Σκηνοθεσία: Ρόμαν Πολάνσκι
Παίζουν: Ζαν Ντιζαρντέν, Λουί Γκαρέλ, Εμανουέλ Σενιέ, Μελβίλ Πουπό, Ματιέ Αμαλρίκ
Διάρκεια: 132′
Ελληνικός τίτλος: “Κατηγορώ”
Η υπόθεση Ντρέιφους που είχε συγκλονίσει τη γαλλική κοινή γνώμη στα τέλη του 19ου αιώνα έχει απασχολήσει δεκάδες δημιουργούς, από τον σύγχρονό της Εμίλ Ζολά και το μνημειώδες «Κατηγορώ» που συνέγραψε έως τον δικό μας Ντίνο Κατσουρίδη (Είμαι Αθώος, 1960). Ήρθε λοιπόν η σειρά του Ρομάν Πολάνσκι να αφηγηθεί την ιστορία (η λέξη εδώ έχει διττή σημασία) εκκινώντας από το πρόσφατο έργο μυθοπλασίας An Officer and a Spy του Ρόμπερτ Χάρις, με τη βοήθεια του ίδιου του συγγραφέα, πιάνοντας το νήμα από τη σκοπιά του αξιωματικού Πικάρ, που έπαιξε αρχικά έναν επουσιώδη ακούσιο ρόλο στη δικαστική πλάνη και έπειτα αφιέρωσε τη ζωή του στην αποκάλυψη της αλήθειας.
Ο Αλφρέντ Ντρέιφους είναι ένας Εβραίος αξιωματικός του γαλλικού στρατού που κατηγορείται άδικα για κατασκοπεία προς όφελος των Γερμανών και καταδικάζεται με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας και με συνοπτικές διαδικασίες σε καθαίρεση από το Σώμα και εξορία στο θλιβερό νησί του Διαβόλου. Με το σκάνδαλο της κατασκοπείας να έχει συμμαζευτεί πρόχειρα και την ηγεσία του γαλλικού στρατού να καμώνεται ότι έπραξε αποτελεσματικά και τάχιστα, η κατάσταση θα θεωρούνταν λήξασα αν δεν έφταναν πληροφορίες στον Ζωρζ Πικάρ, νέο προϊστάμενο του τμήματος πληροφοριών, που αναφέρουν ότι ο κατάσκοπος εξακολουθεί να δρα ανενόχλητος. Ο Πικάρ αποφασίζει να σκαλίσει την υπόθεση έως ότου βρεθεί μία λύση και η επιμονή του τον φέρνει αντιμέτωπο με υψηλά ιστάμενα κεφάλια του στρατού που προσπαθούν να τον κάνουν να σιγήσει και να αφήσει την υπόθεση Ντρέιφους στην ησυχία της.
Ξεκινώντας με την απίθανης ακρίβειας και κιουμπρικικής αύρας σεκάνς της απαγγελίας της ποινής του Ντρέιφους, ο Πολάνσκι παίρνει την Ιστορία και την κάνει ιστορία της ταινίας του: πολλά χρόνια έχει να υπάρξει ένα τόσο στιβαρό ιστορικό δράμα στις αίθουσες. Το Κατηγορώ διαθέτει όλες τις χάρες που θα μπορούσε να του προσδώσει η μπαρουτοκαπνισμένη ιδιοφυΐα που το υπογράφει: υπομονή στην αφήγηση, αψεγάδιαστη (ψηφιακή) φωτογραφία, ακαδημαϊκό τόνο που δεν φορτώνει με τεχνάσματα την εικόνα, άριστη αναπαράσταση εποχής και ασίγαστο παλμό (μολονότι προς το τέλος ο ιστορικός χρόνος υφίσταται μία σύντμηση χάριν της περιορισμένης διάρκειας του φιλμ, η αλήθεια είναι ότι η πλοκή σήκωνε άνετα άλλη μισή ώρα).
