Jaws (1975)

Σκηνοθεσία: Στίβεν Σπίλμπεργκ

Παίζουν: Ρόι Σάιντερ, Ρίτσαρντ Ντρέιφους, Ρόμπερτ Σο

Διάρκεια: 124′

Έτος παραγωγής: 1975

Όταν ο Στίβεν Σπίλμπεργκ δέχτηκε την πρόταση να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το best seller του Πίτερ Μπέντσλι έθεσε έναν και μόνο όρο: ο καρχαρίας δεν θα πρέπει να εμφανιστεί στην οθόνη τουλάχιστον για τα πρώτα 50-60 λεπτά της ταινίας και γενικότερα η παρουσία του θα πρέπει να περιοριστεί στο ελάχιστο δυνατό. Kι η επιθυμία του έγινε -ευτυχώς- πραγματικότητα. Το κήτος (που βρίσκεται στο δικό του φυσικό περιβάλλον, ας μην ξεχνάμε) λειτουργεί ως καθρέφτης για τους υπόγειους ανθρώπινους φόβους, το κτήνος που κρύβουμε όλοι μέσα μας, την αέναη μάχη ανάμεσα στα πρωτόγονα ένστικτα και την πολιτισμένη βιτρίνα, τα συλλογικά τραύματα που είναι θαμμένα σε έναν απρόσιτο βυθό. Και ο Σπίλμπεργκ, ένας αληθινός μάστορας του storytelling, αντιλαμβάνεται πως μια συνεχής και υποδόρια απειλή, η οποία υπονοείται αδιάκοπα, εκπέμπει έναν τρόμο πολύ βαθύτερο από ένα φονικό τέρας που εμφανίζεται φόρα παρτίδα από την πρώτη στιγμή.

Υπομονετικά και μεθοδικά, η ταινία χτίζει μια ένταση που σχεδόν παρακαλάει να βρει κορύφωση, ακόμη και αν αυτή συνεπάγεται την απόλυτη φρίκη. Αντικείμενα που επιπλέουν λες και τα κρατάει στην επιφάνεια μια αόρατη σατανική δύναμη. Άνθρωποι που βυθίζονται ξαφνικά στην άβυσσο, προλαβαίνοντας να βγάλουν μια στριγκλιά έκπληξης. Το υποβλητικό μουσικό θέμα του Τζον Γουίλιαμς, ο οποίος χρειάζεται δύο μόνο νότες για να ανεβάσει τους παλμούς. Ανατριχιαστικές φωτογραφίες και αποτρόπαια ευρήματα στον πάτο της θάλασσας, που αποδεικνύουν πως εκεί έξω καιροφυλακτεί μια αρχέγονη και αδάμαστη δύναμη. Ατάκες που έμειναν στην ιστορία, όπως το αξέχαστο, όπως το “You‘ll need a much bigger boat” του σερίφη Ρόι Σάιντερ στον κυνηγό καρχαριών Ρόμπερτ Σο. Πάνω απ’ όλα, ίσως, η απόλυτη στιγμή θριάμβου για τον Σπίλμπεργκ: η στιγμή όπου ο καρχαρίας αποκτά τo δικό του βλέμμα (άρα και υπόσταση, αν όχι και συνείδηση), μέσα από ένα υποβρύχιο POV κυνήγι του επόμενου θύματος.

Τα Σαγόνια του Καρχαρία δάγκωσαν τις αμερικάνικες αίθουσες τον Ιούνιο του 1975, κατέκτησαν τον τίτλο της πιο κερδοφόρας ταινίας στη μέχρι τότε ιστορία του κινηματογράφου (ρεκόρ που άντεξε δύο χρόνια, μέχρι την έξοδο του Star Wars στις αίθουσες) κι άλλαξαν μια για πάντα τον μαρκετίστικο προσανατολισμό της χολιγουντιανής βιομηχανίας, καθώς ήταν η πρώτη φορά που το καλοκαίρι και οι blockbuster επιτυχίες βάδισαν στο ίδιο μονοπάτι. To Jaws, πέρα από την υποδειγματική αίσθηση ρυθμού και την αδρεναλίνη που εκλύει, χρωστάει μεγάλο κομμάτι από τη διαχρονική του γοητεία στις πολλαπλές του αλληγορίες, που γίνονται εξαρχής φανερές.

