Οι 21 ταινίες-οσκαρικές υποψηφιότητες της Μέριλ Στριπ!

Η Μέριλ Στριπ ανήκει και στην εξαιρετικά ολιγομελή λίστα των ηθοποιών που έχουν βραβευτεί με 3 και περισσότερα αγαλματίδια, στη διάρκεια της καριέρας τους. Το ρεκόρ σε αυτή την κατηγορία κατέχει η Κάθριν Χέπμπορν, με 4 Όσκαρ ερμηνείας (και τα 4 στην κατηγορία του Α’ Γυναικείου Ρόλου), ενώ στη δεύτερη θέση, μαζί με την Στριπ, συνωστίζονται οι Ντάνιελ Ντέι Λιούις, Τζακ Νίκολσον, Ίνγκριντ Μπέργκμαν, Γουόλτερ Μπρέναν και Φράνσις ΜακΝτόρμαντ. Φυσικά, η Στριπ κατέχει το ρεκόρ οσκαρικών υποψηφιοτήτων, που δύσκολα θα καταρριφθεί όχι μόνο στο βραχυπρόθεσμό, αλλά και στο μακρινό, μέλλον. Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, το κοσκίνισμα των 21 υποψηφιοτήτων της Μέριλ από εκείνες που κατέληξαν σε οσκαρικές νίκες.

Streep 2

Πρώτος, λοιπόν, σταθμός μας το Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου που κέρδισε η Μέριλ για την ταινία Κράμερ εναντίον Κράμερ (Kramer vs. Kramer, 1979), του Ρόμπερτ Μπέντον, ο οποίος μετέφερε στη μεγάλη οθόνη το ομότιτλο βιβλίο του Έιβερι Κόρμακ. Η ταινία σάρωσε τα πάντα στο πέρασμά της, καθώς, πέρα από τη Στριπ και τον συμπρωταγωνιστή της Ντάστιν Χόφμαν, που καπάρωσαν τα ερμηνευτικά Όσκαρ, θριάμβευσε στις κατηγορίες Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας και Διασκευασμένου Σεναρίου. Το εντυπωσιακό στην όλη ιστορία είναι ότι στη Στριπ είχε αρχικά δοθεί ο ρόλος, όχι της συζύγου του Ντάστιν Χόφμαν, αλλά της one-night παράνομης περιπέτειάς του. Σε ένα ευτυχές παιχνίδισμα της μοίρας, όμως, η Κέιτ Τζάκσον, που είχε επιλεγεί για τον ρόλο της Joanna Kramer, αναγκάστηκε να αρνηθεί λόγω των ανειλημμένων υποχρεώσεών της στην τηλεοπτική σειρά Οι άγγελοι του Τσάρλι. Κάπως έτσι, άνοιξε φαρδιά-πλατιά ο δρόμος για το πρώτο αγαλματίδιο της Μέριλ…

Επόμενος σταθμός δόξας για τη Μέριλ η ταινία Η εκλογή της Σόφι (Sophie’s Choice, 1982), δια χειρός Άλαν Τζέι Πάκουλα, ο οποίος μετέφερε στην οθόνη το, βραβευμένο με Πούλιτζερ, ομότιτλο μυθιστόρημα του Γουίλιαμ Στάιρον. Η Στριπ ενσαρκώνει τη Sophie Zawistowski, μία Πολωνή επιζήσασα του Άουσβιτς, η οποία έχει μεταναστεύσει στη Νέα Υόρκη, αμέσως μετά τη φρίκη του πολέμου και του στρατοπέδου συγκέντρωσης. Η Sophie συνεχίζει να καταδιώκεται από τις αδιανόητα φρικτές μνήμες του μαρτυρίου που βίωσε, το οποίο άγγιξε διαστάσεις ασύλληπτης απανθρωπιάς και δεν πρόκειται να την αφήσει να ορθοποδήσει. Η αρχική επιλογή του Πάκουλα για να υποδυθεί τη Sophie ήταν η Λιβ Ούλμαν, αλλά η Στριπ κυνήγησε μανιασμένο τον ρόλο, σε σημείο μάλιστα να παρακαλέσει γονυπετής (όπως φημολογήθηκε) τον σκηνοθέτη. Η Στριπ, στο πλαίσιο του ρόλου της, έκανε ταχύρρυθμα μαθήματα γερμανικών και πολωνικών, ενώ αξιοσημείωτο είναι ότι στη συγκεκριμένη ταινία έκανε το κινηματογραφικό του ντεμπούτο ο Κέβιν Κλάιν, ο οποίος ενσάρκωσε τον ψυχοπαθή σύντροφο της Στριπ, με τον οποίο συζούσε στη Νέα Υόρκη.

