70ο Φεστιβάλ Καννών: οι Τοντ Χέινς και Κορνέλ Μουντρουτσό παίρνουν τη σκυτάλη!

Ας ξεκινήσουμε με κάτι που λησμόνησα να αναφέρω στην πρώτη ανταπόκριση. Το φεστιβάλ των Καννών, όπως κι εκείνο του Βερολίνου, είναι από τα ελάχιστα φεστιβάλ του κόσμου που έχουν το ίδιο οπτικό σήμα πριν την έναρξη των ταινιών, εδώ και εκατομμύρια χρόνια! Στις Κάννες, λοιπόν, υπάρχει το υπέροχο εκείνο σήμα, όπου ο θεατής παρακολουθεί μια σκάλα να ανεβαίνει σταδιακά από τον πάτο της θάλασσας και να φτάνει στα αστέρια, λίγο πριν εμφανιστεί το σήμα του Χρυσού Φοίνικα. Ε, λοιπόν, φέτος είχαμε μια μικρή παραλλαγή: στο πάχος κάθε σκαλιού εμφανίζεται το όνομα ενός σπουδαίου σκηνοθέτη! Στην κορυφή της σκάλας είναι ο Orson Welles. Τιμητικότατη θέση έχει κι ένας σκηνοθέτης που έχει πολιτικογραφηθεί ως Έλληνας: ο Jules Dassin. Και στο τέλος εμφανίζεται κι ένα «70» για να μας θυμίσει τα πόσα κλείνει το φεστιβάλ.

Με τα… αστέρια τα «βάζει» ο Todd Haynes στη νέα του ταινία Wonderstruck, που διεκδικεί τον Χρυσό Φοίνικα συμμετέχοντας στο διαγωνιστικό τμήμα, όπως είχε κάνει και πριν δύο χρόνια με το Carol, για το οποίο είχε τιμηθεί με το βραβείο γυναικείας ερμηνείας (έστω κι εξ ημισείας) η Rooney Mara. Όπως κι ο Zvyagintsev, έτσι κι αυτός ο sui generis Αμερικάνος σκηνοθέτης έχει γυρίσει λίγες ταινίες σε σχέση με τα χρόνια που είναι ενεργός κινηματογραφικά. Αυτή είναι μόλις η 7η μεγάλου μήκους ταινία του, για να καταλάβετε. Και το σενάριό της υπογράφεται από τον Brian Selznick, ο οποίος βασίστηκε στο δικό του ομώνυμο βιβλίο, του 2011. Ένα βιβλίο με μπόλικο κείμενο αλλά και πολλές σελίδες κόμικ χωρίς λόγια. Να θυμίσουμε ότι ο Selznick είχε γράψει και το The Invention of Hugo Cabret, το 2008, το οποίο έγινε ταινία με την υπογραφή του Martin Scorsese και τίτλο Hugo σκέτο, το 2011.

Ιούνιος 1977. Ο 12χρονος Μπεν ζει με τον αδελφό του και τη θεία του λίγα μίλια μακριά από το σπίτι του, που βρίσκεται στο Gunflint Lake της Μινεσότας. Η μητέρα του, που ήταν βιβλιοθηκάριος, σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Και τον πατέρα του δεν τον γνώρισε ποτέ –κι ας ρωτούσε συνέχεια τη μητέρα του για την ταυτότητά του. Στη διάρκεια μιας καταιγίδας, κατά την οποία ο Μπεν μιλάει στο τηλέφωνο, ένας κεραυνός θα πέσει στο σπίτι, το ρεύμα θα περάσει από την τηλεφωνική γραμμή και ο Μπεν θα ξυπνήσει στο νοσοκομείο όντας (προσωρινά;) κουφός. Έχοντας βρει όμως έναν σελιδοδείκτη σε ένα παλιό βιβλίο της μητέρας του, όπου γράφει «Με αγάπη, Ντάνι», αποφασίζει να το σκάσει, να πάει στη Νέα Υόρκη και να ψάξει για το βιβλιοπωλείο απ’ όπου είναι ο σελιδοδείκτης, με την ελπίδα να βρει τον πατέρα του…