Το ύφος που προκύπτει είναι άρτιο με όλη τη σημασία της λέξης: δεν παιχνιδίζει με ιερά και όσια, ειρωνεύεται εκεί που πρέπει (Πολάνσκι είναι άλλωστε) και επενδύει στην πραγματική του δύναμη: το αιώνιο της αφηγούμενης ιστορίας και τον μονίμως άσβεστο αντισημιτισμό της γηραιάς ηπείρου. Μία τραγική δικαστική πλάνη, μία υπόθεση αντίστασης σε άνωθεν πιέσεις, μία θεώρηση των θεσμών σε ουσιαστική και όχι τυπική βάση (θεματοφύλακες της ισονομίας), προετοιμάζουν για αυτό που βρίσκεται στο κέντρο αυτού του αψεγάδιαστου τεχνικά δράματος: έναν ήρωας με γιγαντιαία αίσθηση καθήκοντος που προκύπτει φυσικά από τα εσώψυχά του.
Πράγματι, ο Πικάρ του Πολάνσκι δεν είναι ένας χαρακτήρας που εμπορεύεται ηθική ανωτερότητα. Μπορεί κανείς να του προσάψει διάφορα, είναι ρατσιστής και νάρκισσος, πιθανότατα ανυποχώρητα εγωιστής, κανένα από τα παραπάνω όμως δεν τον κάνει ανίκανο στη δουλειά του και πρόθυμο να λυγίσει. Είναι οπλισμένος με κολοσσιαία αίσθηση καθήκοντος και είναι αυτό που κάνει την ταινία (στην πραγματικότητα την Ιστορία της) άχρονη: εξουσία θα υπάρχει πάντα και δεν την πολεμούν οι καλοί, αλλά όσοι μπορούν να σηκώσουν πεισματάρικο κεφάλι, με όλα τους τα πάθη παρόντα.
Αν κανείς αναρωτιέται πού να βρει τον Πολάνσκι μέσα σε αυτό το φιλμ κλασικής φόρμας και κλινικής αφηγηματικής δεξιότητας, φυσικά ο Γαλλοπολωνός έχει φυλάξει την απάντησή του για φινάλε. Άλλωστε, νότες ταύτισης δημιουργού-ήρωα ακούγονται σε πολλά σημεία, είναι νάρκισσος ο 85χρονος και δεν το έκρυψε ποτέ ∙ δεν τις ανιχνεύει κανείς πάντως στον Ντρέιφους, που είναι ούτως ή άλλως περιορισμένη παρουσία, αλλά στον Πικάρ. Σε κάθε περίπτωση, ουδέποτε εκπίπτει η ταινία χάριν μίας υποτιθέμενης (αν)απολογητικής διάθεσης, παραμένει ακλόνητα προσηλωμένη στην ιστορική της βάση.
Με μπροστάρη τον Ζαν Ντιζαρντέν ο οποίος δίνει επιτέλους μια ερμηνεία μεγάλων αξιώσεων ενσαρκώνοντας έναν χαρακτήρα που είναι πιο απαιτητικά γραμμένος από ό,τι θα μπορούσε κανείς να υποθέσει, ο Πολάνσκι επισκέπτεται μία ιστορία που του ταιριάζει και φροντίζει να την εμπιστευθεί δίχως περιστροφές. Λειτουργώντας λιγότερο ως προβοκάτορας απ’ όσο πάει να του χρεώσει η διεθνής κινηματογραφική κοινότητα, ο πολύπειρος δημιουργός παραδίδει ένα έργο σφριγηλό που υπενθυμίζει (αντιπαραβαλλόμενο με άλλα ιστορικά δράματα) πόσο δύσκολο είναι στην πραγματικότητα να φτιάξει κανείς μία άρτια ταινία, μα και πόσο εύκολο μοιάζει τούτο το έργο για σκηνοθέτες σαν και αυτόν.