Σκηνοθεσία: Ασημίνα Προέδρου
Παίζουν: Στάθης Σταμουλακάτος, Λένα Ουζουνίδου, Ευγενία Λάβδα, Πασχάλης Τσαρούχας
Διάρκεια, 119′
Βόρεια Ελλάδα, 2015. Σε ένα χωριό της Δοϊράνης ένας μεσήλικας ψαράς δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα, με τα χρέη να τον ζώνουν ασφυκτικά. Προκειμένου να σηκώσει κεφάλι, ανοίγει παρτίδες με τον κουνιάδο του, τοπικό μεγαλοπαράγοντα που δραστηριοποιείται στην παράνομη διακίνηση μεταναστών. Οι επιλογές του θα έχουν απροσδόκητες συνέπειες τόσο στην οικογένειά του όσο και στη ζωή του χωριού.
Η Ασημίνα Προέδρου, στο μεγάλου μήκους ντεμπούτο της, διαχειρίζεται με υπομονή και θάρρος τις ποικίλες θεματικές που αγγίζει η ταινία της. Οι άξονες του φιλμικού κειμένου είναι πολλοί, ωστόσο συνδέονται μεταξύ τους συνεκτικά: η ομερτά της τοπικής κοινωνίας, η διαφθορά μικρότερης και μεγαλύτερης κλίμακας, ο Λόγος Κυρίου που προωθεί ύπουλα το μίσος, ο ρατσισμός που δεν διατυμπανίζεται αλλά, ίσως ακόμα πιο απάνθρωπα, είναι εμπεδωμένος σε θεσμούς και ανθρώπους, και μία κοινότητα που έχει μάθει ότι κάποιες ζωές είναι φθηνότερες από άλλες.
Η πολυμέρεια με την οποία η Προέδρου προσεγγίζει την αφήγηση της πλοκής τής επιτρέπει να συνθέσει μία ατμόσφαιρα στην οποία μπορείς να κόψεις τη βαριά σιωπή με το μαχαίρι. Μεταξύ των κατοίκων του χωριού λέγονται πάντοτε λιγότερα από όσα εννοούνται και τα σπασμωδικά ξεσπάσματά τους τίθενται πάντα εντός του χαρακτηρολογικού πλαισίου. Στη μικρή τους κοινωνία οι μετανάστες είναι απολύτως ανεπιθύμητοι, εκτός εάν μπορούν να πληρώσουν το βαρύ τίμημα της μεταφοράς τους με μία βάρκα που μυρίζει θάνατο. Η σεκάνς του δυστυχήματος, όπου ο κεντρικός χαρακτήρας προβάλλει σαν απρόθυμος ψυχοπομπός στο σκοτάδι της λίμνης, είναι σπαρακτική και πέρα για πέρα ενδεικτική.
Τα κεντρικά γεγονότα εξετάζονται από τρεις διαφορετικές σκοπιές, με τρόπο που συναισθηματικά παραπέμπει στην ευαισθησία του The Place Beyond the Pines παρά σε μία αυστηρότερη Ρασομόν αφήγηση. Βέβαια, δεν μπορεί να γίνει λόγος για την ταινία χωρίς μνεία στην καινοτομία της αφηγηματικής της ανάπτυξης. Οι Θημωνιές είναι βγαλμένες από τις λαμπρές σελίδες της επιμελημένης ευθύτητας του βαλκανικού σινεμά, ένα έργο όπου η φόρμα και η δύναμη των όσων περικλείει συνέχονται άρρηκτα.
Η πατριαρχική καταπίεση εξετάζεται πολυδιάστατα και δεν απεικονίζεται -σχεδόν μεταφυσικά όπως συμβαίνει συχνά- ως μια εγκαθιδρυμένη μορφή παραγωγής δυστυχίας στην ελληνική περιφέρεια. Αντίστοιχα, η παντοκυριαρχία της θεοφοβούμενης προσήλωσης σε όσα μισάνθρωπα εκστομίζει ο παπάς, που οδηγεί την τραγική ηρωίδα να ζητάει συγχώρεση για την ανθρωπιά της. Στην πραγματικότητα, τίποτα στην ταινία δεν παρατίθεται μονόπλευρα. Οι χαρακτήρες αποτυγχάνουν να επικοινωνήσουν, ο μουντός τόπος που μοιράζονται τους καταπίνει, τελούν σε οριακή κατάσταση βουβής απόγνωσης και ανημποριάς.
Η απόκοσμη τοποθεσία των γυρισμάτων (η λίμνη Δοϊράνη στα βόρεια σύνορα της Ελλάδας) αξιοποιείται στην εντέλεια από την Προέδρου. Το ίδιο σκηνικό συντροφεύει τρία πολύ διαφορετικής αύρας κεφάλαια, με την απελπισία του ηττημένου αρσενικού, τη σταδιακή αφύπνιση της συζύγου και την ορμητική ενηλικίωση της κόρης να περιβάλλονται από ένα τοπίο παγιωμένης συντριβής και μόνιμης κρίσης. Συν τοις άλλοις, η δημιουργός αποσπά φυσικές ερμηνείες, διατηρεί προσεκτικό ρυθμό και αποφεύγει επαναλήψεις και αχρείαστες απλουστεύσεις. Περίτεχνο στην ανάπτυξή του, μα ολοκάθαρο ως προς το πρόταγμά του, το Πίσω από τις Θημωνιές είναι ένα από τα πλέον αξιοπρόσεκτα έργα της σύγχρονης ελληνικής παραγωγής.