Για να πανηγυρίσει, πάντως, την τρίτη οσκαρική της νίκη η Μέριλ Στριπ, χρειάστηκε να περάσουν σχεδόν τριάντα χρόνια. Το 2011, Η Στριπ παρέλαβε το τρίτο της αγαλματίδιο ενσαρκώνοντας τη Μάργκαρετ Θάτσερ, στην ταινία Η Σιδηρά Κυρία (The Iron Lady), της Φιλίντα Λόιντ, η οποία βγήκε στις αίθουσες μόλις δύο χρόνια προτού αποβιώσει η Θάτσερ. Η Στριπ σοβαντίζεται με άφθονο μέικ απ, ενεργοποιεί κάθε δυσκαμψία του κορμιού της, και υποδύεται μία γερασμένη Θάτσερ, η οποία συνομιλεί με φαντάσματα του παρελθόντος και αναπολεί τις παλιές καλές μέρες στυγνής εξουσίας. Μακριά από οποιαδήποτε απόπειρα καταγραφής της ανόδου και της πτώσης ενός πανίσχυρου ανθρώπου, μακριά από την παραμικρή υπόνοια διερεύνησης των πιο μύχιων σκέψεων και αισθημάτων μίας δεσπόζουσας πολιτικής φιγούρας, σε μία βίαιη και ταραχώδη εποχή, η ταινία της Λόιντ αποτυγχάνει σε κάθε δυνατό επίπεδο. Και καταφεύγει στη φτηνιάρικη επίκληση ενός φαντασιακού φεμινισμού, λες και η Θάτσερ ήταν κάποια από τις ηρωικές σουφραζέτες, και όχι μία γυναίκα – φαλλοκράτης, που απλώς δεν ήταν εξοπλισμένη με φαλλό.


Αφότου ξεμπερδέψαμε με τις τρεις υποψηφιότητες που κατέληξαν σε νίκη, συνεχίζουμε με τις υπόλοιπες 18 που δεν τελεσφόρησαν. Το εναρκτήριο λάκτισμα δόθηκε με τη συγκλονιστική ταινία Ο Ελαφοκυνηγός (1978), του Μάικλ Τσιμίνο, στην οποία η Στριπ συμπρωταγωνιστεί στο πλευρό των Ρόμπερτ ντε Νίρο, Κρίστοφερ Γουόκεν, καθώς και του, τότε συντρόφου της, Τζον Καζάλ. Ο Καζάλ έπασχε εκείνη την περίοδο από καλπάζοντα καρκίνο και δεν πρόλαβε καν να δει ολοκληρωμένη την ταινία. Γι’ αυτό τον λόγο, μάλιστα, οι σκηνές στις οποίες συμμετείχε ήταν οι πρώτες που γυρίστηκαν. Το Όσκαρ εκείνης της χρονιάς κατέληξε στην Μάγκι Σμιθ, για την ερμηνεία της στην ταινία Οτέλ Καλοφόρνια (California Suite), του Χέρμπερτ Ρος.