Διόλου τυχαία, η δράση εκκινεί το σαββατοκύριακο της 4ης Ιουλίoυ, μια σημαδιακή ημερομηνία, στην επέτειο της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας, σε ένα επινοημένο θέρετρο με το σαρκαστικό όνομα “Amity” (κάτι ανάμεσα σε «φιλία» και «ομόνοια» στα ελληνικά). Από την πρώτη κιόλας στιγμή, γίνεται αντιληπτό πως τα αληθινά θύματα της φονικής μανίας είναι τα πατροπαράδοτα σύμβολα και οι συνεκτικοί μύθοι της αμερικανικής ιστορίας. Το θέρετρο, λοιπόν, πλημμυρίζει από ορδές παραθεριστών της middle-class Αμερικής (που απεικονίζονται με περιπαικτική διάθεση) και παραμένει εγκληματικά ανοιχτό από τον (φραγκό)φονιά δήμαρχο που βάζει τα τουριστικά οφέλη πάνω από τις ανθρώπινες ζωές. Η Αμερικανική Ανεξαρτησία, αυτή τη χρονιά, θα γιορταστεί με φόβο, παράνοια, πανικό, ακρωτηριασμένη μέλη και θάνατο.

Σαν υδάτινο γουέστερν που εκτυλίσσεται στις ανοιχτωσιές του ωκεανού και όχι της Άγριας Δύσης, το Jaws βρίσκει την κορύφωσή του σε ένα (α λα Φαρ Ουέστ) ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Ένας σερίφης που τρέμει το νερό αλλά τολμά να βουτήξει στα βαθιά (ο ηρωισμός πλέον ταυτίζεται με την παραδοχή και την υπέρβαση του φόβου), ένας ωκεανογράφος που αποτυπώνει τον σεβασμό απέναντι στη φύση και στην ιστορία, παρέα με έναν shark hunter που αποκτά διαστάσεις σχεδόν μυθολογικές, σε ολοφάνερη αναλογία με τον Κάπτεν Έιχαμπ του Μόμπι Ντικ, θα έρθουν αντιμέτωποι με ένα προαιώνιο κακό.

Όπως μας αποκαλύπτεται λίγο αργότερα, ο θηρευτής καρχαριών είναι επιζών του αμερικάνικου καταδρομικού USS-Indianapolis, άρα και δέσμιος μιας μοίρας τραγικής. Η σκοτεινή ιστορία που συνοδεύει το συγκεκριμένο πλοίο ξεδιπλώνεται σε δύο κεφάλαια. Αρχικά, τον Ιούλιο του 1945, το USS-Indianapolis είχε μεταφέρει το φονικότερο όπλο στην ιστορία της ανθρωπότητας, την ατομική βόμβα Little Boy που σκόρπισε τον όλεθρο έναν μήνα αργότερα στη Χιροσίμα, σε μια αμερικανική βάση στον δυτικό Ειρηνικό Ωκεανό. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της αποστολής του, το USS-Indianapolis βυθίστηκε από τους Ιάπωνες και τα περισσότερα μέλη του πληρώματος βρήκαν άγριο θάνατο, κατακρεουργημένοι από τους καρχαρίες της περιοχής. Με άλλα λόγια, η υπερδύναμη αναμετράται με το σκοτεινό της παρελθόν, τις ανομολόγητες ενοχές, τους σκελετούς στην ντουλάπα της. Στην πραγματικότητα, ο άνθρωπος βρίσκεται αντιμέτωπος με το πιο ύπουλο τέρας: τον ίδιο του τον εαυτό. Ορισμένες ταινίες φτάνουν ακόμη μακρύτερα και από τον δικό τους θρύλο. Το Jaws είναι σίγουρα μία από αυτές.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