Οκτώβριος 1927. Η πιτσιρίκα Ρόουζ είναι κωφάλαλη. Το σκάει από το σπίτι της στο Νιου Τζέρσεϊ και πηγαίνει στη Νέα Υόρκη, στο Μπρόντγουεϊ, για να συναντήσει το είδωλό της, τη μεγάλη αστέρα του θεάτρου και του κινηματογράφου, την Λίλιαν Μέιχιου. Η Λίλιαν είναι, πέρα όλων των άλλων, η μητέρα της! Οι γονείς της Ρόουζ είναι χωρισμένοι. Και η υποδοχή που επιφυλάσσει η Λίλιαν στην Ρόουζ δεν είναι αυτή που περιμένει. Το ξανασκάει για να βρει τον αδελφό της, τον Γουόλτερ. Ο οποίος τυγχάνει να έχει ένα βιβλιοπωλείο. Ποια η σχέση του Μπεν με τη Ρόουζ;

Αν το Hugo ήταν μια ερωτική επιστολή στον κινηματογράφο γενικότερα τούτη η ταινία είναι μια ερωτική επιστολή στον βωβό κινηματογράφο ειδικότερα. Ιδίως οι σκηνές με τη Ρόουζ όταν είναι πιτσιρίκα, γυρισμένες σε ασπρόμαυρο, είναι μια κανονική ταινία βωβού κινηματογράφου! Αυτό που προσπαθεί να πετύχει ο Haynes είναι μεγαλεπήβολο. Να είναι Scorsese και Spielberg μαζί, με ολίγη από… Kaufman (του Συνεκδοχή, Νέα Υόρκη). Είναι φορές που σε ταινίες τα επιμέρους συστατικά δεν πιάνουν υψηλές επιδόσεις, στο σύνολο όμως κολλάνε και δίνουν αριστουργήματα. Όπως ποδοσφαιρικές ομάδες, με όχι καλούς παίκτες, που όμως είναι πραγματικές ομάδες, έχουν ομαδικό πνεύμα, πνεύμα νικητή. Και υπάρχει και η… αντίθετη περίπτωση: η ομάδα να έχει πρωτοκλασάτους παίκτες αλλά το σύνολο να μην πείθει. Εδώ, ο Haynes προδόθηκε από τις φιλοδοξίες του και το μέγεθός τους.

Επιμέρους, τα πράγματα είναι μέχρι και συναρπαστικά! Κι ας είναι δομημένα από όχι ακριβώς πρωτότυπα υλικά. Θέλω να πω, μια χαρά ταιριάζει ο Όσκαρ Ουάιλντ και το γνωστότερο τσιτάτο του «είμαστε όλοι μέσα στο βούρκο, αλλά μερικοί από εμάς κοιτάζουμε τ’ αστέρια» στην ταινία. Μια χαρά και το Space Oddity του David Bowie – επαναλαμβανόμενο: έτσι νιώθει ο Μπεν, πως ο μπαμπάς του είναι διαστημάνθρωπος! Έξοχες οι ηχητικές σφήνες από το Also sprach Zarathustra του Strauss, που θα είναι αιωνίως συνυφασμένες με την Οδύσσεια του διαστήματος. Γενικά, η ηχητική μπάντα είναι άψογη και το βασικό score του, εκ των μονίμων συνεργατών του Haynes, Carter Burwell, είναι απίθανο και μιλάει κατευθείαν στην καρδιά. Γενικά, η μουσική παίζει πολύ μεγάλο ρόλο: είπαμε, έχουμε να κάνουμε με κάτι σαν βωβό κινηματογράφο. Σκηνογραφία (άψογη αναπαράσταση της Νέας Υόρκης των 20’s και των 70’s), διεύθυνση φωτογραφίας, μοντάζ, όλα χτυπάμε κορυφή.

