Σκηνοθεσία: Μάικλ Άπτεντ
Παίζουν: Νούμι Ραπάς, Ορλάντο Μπλουμ, Τζον Μάλκοβιτς, Τόνι Κολέτ, Μάικλ Ντάγκλας
Διάρκεια: 98′
Το Unlocked είναι μια ταινία χειρότερη από ο, τι φαίνεται. Εκ πρώτης όψεως, μοιάζει να διαθέτει κάποια θέλγητρα. Λαμπερό καστ, female lead σ’ ένα βαθιά ανδροκρατούμενο είδος και τη σκηνοθετική υπογραφή μιας παλαιάς καραβάνας του σινεμά, του βρετανού Μάικλ Άπτεντ. Επιπλέον, το τετριμμένο της πλοκής του δεν αποτελεί ικανό λόγο για να κρατήσει κάποιον μακριά από τη θέασή του, καθώς ο μαθημένος στη δράση και την ψευδοκατασκοπεία δυτικός θεατής συχνά αντλεί ικανοποίηση από καλογυρισμένα συνομωσιολογικά θρίλερ.
Για την ιστορία, εδώ παρακολουθούμε μια πράκτορα της CIA που αισθάνεται υπεύθυνη για τη μη αποτροπή ενός τρομοκρατικού χτυπήματος στο Παρίσι και έχει απομακρυνθεί οικειοθελώς από την υπηρεσία. Κάποια στιγμή, υπό την απειλή ενός βιολογικού (!) τρομοκρατικού χτυπήματος, η σκληροτράχηλη ηρωίδα αναλαμβάνει δράση και αποφασίζει να ξετυλίξει το νήμα κάθε πιθανής και απίθανης συνομωσίας προκειμένου να σώσει τον κόσμο.
Πρόκειται για ένα ανέμπνευστο κακέκτυπο Bourne movie, περίπου όπως και τα τελευταία Bourne movies. Στην ταινία κυριαρχεί μια πλήρως παρωχημένη και ορκισμένα επιφανειακή espionage ατμόσφαιρα που διανθίζεται από συνεχείς πλην προφανείς για τους μυημένους ανατροπές. Η πολιτική προέκταση λάμπει δια της απουσίας της, όπως και κάθε πιθανότητα συγκίνησης του θεατή. Οι σκηνές δράσεις, που θα μπορούσαν έστω να σώσουν τα προσχήματα, χαρακτηρίζονται από την έλλειψη φαντασίας που διέπει και το υπόλοιπο φιλμ. Οι τρύπες δε της ιστορίας κάνουν την ταινία να μοιάζει με ελβετικό τυρί.
Οποιοδήποτε ενδιαφέρον πάει να γεννηθεί ματαιώνεται βάναυσα εν τη γενέσει του. Θαρρεί κανείς πως ο δημιουργός κατέβαλε ιδιαίτερη προσπάθεια ώστε το τελικό αποτέλεσμα να είναι τόσο επίπεδο και γεμάτο προχειρότητες. Το στοιχείο «πράκτωρ εναντίον υπηρεσίας» δίνει έναν ακόμα εντονότερο τόνο ξαναζεσταμένου φαγητού στο φιλμ, καθώς ουδέποτε αναπτύσσεται και μόνο περιπλέκεται άσκοπα στην πορεία προς μια αδιανόητα προβλέψιμη λύση. Μέσα σε αυτό το βούρκο μετριότητας και δυστυχώς βυθίζεται και το ερμηνευτικό σύνολο, με προεξάρχουσα την Σουηδή πρωταγωνίστρια Νούμι Ραπάς που παραδίδει μια μπερδεμένη, εσωτερικά ασυνεπή ερμηνεία. Η αγγλόφωνη καριέρα της μέχρι στιγμής θα έλεγε κανείς πως δεν ανταποκρίνεται στους όρους με τους οποίους κατέφτασε από τη γενέτειρα της. Ως προς τους υπόλοιπους, ρεσιτάλ διεκπεραιωτικών και διαδικαστικών ερμηνειών.
Δεδομένου ότι τα γυρίσματα ολοκληρώθηκαν τον Ιανουάριο του 2015 – στο σημείο αυτό να σημειωθεί ότι πάνω από το γραφείο του αρχηγού της CIA δεσπόζει η φωτογραφία του Μπαράκ Ομπάμα–, είναι απορίας άξιο πώς αυτό το υποπροϊόν βρήκε τελικά το δρόμο προς τις σκοτεινές αίθουσες. Θα ταίριαζε σίγουρα καλύτερα σε πιο μικρή οθόνη. Ίσως αυτό να λειτουργεί και σαν θλιβερή υπενθύμιση του εδάφους που χάνει ο κινηματογράφος εν στενή εννοία σε σχέση με την τηλεόραση. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η άκομψη προσπάθεια εκμετάλλευσης της new age τρομολαγνείας πέφτει θριαμβευτικά στο κενό.