Allied

Σκηνοθεσία: Ρόμπερτ Ζεμέκις

Παίζουν: Μπραντ Πιτ, Μαριόν Κοτιγιάρ

Διάρκεια: 124’

Ο Ρόμπερτ Ζεμέκις συγκαταλέγεται σε εκείνη την κατηγορία των σκηνοθετών που διέθεταν το άγγιγμα του Μίδα για μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο, καθώς μετέτρεπε σε χρυσάφι ό,τι περνούσε από τα χέρια του. Με πρώτα του σημαντικά εμπορικά γαλόνια την τριλογία Επιστροφή στο μέλλον (1985,1989, 1990) και το απολαυστικό Ποιος παγίδεψε τον Ρότζερ Ράμπιτ; (1988), ο Ζεμέκις έμελλε να αγγίξει το ζενίθ της δημοφιλίας του στα μέσα της δεκαετίας του ΄90. Το Forrest Gump (1994) έσπασε τα ταμεία και σάρωσε τα βραβεία, κερδίζοντας έξι οσκαρικά αγαλματίδια, μεταξύ των οποίων αυτά της Καλύτερης Ταινίας, Καλύτερης Σκηνοθεσίας και Α΄ Ανδρικού Ρόλου για τον Τομ Χανκς.

Έξι χρόνια αργότερα, ο Ναυαγός σηματοδότησε το φινάλε μίας περιόδου μεγάλης ακμής και την αυγή μίας δεκαπενταετίας πιο χαμηλών τόνων. Το ομολογουμένως οπτικά εκθαμβωτικό περσινό The Walk (που αφηγείται την απίθανη ιστορία του λατρεμένα θεοπάλαβου Γάλλου ισορροπιστή Φιλίπ Πετί) λειτούργησε ως δυναμικό come back για ένα σκηνοθέτη που υπήρξε συνεπέστατος διασκεδαστής και ντελικάτος eye-pleaser, σε ολόκληρη τη σκηνοθετική του διαδρομή.

zemeckis

Το Allied μας προσδιορίζει ευθύς αμέσως το πότε και το πού της ιστορίας του. Βρισκόμαστε στη μαροκινή Καζαμπλάνκα, το έτος 1942. Επιλογές διόλου τυχαίες, καθώς ο Ζεμέκις αποτίνει ένα ανεστραμμένο φόρο τιμής στη θρυλική Καζαμπλάνκα του Μάικλ Κέρτιζ, που είχε γυριστεί ακριβώς εκείνη τη χρονιά. Από τη μια, ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και η Ίνγκριντ Μπέργκμαν θα έχουν για πάντα το Παρίσι και θα ζήσουν μία αδιέξοδη και τραγική αναλαμπή πάθους, σε έναν έρωτα που θα σβήσει για πάντα, κάτω από το βάρος του χρόνου και των συνθηκών.

Από την άλλη, ο Μπραντ Πιτ και η Μαριόν Κοτιγιάρ θα έχουν για πάντα την Καζαμπλάνκα, θα ζήσουν κι αυτοί έναν (περίπου 100 φορές λιγότερο κομψό, στιλάτο και στιβαρό) έρωτα καταδικασμένο να πεθάνει εν καιρώ πολέμου, ενώ το Παρίσι θα είναι η πρώτη νύξη ψέματος. Μία κατασκευασμένη ανάμνηση που θα δράσει ως πλατφόρμα για ξεδιπλωθούν τόσο τα αληθινά αισθήματά όσο και τα μυστικά που τους δένουν-χωρίζουν. Όσο γοητευτική και να είναι πάντως η ιδέα ενός τέτοιου σινεφίλ φόρου τιμής, όσο και ο Ζεμέκις να αποδεικνύει εμπράκτως και ειλικρινά ότι λατρεύει το καθετί από το παλιό καλό Χόλιγουντ, το Allied διαθέτει μεν πολλά λούσα, αλλά σχεδόν τίποτα από την ψυχή της Καζαμπλάνκα.

