Reviews The American

6 Μαΐου 2020 |

0

The American

Σκηνοθεσία: Άντον Κορμπάιν

Παίζουν: Τζορτζ Κλούνι, Γιόχαν Λέισεν, Μαρία Βιολάντε Πλατσίντο

Διάρκεια: 105′

Χαμηλότονο, ελεγειακό, αριστοκρατικά θλιμμένο (γι’ αυτό και ποτέ μελοδραματικό, σχεδόν ως φυσική συνέπεια), το The American είναι ο ορισμός του ευρωπαϊκού κινηματογράφου -και μάλιστα περασμένων μεγαλείων- με αμερικανικό ένδυμα. Ένα υπόκωφο, εσωστρεφές, συγκρατημένα στυλιζαρισμένο δράμα υπόγειων εντάσεων και περίπου ανύπαρκτης δράσης που δεν σου βροντωφωνάζει, αλλά σου ψιθυρίζει στο αυτί, τον βαθύ στεναγμό του, τον καημό του για όσα θα μπορούσαν να έχουν πάρει άλλη τροπή. Ταινίες απαιτούν τις κατάλληλες συνθήκες, το χτίσιμο ενός άλλου κόσμου, παράλληλου με τον δικό μας, αλλά πάντοτε απόμακρου και ξένου, ώστε να σου μιλήσουν.

Ο υπαρξιακός σπαραγμός του «Αμερικάνου», η ποιητική του ενατένιση της μοναξιάς –του κλήρου δηλαδή όλων των υποκειμένων- ως συνειδητού εγκλεισμού στο κοχύλι μιας αποπνικτικά σφραγισμένης ατομικότητας δεν πρόκειται να επιτρέψουν ποτέ τη συνάντηση με τον Άλλο ή κάποιου είδους συγχώνευση με την ετερότητα του αγαπημένου προσώπου. Εδώ, ο έρωτας αποτυγχάνει όχι γιατί δεν μπορεί να αναδυθεί ως υπαρξιακή κατάσταση στον νοητό χώρο που διανοίγεται, στιγμιαία, ανάμεσα στα πρόσωπα –κενό και νεκρό χώρο για το Le Samourai, φιλμ με το οποίο διατηρεί αρκετές εκλεκτικές συγγένειες ο Αμερικάνος– αλλά γιατί η μοίρα είναι απελπιστικά πανίσχυρη, εντελώς αναπόδραστη για να μπορείς να τη νικήσεις με την αγάπη.

Όλα αυτά που με πολύ λεπτό, αντονιονικό τρόπο υφαίνει το σπουδαίο φιλμ του Anton Corbjin, ανάμεσα στα κάδρα του, δεν σε αφορούν αν αναζητείς με μανία ένα πλασματικό κακέκτυπο ρυθμών ανοίκειων με τον ίδιο τον άνθρωπο. Αν αντίθετα είσαι οπλισμένος με υπομονή και αποζητάς την ουσία, βρίσκεις σ’ αυτό το διαμάντι πολλές ανεκτίμητες αρετές που τείνουν να εκλείψουν από τη σύγχρονη κινηματογραφική παραγωγή. Ξεκινώντας από την σπαρτιάτικα λιτή, αψεγάδιαστη, εσωτερική ερμηνεία του Clooney, ο οποίος επωμίζεται με θαρραλέα αυτοσυγκράτηση το συμβολικό βάρος του ρόλου ενός ηθικά αποκαθαρμένου εκτελεστή στην οριστική στιγμή της αποδοχής ή μη, της τραγικής νομοτέλειας που δημιουργούν οι πράξεις κι οι επιλογές.

Συνεχίζοντας με την άριστη αίσθηση της επιβλητικής σημειολογίας του χώρου, με τον φακό του Corbjin συλλαμβάνει τα πλακόστρωτα στενοσόκακα, τις λίμνες, τα σπίτια και τις πλατείες ενός ιταλικού χωριού, σαν ξεχασμένες υλικές ψηφίδες κάποιου «υγρού» αρχιτεκτονικού ονείρου στο περιθώριο του υπερβολικά «στέρεου» σύγχρονου κόσμου. Αφήνοντας όλο το ντεκόρ να λειτουργεί ως θλιμμένη υπόμνηση ενός χαμένου παράδεισου, ο οποίος δεν στάθηκε δυνατό να κερδηθεί, συνθλίβοντας με την αγνή απλότητα της ομορφιάς του, αντιστικτικά, κάθε ελπίδα του ήρωά του για εξιλέωση.

Μια η μελαγχολική συμφωνία των σιωπών, της διακριτικής μουσικής, των ιμπρεσιονιστικών φωτοσκιάσεων, καταλήγοντας νομοτελειακά στην φαταλιστική κλιμάκωση του -αναμενόμενου βέβαια- φινάλε, το έργο του Corbijn, βρίσκεται διαρκώς και αμετάκλητα συντονισμένο με τους πένθιμους ήχους μιας ντετερμινιστικής «καμπάνας» (όπως σε μια χαρακτηριστική σκηνή υπέροχης έμπνευσης, όπου οι «αμαρτωλοί» ήχοι της συναρμολόγησης ενός όπλου καλύπτονται πίσω απ’ τις ιερές κρούσεις ενός θρησκευτικού τελετουργικού) που τα χτυπήματά της σημαίνουν την τελική εγκαθίδρυση της έννοιας του πεπρωμένο. Εντός μιας ζωής που νομίζουμε –μακάριοι μέσα στην αφέλεια της αλαζονείας μας- πως μπορούμε να την αλλάξουμε όποτε μας κάνει κέφι.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