Seppuku (Harakiri)

Σκηνοθεσία: Μασάκι Κομπαγιάσι

Παίζουν: Τατσούγια Νακαντάι, Σίμα Ιγουασίτα

Διάρκεια: 134′ 

Ένα φιλμ μέχρι το μεδούλι ιαπωνικό και, ταυτοχρόνως, ένα φιλμ εκκωφαντικά αντί-ιαπωνικό. Ένα φιλμ διαποτισμένο με τη διαλεκτική, την κοσμοθεωρία και το modus operandi της παράδοσης της Άπω Ανατολής, με υπομονετικό ξεφλούδισμα όλων των στρωμάτων νοήματος και συμβολισμών, ωσότου χτυπήσουμε καρδιά. Ο -ολίγον παραγνωρισμένος σε σύγκριση με την Αγία Τριάδα του ιαπωνικού σινεμά των Κουροσάουα, Οζού και Μιζογκούτσι- Μασάκι Κομπαγιάσι υπονομεύει μεθοδικά κι υπομονετικά ένα περιτύλιγμα τιμής.

Όχι επειδή επιθυμεί να ξορκίσει την έννοιά της, αλλά για καταδείξει ότι η ατόφια Τιμή δεν μετριέται με προκάτ μέτρα και σταθμά, στέκει κάπου πολύ ψηλότερα από τα απάνθρωπα στερεότυπα ενός κοινωνικού κι ανθρωπολογικού εξαναγκασμού. Ο Κομπαγιάσι βυθίζει στον βούρκο τον επίσημο κώδικα ανδρείας, την by the book ιεροτελεστία της εκούσιας, κατά βάθος επιβαλλόμενης, θυσίας, μόνο και μόνο για να εξυψώσει στο ουράνια τον πηγαίο αγώνα για αξιοπρέπεια.

Το Seppuku ζει, αναπνέει και θεριεύει εντός ενός τελετουργικού πλαισίου, σε μία υποδόρια αντιστοιχία με το κυρίαρχο θεματικό του μοτίβο, αυτού του πανάρχαιου εθίμου του χαρακίρι, καθώς μεταδίδει την ανείπωτη, αλλά ανυποχώρητη, αίσθηση ότι μετέχουμε σε ένα μυστήριο που τελείται με κινηματογραφικούς όρους. Με ευλαβικό τεμαχισμό του χώρου και εναλλαγές στις γωνίες λήψης που αντανακλούν την έπαρση της ηγεσίας, την υποταγή και την εξέγερση απέναντι στην εξουσία, την αρχέγονη δύναμη της παμπάλαιας και βαθιά ριζωμένης παράδοσης, τη σχετικότητα της αλήθειας ανάλογα με τον βαθμό εμβάθυνσης σε κάθε οπτική γωνία, την ηθική ακεραιότητα που συνδιαμορφώνεται και από τις περιστάσεις. Με τρεις διαταγές που καταλήγουν σε τρεις αρνήσεις και ισάριθμες αποδείξεις μίας μεθεκτής γνώσης κι αλήθειας, της οποίας θα γίνουμε κοινωνοί όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου.

Ένας άνδρας στο κατώφλι μιας πύλης, έτοιμος να ακούσει και να διηγηθεί μία ιστορία, οι οποίες μέλλει να ταυτιστούν. Η αρχετυπική εκκίνηση ενός μύθου, του κάθε μύθου και συγχρόνως, η εκκωφαντική κατάρριψη αυτού του μύθου, αλλά και κάθε μύθου. Η πειθαρχία του Seppuku είναι στρατιωτική, σαν τον κόσμο που το περιβάλλει. Η τονικότητα του αριστοκρατική, σαν τις αξίες που επικαλούνται οι ήρωές του.

Το συναίσθημά του γήινο και χειροπιαστό, σαν το αίμα που ξεχύνεται από την ξανοιγμένη κοιλιά. Το Seppuku κάθεται οκλαδόν με σεβασμό και μετρονομεί την έντασή του με ασέβεια, καθ’ οδόν προς μία τελική έκρηξη άκρατου πάθους και τρεμάμενης κινηματογράφησης, ταιριαστής ενός λίκνου που τρεκλίζει και καταρρέει, ενός ψευδεπίγραφου σεβασμού, που είναι κίβδηλος και ψεύτικος, όπως κάθετι αταλάντευτα δογματικό και ανεπίδεκτο ελέους.

Ενδιαμέσως, σε μία από τις πιο ωμά δοσμένες κινηματογραφικές σκηνές που έχουν καρφωθεί στη μνήμη μου, κανένας ηρωισμός δεν στέκει αλώβητος. Κανένας εξωραϊσμός δεν μένει ανέπαφος. Η καθιερωμένη βιτρίνα γενναιότητας μετατρέπεται σε εφιαλτικό έκθεμα. Ο μύθος υποβαθμίζεται σε μύθευμα. Η μυσταγωγία της αυτοκτονίας μοιάζει με βάναυσο φονικό, ο ιερός κώδικας καταλήγει υποκριτικό μέσο επιβίωσης εν καιρώ εξαθλίωσης και ανέχειας. Η καλογυαλισμένη ατσάλινη λεπίδα του κατάνα αντικαθίσταται από ένα ευτελές ξίφος φτιαγμένο από μπαμπού. Ο ένδοξος θάνατος παραχωρεί τη θέση του σε κραυγές αγωνίας και ικεσίες για οίκτο που φέρνουν στο νου σφαγή.

Η μόνη τελετουργία που εν τέλει επιβιώνει είναι αυτή του σινεμά, που βγάζει ένα ουρλιαχτό διαμαρτυρίας. Οι άγραφοι νόμοι αποδεικνύονται κάποιες φορές ισχυρότεροι από οποιοδήποτε θεσπισμένο σύστημα κανόνων, ιδίως σε ένα σύμπαν, όπου οτιδήποτε υπάρχει μοιάζει να προϋπήρχε από τις απαρχές του χρόνου. Ο Κομπαγιάσι προσπαθεί να θέσει ένα φραγμό σε ένα αιωνίως αναρριχόμενο μιλιταριστικό αταβισμό, όχι με ένα επίμονο κατηγορώ, αλλά προσπαθώντας να ξεθάψει τους γενεσιουργού σπόρους. Ένα φιλμ που δρα καίρια και αστραπιαία σαν αποκεφαλισμός. Ένα φιλμ που λειτουργεί αθέατα και υπόγεια σαν μη ανιχνεύσιμο δηλητήριο.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