Δύο χρόνια μετά το Κράμερ εναντίον Κράμερ κι ένα χρόνο πριν το Η εκλογή της Σόφι, η Στριπ πρωταγωνιστεί στην ταινία Η γυναίκα του Γάλλου λοχαγού (The French Lieutenant’s Woman), στο πλευρό του Τζέρεμι Άιρονς, και κερδίζει την τρίτη της υποψηφιότητα. Στη σκηνοθεσία συναντούμε τον Βρετανό -με ρίζες από την πρώην Τσεχοσλοβακία- Κάρελ Ράιζ, ο οποίος πρωτοστάτησε στο κίνημα του βρετανικού free cinema, που γεννήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’50. Η ταινία βασίστηκε στο ομότιτλο βιβλίο του Τζον Φόουλς, το οποίο απέδωσε σεναριακά ο πολύ-βραβευμένος δραματουργός Χάρολντ Πίντερ. Το Όσκαρ εκείνης της χρονιάς (που αποδείχτηκε πολύ κρίσιμη στο ντέρμπι των δυο τους) κατέληξε στην Κάθριν Χέπμπορν, για την ταινία Στη χρυσή λίμνη (On Golden Pond), του Μαρκ Ράιντελ.

Ένα χρόνο μετά την ταινία που της χάρισε το δεύτερό της Όσκαρ, το 1983, η Στριπ πρωταγωνιστεί στην ταινία Η εξαφάνιση της Κάρεν Σίλκγουντ (Silkwood), του Μάικ Νίκολς, στο πλευρό του Κερτ Ράσελ και της (κατά βάση) τραγουδίστριας Σερ. Η ταινία βασίστηκε στην αληθινή περσόνα της Κάρεν Σίλκγουντ, η οποία ξεσκέπασε διάφορες απόρρητες πληροφορίες για τα ελλιπή μέτρα ασφαλείας στο πυρηνικό εργοστάσιο της Οκλαχόμα, όπου εργαζόταν, και κατέληξε μυστηριωδώς νεκρή, το 1974. Η ταινία ήταν υποψήφια για πέντε Όσκαρ (με τους Νίκολς και Σερ να είναι επίσης μεταξύ των υποψηφιοτήτων), ενώ το Όσκαρ εκείνης της χρονιάς κατέληξε στη Σίρλεϊ ΜακΛέιν, για την ερμηνεία της στην ταινία Σχέσεις στοργής (Terms of Endearment), του Ρόμπερτ Μπέντον.

Δύο χρόνια αργότερα, το 1985, η Στριπ πρωταγωνιστεί, στο πλευρό του Ρόμπερτ Ρέντφορντ, στο θρυλικό Πέρα από την Αφρική (Out of Africa), του Σίντνεϊ Πόλακ, το οποίο είχε ως πρώτη ύλη το ομότιτλο βιβλίο της Κάρεν Μπλίξεν. Η ταινία σαρώνει στα βραβεία Όσκαρ, κερδίζοντας επτά αγαλματίδια, με τον Πόλακ να κάνει το νταμπλ στις κατηγορίες Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας. Η Στριπ, όμως,  χάνει στη δική της κατηγορία από την Τζέραλντιν Πέιτζ, που βραβεύεται για την ερμηνεία της στην ταινία Ταξίδι στο Μπάουντιφουλ (The Trip to Bountiful), του Πίτερ Μάστερσον.

To 1987, η Μέριλ Στριπ εμφανίζεται στο πλευρό του Τζακ Νίκολσον, στην ταινία Ξένοι στην ίδια πόλη (Ironweed), του Αργεντίνο-Βραζιλιάνου Έκτορ Μπαμπένκο. Το γεγονός ότι το πρωταγωνιστικό δίδυμο ήταν υποψήφιο για τα αντίστοιχα Όσκαρ είναι η λιγότερο ζουμερή πληροφορία που αφορά τους δύο σταρ και τα γυρίσματα της συγκεκριμένης ταινίας. Διότι, όπως ισχυρίζεται ο Νίκολσον στην αυτοβιογραφία του, οι δυο τους ανέπτυξαν φλογισμένο ειδύλλιο εκείνη την εποχή, παρά το ότι ήταν αμφότεροι δεσμευμένοι: ο μεν Τζακ Νίκολσον βρισκόταν σε δεσμό με την Αντζέλικα Χιούστον, ενώ η Μέριλ Στριπ ήταν ήδη παντρεμένη με τον -ακόμη σύζυγό της- γλύπτη Ντον Γκάμερ. Οι  Στριπ και Νίκολσον είχαν βρεθεί στο ίδιο πλατό και ένα χρόνο νωρίτερα, στην ταινία Φλογισμένες σχέσεις (Heartburn), του Μάικ Νίκολς, με τις φήμες να λένε ότι η συνύπαρξή τους τότε ήταν καταστροφική. Για να επιστρέψουμε, όμως, στα οσκαρικά μας λημέρια, το αγαλματίδιο εκείνη τη χρονιά κατέληξε στην (άλλοτε συμπρωταγωνίστρια της Στριπ) Σερ, για την ερμηνεία της στην ταινία Κάτω από τη λάμψη του φεγγαριού (Moonstruck), του Νόρμαν Τζούισον.

