Reviews Shadow Dancer

29 Σεπτεμβρίου 2012 |

0

Shadow Dancer

Σκηνοθεσία: Τζέιμς Μαρς

Παίζουν: Κλάιβ Όουεν, Αντρέα Ράιζμπορο, Γκίλιαν Άντερσον, Ντόμναλ Γκλίσον, Άινταν Γκίλεν.

Διάρκεια: 101’

Μεταφρασμένος τίτλος: «Ο χορός των κατασκόπων»

Ο Άγγλος Τζέιμς Μαρς μας είχε συστηθεί εμφατικά το 2005 με το υποβλητικό και υπαρξιακά αιχμηρό δράμα «Ο βασιλιάς», το οποίο δυστυχώς πέρασε στα ψιλά. Τρία χρόνια αργότερα, πιστοποίησε ότι θα μας απασχολεί σοβαρά σε σταθερή βάση, χάρη στο δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ «Σε τεντωμένο σκοινί», το οποίο εξιστορεί το παράτολμο εγχείρημα του θεοπάλαβου ισορροπιστή Φιλίπ Πετί. (Για να διαβάσετε την κριτική για το εξαιρετικό “Man on Wire του Τζέιμς Μαρς, κάντε κλικ “εδώ”). Από ένα σκοινί που ενώνει τους –τότε όρθιους– Δίδυμους Πύργους, 450 μέτρα από την επιφάνεια της γης, μεταφερόμαστε τούτη τη φορά στο μουντό και γκρίζο Μπέλφαστ. Πρώτη ύλη το μυθιστόρημα του τηλεοπτικού ρεπόρτερ Τομ Μπράντμπι, ο οποίος κάλυψε δημοσιογραφικά τη σύγκρουση μεταξύ IRA και αγγλικής κυβέρνησης στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και υπογράφει μάλιστα και το σενάριο της ταινίας. Εκτός από την ηρεμία πριν την καταιγίδα, υπάρχει και η καταιγίδα πριν την ηρεμία. Εν προκειμένω, το τελικό και άγριο κύμα βίας, λίγα χρόνια πριν την ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών, η οποία υπογράφηκε το 1998.

Σκοτεινή απαρχή το 1973, όταν γεννιούνται οι τύψεις και σφραγίζεται η μοίρα της νεαρής Κολέτ. Είκοσι χρόνια αργότερα, βλέπουμε μία τρεμάμενη και ελάχιστα σίγουρη, τόσο για τον εαυτό της όσο και την επικείμενη πράξη της, μαχήτρια του IRA. Στράτευση ολίγον από οικογενειακή παράδοση, εν πολλοίς από ενοχές, ποτέ δεν θα μάθουμε ακριβώς το πώς και το γιατί αυτή η νεαρή ανύπαντρη μητέρα έχει αναλάβει να τοποθετήσει μία βόμβα στο λονδρέζικο μετρό. Δεν είναι αυτό άλλωστε και το ζητούμενό μας. Σημασία έχει το τώρα, στο οποίο δεσπόζει η βασανιστική φρίκη της αμφιβολίας, μοτίβο που διατρέχει όλη τη ραχοκοκαλιά της ταινίας. Η ελλιπής αποφασιστικότητα προαναγγέλλει την αποτυχία. Μοναδική πλέον διέξοδος η προδοσία, η οποία προσκαλεί νέες ερινύες στην παρέα. Υπεράνω όλων όμως η κούραση. Η κόπωση, η εξάντληση από μία ζωή αδιάκοπα φορτωμένη με ακραίες συνθήκες. Η ανάγκη για αποστρατεία, για λίγη ηρεμία και φυσιολογικότητα.

