Σκηνοθεσία: Τόμας Βίντερμπεργκ
Παίζουν: Ούλριχ Τόμσεν, Τρίνε Ντίρχολμ
Διάρκεια: 111’
Μεταφρασμένος τίτλος: «Το κοινόβιο»
Ο Δανός Τόμας Βίντερμπεργκ επιστρέφει στα πάτρια εδάφη μετά το περσινό διάλειμμα του Far From the Madding Crowd (η τέταρτη κινηματογραφική μεταφορά του διάσημου μυθιστορήματος του Τόμας Χάρντι), βουτώντας τόσο στο βιωματικό όσο και στο καλλιτεχνικό του παρελθόν. Το Κοινόβιο, πέρα από κινηματογραφική διασκευή του δικού του ομότιτλου θεατρικού έργου, συνιστά ένα τρόπον τινά προσωπικό ημερολόγιο καταγραφής παιδικών αναμνήσεων.
Ο Βίντερμπεργκ είχε βιώσει ως πιτσιρικάς την εμπειρία της κοινοβιακής συνύπαρξης, στην οποία συχνά-πυκνά αναφέρεται, σε λεγόμενά του, ως μία «ατελείωτη καθημερινή περιπέτεια». Πράγματι, ο Βίντερμπεργκ φτιάχνει μία ταινία διάχυτη από μία αίσθηση ακαθόριστης οικειότητας. Από μία ματιά ειλικρινούς συμπονετικότητας απέναντι σε μία εποχή που όσο περισσότερο διαλαλούσε ότι ήρθε για να μείνει τόσο πιο εφήμερη κατέληγε να μοιάζει.
Βρισκόμαστε στην παραδοσιακά ελευθεριακή Κοπεγχάγη, στις αρχές της -ακόμη πιο ελευθεριακής- δεκαετίας του ’70. Αρχικοί πρωταγωνιστές μας τα μέλη μία τριμελούς και καθόλα τακτοποιημένης οικογένειας: ο καθηγητής πανεπιστημίου Έρικ, η παρουσιάστρια τηλεοπτικού δελτίου ειδήσεων Άννα και η έφηβη κόρη τους Φρέγια. Ο Έρικ και η Άννα είναι ευπαρουσίαστοι, είναι καλοστεκούμενοι, είναι καλαίσθητοι, είναι σκεπτόμενοι, είναι άνθρωποι της εποχής τους.
Κι όταν ο Έρικ κληρονομήσει ένα ιδιαίτερα ευρύχωρο σπίτι, μία τολμηρή ιδέα θα σφηνωθεί στο μυαλό της συζύγου του. Η ιδέα αυτή εκφράζεται ως αυθορμητισμός της στιγμής, αλλά περισσότερο συνιστά μία φωναχτή παραδοχή καταπίεσης. Μία ομολογία αναζήτησης μίας ένεσης περιπέτειας που θα ανανεώσει ένα οικογενειακό βίο που βαδίζει πλέον σε υπερβολικά nuclear family μονοπάτια.
Ένα κοινόβιο γεννιέται, ένα γνήσιο τέκνο μιας εποχής πειραματισμών, γευσιγνωσίας απελευθέρωσης, πικρών ψευδαισθήσεων και μαζικώς μεταδιδόμενης αισιοδοξίας. Ο Βίντερμπεργκ (που έχει στο σεναριακό πλευρό του τον σταθερά στιβαρό Τομπίας Λίντχολμ) κινηματογραφεί τη στιγμή αυτή της γέννησης με ειλικρινή αγάπη, με φανερά νοσταλγική διάθεση, με ένα μακρινό χαμόγελο αποδοχής.
Αυτό που λείπει, όμως, κατά παράδοξο ίσως τρόπο, είναι το αυθεντικό κέφι, ο αυθορμητισμός που θα ήταν ικανός να μας παρασύρει. Το Κοινόβιο, ακριβώς στο σημείο όπου έχουμε ανάγκη από ένα παραμυθένιο χείμαρρο, μοιάζει μαγκωμένο και άτολμο. Μπλεγμένο σε αυτή την τόσο συνηθισμένη δίνη της εγγύτητας που καταλήγει να δημιουργεί απόσταση.
Ο Βίντερμπεργκ δείχνει να εγκλωβίζεται αφενός από την ιερότητα της ανάμνησης, αφετέρου από την υπερβολική επιμέλεια προκειμένου να αποφευχθεί οποιαδήποτε εξιδανίκευση. Και καταλήγει να επιπλέει σε όμορφα αλλά τελείως ρηχά νερά, χωρίς να ρίχνεται σε καμία από τις δύο λεωφόρους που ξανοίγονται μπροστά του. Από τη μια, αδυνατεί να μας καθηλώσει και να μεταδώσει το ντελίριο μίας ιστορίας που παραήταν όμορφη για να είναι αληθινή. Μίας ιστορίας που παραήταν ονειρεμένη για να διαρκέσει παραπάνω από λίγες στιγμές που θα φάνταζαν ολόκληρη αιωνιότητα, όπως ακριβώς συμβαίνει δηλαδή στα όνειρα.
Από την άλλη, δεν αποτολμά να φανεί αληθινά σπαρακτικός και μελανός, αποφεύγοντας να διεισδύσει στα σκοτάδια των τσακισμένων προσδοκιών. Στο σοκ του επώδυνου ξυπνήματος, της βίαιης σύγκρουσης με την κοινωνική συνθήκη που αποκαλείται ζωή. Το Κοινόβιο, στη φούρια του να φανεί δίκαιο απέναντι σε κάθε πλευρά, δεν κατρακυλά σε καμία από τις δύο απότομες (και πολλά υποσχόμενες) πλαγιές. Και δίνει την εντύπωση μίας αυτόπτης μαρτυρίας που έχει καλλωπιστεί και ρετουσαριστεί για να αποτελέσει αντικείμενο κάποιας κατάθεσης που απαγορεύεται να διολισθήσει στο υπερβολικό συναίσθημα.
Όπως τείνει να επιβεβαιώνεται με ανησυχητική συχνότητα στη ζωή, όλα τα όμορφα κάποτε τελειώνουν. Και συνήθως τελειώνουν με κρότο του απότομου, έχοντας κρύψει επιμελώς την ημερομηνία λήξης, δίνοντας την εντύπωση του ατελείωτου. Οι πληγωμένοι, σαν τα άγρια θηρία, θα αποσυρθούν για γλείψουν τις πληγές τους. Και η εξουσία θα εξακολουθήσει να ασκείται ακόμη και σε καταστάσεις φαινομενικής ισοτιμίας. Ίσως γιατί μαζί με τους ίσους, θα υπάρχουν πάντα και οι πρώτοι μεταξύ ίσων.