Λείπει όμως το γαμημένο συναίσθημα. Λείπει εκείνο το υλικό που θα απογειώσει την ταινία. Λείπει εκείνο που θα την φτάσει στα αστέρια. Τρομερή η ιστορία με τους λύκους, απίθανης λεπτομέρειας η μακέτα της Νέας Υόρκης σε ένα μουσείο, αναφορές για τη σημασία των μουσείων, αναφορές για τη σημασία της φιλίας, too much. Συναρπαστική ταινία που πονάει περισσότερο η μη επίτευξη του στόχου της, καθώς χάνει αυτό που επιθυμεί πιο πολύ: να συγκινήσει τον θεατή. H ηθοποιός – φετίχ του Haynes, η Julianne Moore (έχουν συνεργαστεί στις τέσσερις από τις επτά ταινίες του) διαθέτει έναν υποστηρικτικό ρόλο: οι πραγματικοί πρωταγωνιστές είναι οι δύο πιτσιρικάδες. Αλλά, ρε παιδιά, πόσο μακρινή φαίνεται η εποχή του Safe, ε; Εκείνο, μάλιστα, ένα αριστούργημα και λίγα λέω! Πάμε γι’ άλλα!

Η ταινία Jupiter holdja (Jupiter’s Moon) είναι, επίσης, η 7η για τον Ούγγρο Kornél Mundruczó, ο οποίος όμως είναι 14 χρόνια μικρότερος από τον Haynes και γύρισε την πρώτη του μεγάλου μήκους 9 χρόνια αφότου γύρισε την αντίστοιχη δική του ο Αμερικάνος συνάδελφός του. Συχνός φιλοξενούμενος στις Κάννες, επιστρέφει, στο διαγωνιστικό τμήμα αυτή τη φορά, μετά το 2014, οπότε και τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερης ταινίας στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα», για το εξαιρετικό Λευκός Θεός. Ο 42χρονος σκηνοθέτης αγαπάει επίσης την αλληγορία, όπως και ο Zvyagintsev, φλερτάροντας με τον σουρεαλισμό. Και μας δίνει άλλη μια ταινία με την οποία παθαίνεις πλάκα!

Ο Άριαν είναι ένας νεαρός Σύριος από την πόλη Χομς, η οποία σπαράζεται από την εμφύλια διαμάχη. Μαζί με τον πατέρα του και άλλους «λαθρομετανάστες» προσπαθεί να βρει καλύτερη ζωή στην Ευρώπη. Καθώς όμως περνάνε τα σύνορα από τη Σερβία στην Ουγγαρία, γίνονται αντιληπτοί από περίπολο. Ο αρχηγός του τοπικού καταυλισμού και σκληρός διώκτης των μεταναστών εντοπίζει τον Άριαν, που έχει καταφέρει να μην πνιγεί στο ποτάμι, και τον πυροβολεί τρεις φορές, στο κορμί, θεωρώντας ότι τον έχει σκοτώσει. Ο Άριαν, όμως, για κάποιον μυστήριο λόγο, όχι απλώς δεν πεθαίνει, αλλά αποκτά επιπλέον την ικανότητα να αψηφά τους νόμους της βαρύτητας και να αιωρείται. Ψάχνοντας τον πατέρα του, πηγαίνει στον καταυλισμό, όπου ο δρόμος του συναντιέται με εκείνον του γιατρού Στερν. Ο Στερν είναι ένας κυνικός και σε δυσμένεια γιατρός, που από τη στιγμή που σκότωσε εξ αμελείας έναν νεαρό αθλητή ασθενή, βγάζει τα προς το ζην ως γιατρός στον καταυλισμό. Βλέποντας τι μπορεί να κάνει ο Άριαν καταλαβαίνει πως μπροστά του έχει κάτι υπερβατικό, κάτι που ξεπερνάει την ανθρώπινη λογική. Και αποφασίζει να το εκμεταλλευτεί για να βγάλει χρήματα! Ποια θα είναι η κατάληξη αυτής της παράξενης σχέσης, ιδίως από τη στιγμή που εκείνος που πυροβόλησε τον Άριαν προσπαθεί μανιωδώς να τον συλλάβει;