Το Μπέλφαστ κινηματογραφείται με τρόπο πνιγηρό, με εικόνες που προκαλούν δυσφορία. Κάθε πλάνο αποπνέει κατοχή και ανελευθερία. Οι σιωπές είναι δωρικές, τα πρόσωπα σκυθρωπά, οι κουβέντες εύλογα λιγοστές, η καχυποψία και η δυσπιστία κυριαρχούν. Το κόκκινο παλτό της κεντρικής ηρωίδας λειτουργεί ως σημαδούρα που υπενθυμίζει τον διαρκή και αθέατο κίνδυνο. Μία ανοιχτή πληγή αίματος σε ένα θολό και μόνιμα ομιχλώδες τοπίο. Ο αρχικός αντίπαλος της ηρωίδας μας αποδεικνύεται εν τέλει ο πιο στενός της σύντροφος, μέσα σε αυτό το εμπόλεμο κλίμα. Ο Μαρς ξετυλίγει ένα κουβάρι από ηθικά διλήμματα και εξάρσεις θλίψης, δίχως να κουνά διδακτικά το δάχτυλό του. Στρατιώτες ταγμένοι σε ένα σκοπό ή απλώς άνθρωποι που μπλέχτηκε ένας σκοπός στο διάβα τους και δεν είχαν τη δύναμη να πουν όχι; Είναι τρομακτικά δύσκολο να απαρνηθείς την ταυτότητά σου και να αποκηρύξεις τα όσα περιμένουν οι πάντες από σένα. Από την άλλη, είναι ακόμη πιο οδυνηρό να αντιταχθείς στα όσα σου επιτάσσει απαιτητικά η συνείδησή σου.

Η ελληνική απόδοση του τίτλου, πέρα από ανέμπνευστη, είναι και σφόδρα παραπλανητική, καθώς παραπέμπει σε μία αρχετυπική spy movie, με την αντίστοιχη πλοκή και χροιά. Η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική σε αυτό λιτό και απέριττο δράμα, με την προσεγμένη χαρακτηρολογία και την υπόκωφη δύναμη. Αντιθέτως, ο πρωτότυπος τίτλος αποδίδει εύστοχα την πορεία των κεντρικών χαρακτήρων, οι οποίοι είναι αναγκασμένοι να χορεύουν στη σκιά, να διαγράφουν την πορεία τους βήμα προς βήμα, δίχως καμία βεβαιότητα. Είναι αληθές πως η υποδόρια ένταση καταλαγιάζει σε κάποια στιγμή, κουρνιάζει στα ατελείωτα σούρτα φέρτα του μυαλού μεταξύ δισταγμών και επιλογών. Η ερωτική έλξη μεταξύ των δύο πρωταγωνιστών, παρόλο που εύστοχα προκύπτει περισσότερο ως πράξη αλληλοβοήθειας παρά ως γνήσιο πάθος, δεν παύει να επιφέρει μία –ελεγχόμενη είναι η αλήθεια– δραματουργική αμηχανία, εγείροντας έτσι την υποψία πως θα μπορούσε να έχει παραληφθεί και εξ ολοκλήρου.

Οι παραπάνω μικρό-ατέλειες δεν αναιρούν ούτε αλλοιώνουν το γενικό συμπέρασμα. Ο Μαρς, χάρη σε ένα ύφος στιβαρό και πυκνό, δείχνει εμπιστοσύνη στην επιλογή της φτωχής δράσης και αναπληρώνει το έλλειμμά της με ισχυρές δόσεις ανθρωποκεντρικού υπαρξιακού σασπένς. Ένα σύμπαν με ασφυκτικά περιορισμένες διαστάσεις και δυνατότητες, με ένοικους που έχουν στριμωχτεί στις γωνίες του αγκομαχώντας να βρουν μια ανάσα. Το φινάλε, μία τραγωδία που τα σκάγια της θα δεν θα λυπηθούν κανέναν και θα αφήσει τους πάντες χαμένους. Έστω κι έτσι, μία οδυνηρή λύση σε ένα ασφυκτικό αδιέξοδο. Η μόνη δυνατή λύση, έχοντας πρωτύτερα φτάσει στο σημείο χωρίς επιστροφή.

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας:




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