Επόμενος σταθμός μας στην ατελείωτη οσκαρική σταδιοδρομία της Μέριλ η παταγώδης εισπρακτική αποτυχία που ακούει στο όνομα Κραυγή στο σκοτάδι (1988). Αξίζει, σε αυτό το σημείο, να σημειωθεί ότι η ελληνική απόδοση του τίτλου προέκυψε από την αντίστοιχη αμερικάνικη (A Cry in the Dark) και όχι από τον πρωτότυπο αυστραλιανό τίτλο (Evil Angels), ο οποίος διατηρήθηκε εν τέλει μονάχα στην Αυστραλία και τη γειτονική Νέα Ζηλανδία. Η ταινία του Αυστραλού σκηνοθέτη Φρεντ Σέπισι έχει στο επίκεντρό της την αληθινή ιστορία εξαφάνισης της Αζάρια Τσάμπερλεϊν, ενός μωρού ηλικίας 9 εβδομάδων, το οποίο εξαφανίστηκε στη διάρκεια ενός οικογενειακού ταξιδιού. Η Στριπ υποδύεται τη μητέρα του μωρού Λίντι Τσάμπερλεϊν, η οποία κατηγορήθηκε για φόνο και πέρασε 3 χρόνια στη φυλακή. Η Λίντι εν τέλει απελεθερώθηκε όταν κάποια νέα στοιχεία ήρθαν στο φως της δημοσιότητας, τα οποία επιβεβαίωσαν την εκδοχή των γονέων που υποστήριζε ότι η μικρή Αζάρια είχε πέσει θύμα των άγριων ντίνγκο που κυκλοφορούσαν στην περιοχή όπου είχε εξαφανιστεί. Το Όσκαρ εκείνη τη χρονιά κατέληξε στην Τζόντι Φόστερ, για την ερμηνεία της στην ταινία Οι κατηγορούμενοι (Τhe Accused), του Τζόναθαν Κάπλαν.

Συνεχίζουμε με την περιήγησή μας με το Φλερτάροντας τη ζωή (Postcards from the Edge, 1990), του Μάικ Νίκολς, όπου η Στριπ υποδύεται μία ηθοποιό που προσπαθεί να σταθεί και πάλι στα πόδια της, μετά από μία επίπονη νοσηλεία σε ένα κέντρο απεξάρτησης ναρκομανών. Για να πετύχει αυτή την προσπάθεια, θα πρέπει αναγκαστικά να συμφιλιωθεί με την φωνακλού και αυταρχική μητέρα της, την οποία ενσαρκώνει η Σίρλεϊ ΜακΛέιν. Αξιοσημείωτο είναι ότι το σενάριο της ταινίας γράφτηκε από την προσφάτως εκλιπούσα Κάρι Φίσερ και είναι βασισμένο στο δικό της ημί-αυτοβιογραφικό βιβλίο, που φέρει τον ίδιο τίτλο. Το Όσκαρ εκείνης της χρονιάς κατέληξε στην Κάθι Μπέιτς, για την ερμηνεία της στην ταινία Misery, του Ρομπ Ράινερ.