Η αρχή και το φινάλε τούτης της ταινίας παίζουν τεράστιο ρόλο στην κατανόηση των όσων βλέπουμε ενδιαμέσως. Στην αρχή, μια σειρά από μεσότιτλους μας πληροφορούν πως το μεγαλύτερο φεγγάρι του πλανήτη Δία ενδέχεται, κάτω από την παγωμένη επιφάνειά του, να κρύβει αλμυρό νερό. Άρα, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να υποστηρίξει την ύπαρξη ζωής. Όλως τυχαίως (;), αυτός ο δορυφόρος ονομάζεται… Ευρώπη! Και στο φινάλε, έχουμε την παραλλαγή του παιχνιδιού που παίζαμε πιτσιρίκια, του κρυφτού, όπου ο ένας «τα φυλούσε» και μετρούσε «5, 10, 15, 20… φτου και βγαίνω». Ε, στα αγγλικά το πράγμα είναι πιο συμβολικό: «ready or not, here I come», λέει το προσφυγόπουλο. Οπότε, αρχικά, το μυαλό και η ψυχή του καλλιτέχνη βρίσκονται στη σωστή θέση.

Είναι, λοιπόν, αυτή μια ταινία για τους μετανάστες; Σίγουρα ναι, αλλά εντελώς διαφορετική από οτιδήποτε ανάλογο νομίζετε πως έχετε δει! Γιατί παράλληλα είναι μια χριστιανική παραβολή (στα βήματα σχεδόν του Black Out του Καραμαγγιώλη, κι ας μην το αποδέχτηκε ποτέ αυτό!): η ταινία θα μπορούσε να λέγεται και «Θαύμα στη Βουδαπέστη», κατά το Θαύμα στο Μιλάνο του τιτανομέγιστου Vittorio De Sica. Βέβαια, ο De Sica, πέρα από φοβερός τζογαδόρος, ήταν και κομμουνιστής. Ο Mundruczó διαπνέεται από έναν χριστιανικό ουμανισμό. Η κριτική του απέναντι στη χώρα του και τους συμπατριώτες του είναι σκληρή και δεν χαρίζει κάστανα. Και ο διεφθαρμένος γιατρός σιγά σιγά βρίσκει το δρόμο του, τις αξίες του, τον… θεό. Εδώ, κάπου ο σκηνοθέτης φαίνεται να χάνει τον έλεγχο. Η πυξίδα του μοιάζει απομαγνητισμένη. Για ποιον λόγο ήρθε ο Άριαν, ο γιος ενός ξυλουργού (;) στην Ευρώπη; Για να τη σώσει; Για να την καταστρέψει; Για να αναγκάσει επιτέλους τους ανθρώπους να κοιτάξουν ψηλά (στον Θεό), εκείνους τους ανθρώπους που κοιτάνε κάτω σκυθρωποί ή μόνο οριζόντια, στις πάσης φύσεως οθόνες τους; Τίποτα από όλα αυτά κι όλα αυτά μαζί;


Υπάρχουν και σημεία του διαλόγου που ακούγονται κάπως… cheesy, που θα έλεγαν και οι Αμερικάνοι, όπως το «δεν μπορείς να γιατρέψεις μια κοινωνία που είναι πληγωμένη στην ψυχή της». Εκεί, πάντως, που δίνει ρέστα ο Ούγγρος σκηνοθέτης είναι στην εικόνα. Κάθε σκηνή αιώρησης συγκλονίζει πραγματικά και απορείς πώς την έχει γυρίσει – ιδίως εκείνη στο σπίτι του ρατσιστή αρρώστου, όπου έχουμε και αλλαγή στο χωρόχρονο! Αλλά και η σκηνή του κυνηγητού με αυτοκίνητα στο κέντρο της Βουδαπέστης είναι επίσης καταπληκτική! Μπορεί να αποτελέσει από μόνη της λόγο για να δουν την ταινία άνθρωποι που πηγαίνουν σινεμά μόνο για ταινίες τύπου Fast and Furious. Απίθανη ταινία, οπτικά συναρπαστική, που «πάσχει» από έναν απίστευτο μαξιμαλισμό. Μερικές φορές, πάντως, αυτή δεν είναι και η χειρότερη «αρρώστια» που μπορείς να προσάψεις σε μια ταινία…




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