casablanca

Από τους διαλόγους που μοιάζουν με ηχογραφημένο μάθημα κανονικών διαλόγων ώς την πλήρη έλλειψη χιούμορ και αυθεντικής φινέτσας. Από τη φορτική επιμέλεια στον διάκοσμο ώς τη χτυπητή αμέλεια σε μικρές δομικές λεπτομέρειες που βγάζουν μάτι (ξεκαρδιστικό πχ το ότι η Μαριόν αγωνιά για το αν θα φανεί αρκετά παριζιάνικη η προφορά του Μπραντ, τη στιγμή που τα γαλλικά του είναι περίπου το ίδιο καλά με τα ιταλικά του στο Inglourious Basterds). Από την πλήρη απουσία οποιασδήποτε διαστρωμάτωσης των χαρακτήρων, των διλημμάτων και των συγκρούσεων ώς την εκνευριστικά απαθή, στα όρια της αποχαύνωσης, ερμηνεία του Μπραντ Πιτ. Σε όλα τα παραπάνω, θα μπορούσε ίσως κάποιος να αντιτάξει το εντυπωσιακής ομορφιάς αισθητικό σκέλος (ιδίως του πρώτου κομματιού της ταινίας, αυτού που εκτυλίσσεται σε undercover ρυθμούς στην Καζαμπλάνκα).

allied-4

Πράγματι, τα τουίντ κουστούμια του Πιτ και τα μεταξένια φορέματα της Κοτιγιάρ μοιάζουν να έχουν ξεπηδήσει από χρονομηχανή. Οι σέπιες αποχρώσεις του σούρουπου στην Καζαμπλάνκα. Οι χρυσαφένιοι τόνοι της αραβικής ερήμου. Οι γκρίζοι φωτισμοί του βροχερού Λονδίνου. Όλα τα παραπάνω είναι σαν πίνακες που απλώνονται στο πανί. Τα πάντα είναι τρομερά όμορφα. Υπέρ το δέον όμορφα. Αχρείαστα όμορφα. Το Allied καταλήγει να αποπνέει μία μουσειακή αίσθηση, θαρρείς και ποζάρει σαν καλοστημένο έκθεμα σε μία φροντισμένη έκθεση αναπαράστασης εποχής. Και δείχνει πέρα για πέρα ψεύτικο, όντας λουσμένο με μία φωτογένεια που προκαλεί δύσπνοια. Αποστερημένο από το ατού της αμεσότητας και του αυθόρμητου μαγικού touch, προσπαθεί να κατασκευάσει τη μαγεία του, αλλά χρειάζεται κάτι περισσότερο από ένα υπέροχο ντεκόρ στον καμβά.

ALLIED

Η μετάβαση από τη μυστηριακή Καζαμπλάνκα στο εμπόλεμο και βομβαρδισμένο Λονδίνο πυροδοτεί την έκρηξη των αμφιβολιών, των διφορούμενων και των ψυχολογικών δοκιμασιών. Με κάθε νέα πτυχή που αποκαλύπτεται να τονίζει ακόμη περισσότερο την έλλειψη ρυθμού και συνοχής. Το δράμα των δύο ηρώων (της ηρωίδας κυρίως, γιατί ο Μπραντ Πιτ εξακολουθεί να περιφέρεται σαν να βρίσκεται σε ιατρική καταστολή) είναι απόμακρο, ξένο, σχεδόν ενοχλητικό.

Σε πλήρη αντίθεση με το ολοζώντανο (καίτοι, προφανώς κατασκευασμένο σύμφωνα με τους κανόνες της εποχής) μαράζι των πρωταγωνιστών της αυθεντικής Καζαμπλάνκα, το ερωτευμένο ζευγάρι του Allied μας αφήνει κάθε στιγμή ολοένα και πιο αδιάφορους. Κι έχοντας αποξενωθεί πλήρως, όσο βαδίζουμε προς το φινάλε, κατά βάθος δεν μας ενδιαφέρει ούτε η τελική κατάληξη.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