Μικρό άλμα πενταετίας, εν συνεχεία, για να μεταφερθούμε στη διάσημη ταινία του Κλιντ Ίστγουντ Οι γέφυρες του Μάντισον (The Bridges of Madison County, 1995). H Στριπ ερωτεύεται κεραυνοβόλα και ισοπεδωτικά τον Κλιντ Ίστγουντ (και ποιος να την αδικήσει), που ενσαρκώνει ένα φωτογράφο του National Geographic, και σκέφτεται προς στιγμήν να εγκαταλείψει τον σύζυγο της, τα δύο τους παιδιά και τη φάρμα τους, για να φύγει μαζί του στα πέρατα της Γης. Τελικά, δεν το πράττει γιατί αναλογίζεται τις δυσβάσταχτες συνέπειες που θα είχε μία τέτοια κίνηση στους δικούς της ανθρώπους. Το Όσκαρ εκείνης της χρονιάς κατέληξε στη Σούζαν Σάραντον, για την ερμηνεία της στην ταινία Θα ζήσω, του Τιμ Ρόμπινς, η οποία είναι πιο γνωστή στην Ελλάδα με τον πρωτότυπο τίτλο της Dead Man Walking.

Τρία χρόνια αργότερα, το 1998, η Μέριλ Στριπ πρωταγωνιστεί στην ταινία Κάτι αληθινό (One True Thing), του Καρλ Φράνκλιν, η οποία βασίζεται στο ομότιτλο βιογραφικό μυθιστόρημα της Αν Κουίντλεν. Η Μέριλ Στριπ υποδύεται την καρκινοπαθή μητέρα της Ρενέ Ζελβέγκερ, η οποία καταφθάνει στο σπίτι της για να της συμπαρασταθεί. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, οι σχέσεις μάνας-κόρης ήταν το λιγότερο τεταμένες, με την κόρη να δείχνει σαφή προτίμηση στον πατέρα της, τον οποίο ενσαρκώνει ο υπέροχος Γουίλιαμ Χαρτ. Το Όσκαρ εκείνης της χρονιάς κατέληξε στην Γκουίνεθ Πάλτροου, για την ερμηνεία της στην ταινία Ερωτευμένος Σαίξπηρ (Shakespeare in Love), του Τζον Μάντεν.

Την αμέσως επόμενη χρονιά, το 1999, η Στριπ κερδίζει μία ακόμη οσκαρική υποψηφιότητα για την ερμηνεία της στην ταινία Μία τρυφερή σχέση (Music from the Heart), του Γουές Κρέιβεν. Ο, κατά βάση σκηνοθέτης ταινιών τρόμου, Κρέιβεν αποφάσισε να γυρίσει τη συγκεκριμένη ταινία, όταν παρακολούθησε το ντοκιμαντέρ Small Wonders (1995), του Άλαν Μίλερ. Το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ έχει ως θέμα τη ζωή και τα πεπραγμένα της Ρομπέρτα Γκασπάρι. Η Γκασπάρι ίδρυσε το Opus 118 Harlem School of Music, όπου διδάσκει μέχρι σήμερα, και έχει αφιερώσει τη ζωή της στην ανεύρεση κονδυλίων και τη δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών, ούτως ώστε να παρέχεται μουσική παιδεία στα δημόσια σχολεία της υποβαθμισμένης περιοχής του Χάρλεμ. Το Όσκαρ εκείνης της χρονιάς κατέληξε στη Χίλαρι Σουόνκ, για την ερμηνεία της στην ταινία Boys Don’t Cry, της Κίμπερλι Πιρς.

Η επόμενη υποψηφιότητα της Μέριλ ήρθε το 2002, για την ερμηνεία της στην ταινία Adaptation, του Σπάικ Τζονζ, σε σενάριο Τσάρλι Κάουφμαν. Αν διαβάσει κανείς τα «καταστατικό» της ταινίας, θα δει πως είναι βασισμένη στο βιβλίο Ο κλέφτης των ορχιδέων, της Σούζαν Ορλίν, στοιχείο που δεν ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα. Διότι το σενάριο που έγραψε ο ολίγον μουρλός Τσάρλι Κάουφμαν περισσότερο επικεντρώνεται στις άσχημες εμπειρίες που αποκόμισε όταν ανέλαβε να γράψει ένα σενάριο βασισμένο στο βιβλίο, το 1994, για μία ταινία που θα σκηνοθετούσε ο Τζόναθαν Ντεμί! Η Στριπ ήταν αυτή τη φορά υποψήφια για το Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου, το οποίο κατέληξε στην Κάθριν Ζέτα Τζόουνς, για την ερμηνεία της στην ταινία Σικάγο (Chicago), του Ρομπ Μάρσαλ.

