμάτωση και τις πολλές τάσεις που υποβόσκουν στους κόλπους της άκρας δεξιάς. Ήτοι, δεν είναι μόνο η αριστερά που είναι διαιρεμένη σε 800 κομμάτια. Το ίδιο ισχύει και για την άκρα δεξιά. Όπου συνυπάρχουν: σκίνχεντς, νεαροί άνδρες, αγράμματοι κατά βάση, θυματοποιημένοι, που ψάχνουν να βρουν τις αιτίες για τις οποίες είναι φτωχοί και χωρίς στον ήλιο μοίρα και παίρνουν απαντήσεις από τη ρητορική που λέει πως για όλα φταίνε οι Εβραίοι και οι μετανάστες.
Πούροι νεοναζί, νοσταλγοί του Χίτλερ, με αναφορές μέχρι και στην… Αγία Γραφή, στην προσπάθεια να δημιουργήσουν θεωρητικό επίπεδο. Κλασικοί ρατσιστές, απόγονοι της Κου Κλουξ Κλαν, οπαδοί της ανωτερότητας της Άριας Φυλής. Mediaκες περσόνες, που κηρύττουν μίσος (από ραδιοφώνου στην περίπτωση της ταινίας) και το κάνουν για να… βγάλουν εύκολα χρήματα! Και καθωσπρέπει, μορφωμένοι άνθρωποι, οικογενειάρχες που ποτίζουν με δηλητήριο τις σκέψεις των παιδιών τους και είναι αποφασισμένοι να αλλάξουν το status quo των πραγμάτων, οπαδοί της «λογικής» πως πολιτισμό μπορούν να παράξουν μόνον οι WASP, λευκοί έτοιμοι να πεθάνουν για την ιδέα.
Πέρα όμως από αυτήν την ενδιαφέρουσα παρουσίαση της διαστρωμάτωσης, ο Ragussis δεν προχωράει παραπέρα. Απλώς κινηματογραφεί την ταινία του με τους κώδικες ενός αστυνομικού θρίλερ με «undercover agent», όπου οι κακοί τυγχάνει να είναι νεοναζί! Καμία εμβάθυνση για τις αιτίες που δημιουργούν στην ανησυχητική έξαρση του νεοναζισμού και του ρατσισμού παγκοσμίως. Από εκεί και πέρα, ο θεατής που παρακολουθεί την ταινία ουσιαστικά βλέπει την προσπάθεια του μυστικού πράκτορα που υποδύεται ο Radcliffe, για να μην προδωθεί η πραγματική του ταυτότητα. Το πώς κρύβει το λάπτοπ του όταν τον επισκέπτονται στο διαμέρισμά του οι σκίνχεντς νέοι «φίλοι» του. Το πώς προσπαθεί να σταματήσει μια ρατσιστική επίθεση σε ένα ζευγάρι ενός αφροαμερικάνου και μιας λευκής. Το πώς κινητοποιεί την εξυπνάδα του για να πείσει έναν ακροδεξιό καθοδηγητή ότι δεν είναι «καρφί».
Ο Daniel Radcliffe δεν είναι κακός στον πρωταγωνιστικό ρόλο: κουρεμένος ως σκίνχεντ πείθει, καθότι «φεύγει» η παιδικότητά του (ακούρευτος φαντάζει σχεδόν αστείος). Η Toni Collette είναι για πρώτη φορά τόσο χαλαρή και τόσο καλή σε έναν ρόλο –αυτόν της προϊσταμένης του μυστικού πράκτορα. Εκείνος, όμως, που κλέβει την παράσταση είναι ο Sam Trammell. Ο καλλιεργημένος «με μουσική και πιάνο» άνθρωπος, ο έξυπνος, ο έχων θεωρητικό υπόβαθρο, που είναι πραγματική απειλή για την κοινωνία, καθώς επιχειρηματολογεί για το μίσος του. Αξίζει να δείτε την ταινία, η οποία, όμως, θα θέλαμε να ήταν κάπως πιο τολμηρή. Και καταγγελτική. Έστω κι έτσι, όμως, ξύνοντας απλώς την επιφάνεια, έχει ενδιαφέρον, καθώς δείχνει πως οι άνθρωποι «που περνάνε γριές απέναντι», κρύβουν μέσα τους μίσος, που δεν είναι ταξικό: είναι μίσος εναντίον τωνάλλων ανθρώπων, που απλώς δεν μοιάζουν με τους ίδιους.
* Αναδημοσίευση από MoviesLtd