Τέσσερα χρόνια αργότερα, η Στριπ κερδίζει την 14η υποψηφιότητά της, για την ερμηνεία της στην ταινία Ο διάβολος φοράει Prada (The Devil Wears Prada), του Ντέιβιντ Φράνκελ, έχοντας ως συμπρωταγωνίστρια την Αν Χάθαγουεϊ. Η ταινία μπορεί να μην εκτιμήθηκε από την κριτική, αλλά σίγουρα εκτιμήθηκε δεόντως από το κοινό, καθώς φιγουράρει, από εισπρακτική σκοπιά, στη δεύτερη θέση ολόκληρης της φιλμογραφίας της Στριπ, πίσω μονάχα από το Mamma Mia! The Movie (2008). Το Όσκαρ εκείνης της χρονιάς κατέληξε στη Έλεν Μίρεν, για την ερμηνεία της στην ταινία Η βασίλισσα (The Queen), του Στίβεν Φρίαρς.

Επόμενη στάση το ακανθώδες και υποβλητικό Αμφιβολία (Doubt, 2008), του Τζον Πάτρικ Στάνλεϊ, όπου η Στριπ συμπρωταγωνιστεί στο πλευρό του εκλιπόντος Φίλιπ Σίμουρ Χόφμαν. Ο σκηνοθέτης Τζον Πάτρικ Στάνλεϊ είναι κατά βάση θεατρικός συγγραφέας, έχοντας στο παλμαρέ του πάνω από 20 θεατρικά έργα. Το 2008, λοιπόν, ο Στάνλεϊ αποφάσισε να διασκευάσει σεναριακά το έργο Doubt: A parable, που είχε γράψει τέσσερα χρόνια νωρίτερα, καθώς και να σκηνοθετήσει τη μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη. Η Στριπ είναι εξαιρετική σε αυτό το δράμα ενοχής, αμφιβολίας, πίστης και σχετικότητας της όποιας αλήθειας, αλλά την παράσταση κλέβει η Βαϊόλα Ντέιβις με τον σπαρακτικό μονόλογό της προς το τέλος της ταινίας. Σε μία συμπληρωματική εγκυκλοπαιδική πληροφορία, αξίζει να αναφερθεί ότι ο Στάνλεϊ είχε κερδίσει το Όσκαρ Πρωτότυπου Σεναρίου, για το σενάριο της ταινίας Κάτω από τη λάμψη του φεγγαριού (1987), όπου πρωταγωνιστούσε η Σερ,  η οποία στέρησε από τη Στριπ το Όσκαρ για την ερμηνεία της στην ταινία Ξένοι στην ίδια πόλη, όπως είδαμε πρωτύτερα.  Το Όσκαρ εκείνης της χρονιάς, πάντως, για να επιστρέψουμε στο Doubt, κατέληξε στην Κέιτ Γουίνσλετ, για την ερμηνεία της στην ταινία Σφραγισμένα χείλη (The Reader), του Στίβεν Ντάλντρι.

Υποψηφιοτήτων συνέχεια με το Τζούλι & Τζούλια (Julie & Julia, 2009), της Νόρα Έφρον. Η Στριπ είναι η Τζούλια του τίτλου, υποδυόμενη τη διάσημη σεφ Τζούλια Τσάιλντ, στα πρώτα χρόνια της καριέρας της. Η Τζούλι, από την άλλη, δεν είναι άλλη από την Έιμι Άνταμς, που είδε χτες την Στριπ να μπαίνει για 20η φορά στην πεντάδα των υποψηφιοτήτων και την ίδια να μένει σκανδαλωδώς εκτός. Ο χαρακτήρας της Άνταμς είναι κι αυτός βασισμένος στην αληθινή περσόνα της Τζούλι Πάουελ, μίας νεαρής Νεοϋορκέζας, που αποφάσισε να μαγειρέψει και τις 524 συνταγές του τσελεμεντέ της Τσάιλντ εντός ενός ημερολογιακού έτους, κατέγραψε τις «εμπειρίες» της στο blog της και για κάποιο μυστηριώδη λόγο έγινε πλούσια και διάσημη. Το Τζούλι & Τζούλια υπήρξε, μάλιστα, η πρώτη χολιγουντιανή ταινία που βασίστηκε σε blog… To Όσκαρ εκείνης της χρονιάς κατέληξε στη Σάντρα Μπούλοκ, για την ερμηνεία της στην ταινία Μία σχέση στοργής (The Blind Side), του Τζον Λι Χάνκοκ.

Η πρώτη υποψηφιότητα της Μέριλ Στριπ μετά το Όσκαρ που κατέκτησε για την ερμηνεία της στην ταινία Η Σιδηρά Κυρία (2011) θα έρθει με την ταινία Αύγουστος (August: Osage County, 2013), του Τζον Γουέλς, που βασίζεται στο, ομότιτλο και βραβευμένο με Τόνι και Πούλιτζερ, θεατρικό έργο του Τρέισι Λετς, ο οποίος υπογράφει και το σενάριο. Μία ταραχώδης σχέση μάνας – κόρης βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο, με αφορμή μια οικογενειακή μάζωξη λόγω κηδείας, με την κόρη της Στριπ να ενσαρκώνεται από την Τζούλια Ρόμπερτς. Το Όσκαρ εκείνης της χρονιάς κατέληξε στην Κέιτ Μπλάνσετ για την ερμηνεία της στην ταινία Θλιμμένη Τζάσμιν (Blue Jasmine), του Γούντι Άλεν.

Η ταινία που χάρισε στην Στριπ την 19η υποψηφιότητά της ήταν το αμερικάνικο μιούζικαλ φαντασίας Τα μυστικά του δάσους (Into the Woods, 2014), του Ρομπ Μάρσαλ. Η ταινία έχει βασιστεί στο ομότιτλο μιούζικαλ του Broadway, των Τζέιμς Λαπάιν και Στίβεν Σόντχαϊμ, με τον πρώτο να υπογράφει και το σενάριο της ταινίας. Η Μέριλ ήταν υποψήφια για Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου, το οποίο κατέληξε εκείνη τη χρονιά στην Πατρίσια Αρκέτ, για την ερμηνεία της στο Boyhood, του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ.

Προτελευταία προσθήκη σε αυτή την ατελείωτη λίστα το Florence: Φάλτσα Σοπράνο (Florence Foster Jenkins, 2014), του Στίβεν Φρίαρς, όπου η Μέριλ Στριπ ενσαρκώνει την αληθινή περσόνα της Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς, η οποία κατέχει τον άτυπο τίτλο της χειρότερης σοπράνο στην ιστορία του σπορ, κάτι σαν τον θηλυκό Εντ Γουντ της όπερας, ας πούμε. Το Όσκαρ εκείνης της χρονιάς κατέληξε στην Έμα Στόουν για την ερμηνεία της στο La La Land του Ντέιμιεν Σαζέλ.

Φινάλε με το The Post, του Στίβεν Σπίλμπεργκ, όπου η Μέριλ υποδύεται την Κέι Γκράχαμ, ιδιοκτήτρια της εφημερίδας Washington Post, την εποχή που ξεσκέπασε το σκάνδαλο Watergate. Η Στριπ υποδύεται μια γυναίκα που ποτέ δεν προοριζόταν να μπει σφήνα σ’ αυτό το ανδροκρατούμενο λόμπι και βρίσκεται καθημερινά αντιμέτωπη με τη  δυσπιστία του περίγυρού της, λαμβάνοντας εν τέλει τη γενναία απόφαση να ορθώσει ανάστημα και να πάρει τον κακοτράχαλο και δύσβατο δρόμο της σύγκρουσης (έξοχα δομημένη η συγκεκριμένη σκηνή). Το Όσκαρ κατέληξε εντέλει στην (αυριανή εορτάζουσα) Φράνσις ΜακΝτόρμαντ για την ερμηνεία της στην ταινία Three Billboards Outside Ebbing, Missouri, του Μάρτιν ΜακΝτόνα.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