Reviews Miss Violence

15 Νοεμβρίου 2013 |

0

Miss Violence

Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Αβρανάς

Παίζουν: Θέμης Πάνου, Ρένη Πιττακή, Ελένη Ρουσσινού, Σίσσυ Τουμάση

Διάρκεια: 98’

 

Βραβείο σκηνοθεσίας για τον Αλέξανδρο Αβρανά και καλύτερης ανδρικής ερμηνείας για τον πρωταγωνιστή Θέμη Πάνου στο τελευταίο κινηματογραφικό φεστιβάλ της Βενετίας. Εγκωμιαστικά σχόλια από μία μεγάλη μερίδα των διεθνών εντύπων. Έντονο σούσουρο, αυξανόμενη προσμονή, άμεση και έμμεση προώθηση της ταινίας στην Ελλάδα. Προβολή στο 54ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Αποθεωτική υποδοχή από σχεδόν σύσσωμο το δημοσιογραφικό – κριτικό μπλοκ.  Συνέντευξη τύπου του σκηνοθέτη της ταινίας, καθώς και Q&A μετά την προβολή της ταινίας. Εμφατικός και ολίγον άκομψος διαχωρισμός από τις ταινίες που είθισται τώρα τελευταία να αποκαλούμε «weird Greek cinema». Κυριότερη δικαιολογητική βάση αυτού του διαχωρισμού ο «ρεαλισμός» του «Miss Violence». Σύμφωνα με τον Αβρανά, η ταινία του επιχειρεί να φέρει επιτέλους στο φως την ωμή άσχημη αλήθεια που επί τόσο χρόνια επιμελώς κρύβαμε στην Ελλάδα κάτω από το χαλί. Χμμ…

Οι μηχανισμοί που διαμορφώνουν τον συλλογικό ψυχισμό κρύβουν πάντοτε μεγάλο ενδιαφέρον. Οι ταυτόσημες γνώμες συσσωρεύονται η μία πάνω στην άλλη υψώνοντας ένα αδιόρατο και ταυτόχρονα αδιαπέραστο τείχος. Συνήθως υπάρχει ένας αρχικός θεμέλιος λίθος πάνω στον οποίο χτίζεται η ομοιομορφία. Έπειτα, το ένα φέρνει το άλλο, σε μία διαδικασία που συντελείται αβίαστα. Πιστεύω, πιστεύεις, πιστεύουμε το ίδιο και πιστεύοντας το ίδιο, δικαιώνουμε αλλήλους σταθερά και αδιάκοπα. Οι βραβεύσεις σε κάποια διεθνή φεστιβάλ με κύρος είναι πιθανώς η αφετηρία. Αμφιβάλλω εξαιρετικά αν θα είχε δοθεί τόση προσοχή στο «Miss Violence» αν δεν υπήρχαν τα γαλόνια των τιμητικών διακρίσεων. Έπειτα, είναι και το «σοκ» που (σε πρωτόλειο τουλάχιστον επίπεδο) εμπεριέχει εκ των πραγμάτων η ταινία. Εποχή κρίσης, κρίσης αξιών όπως αποφαινόμαστε ομαδικά, επομένως είμαστε υποχρεωμένοι να βγάλουμε όλους τους σκελετούς και τα τέρατα από την ντουλάπα μας. Μετά, όσο πιο γαμψά, αιμοβόρα, κτηνώδη και σιχαμένα τα απεικονίσουμε τόσο πιο συνειδητοποιημένοι θα δείξουμε πως έχουμε φανεί. Μεγέθη ανάλογα και εξαιρετικά βολικά.

Ένα πάρτι γενεθλίων που καταλήγει σε τραγωδία. Μία πτώση στο κενό. Μία ζωή που τερματίζεται αυτοβούλως προτού καλά καλά αρχίσει. Τρυπώνουμε σε ένα περίκλειστο σύστημα, όπου τα πάντα είναι αρρωστημένα και υποκριτικά. Το πένθος έχει κάτι το νοσηρό. Όλα μοιάζουν απειλητικά και συγκεχυμένα. Ένσταση πρώτη και μάλιστα όχι και κυριότερη. Τα πρόσωπα – ξύλινα τοτέμ της ταινίας και το πλέγμα των σχέσεων που αναπτύσσεται μεταξύ τους. Η πατριαρχική, εξουσιαστική και σαρωτικά διεστραμμένη φιγούρα του παππού. Ο σαδισμός του έχει χρονοδιακόπτη και ενεργοποιείται αυτόματα. Δεν έχει διαβαθμίσεις, δεν έχει παρεκκλίσεις, είναι ολοκληρωτικός και αδιαπραγμάτευτος. Η μόνιμη σταθερά που διέπει όλη την ταινία είναι η κραυγαλέα αντιπαραβολή του φιλήσυχου, υποκριτή και καθώς πρέπει μικροαστού pater familias με τον δαίμονα που κρύβεται και βρυχάται κάτω από το κουστούμι και την πατενταρισμένη μειλίχια ομιλία. Όσο για τα θύματά του, δεν έχει και πολλά να ειπωθούν. Είναι θύματα, τελεία και παύλα. Διαχρονικά, παραιτημένα, υποτακτικά, άβουλα. Δυσκολεύονται να μοιραστούν έστω και τη συνενοχή στη σιωπή. Σε επίπεδο λοιπόν, εννοιολογικό και ιδεολογικό (και υφολογικό αλλά αυτό είναι μία άλλη πονεμένη ιστορία…) ο πυρήνας είναι χοντροκομμένος, εκβιαστικά τραχύς, μονοκόμματος και για να είμαστε ειλικρινής, πέρα για πέρα προβλέψιμος. Χωρίς κίνητρα, ισορροπίες δυνάμεων, μεταπτώσεις και μύχιες διαδρομές.

Ένσταση δεύτερη και σαφώς κυριότερη. Ο περιβόητος «ρεαλισμός». Η υποτιθέμενη παραπομπή στη σκληρή και αδυσώπητη βρώμικη πραγματικότητα και η κριτική της. Μια ταινία που διατείνεται πως θέτει τον δάκτυλο επί τoν τύπoν των ήλων και βγάζει το σκοτάδι σε κοινή θέα. Σε μία ταινία μπορεί να απεικονίζεται πληρέστατα ή να μην απεικονίζεται διόλου το οτιδήποτε. Η κάθε ταινία χτίζει το δικό της σύμπαν όπου μπορεί να διαδραματίζονται από τα πιο αλλόκοτα συμβάντα ως τα πλέον απαραίτητα, λογικοφανή και απτά γεγονότα. Το «Miss Violence» από την άλλη, χτίζει ένα άναρχο σύμπαν, όπου προσπαθεί να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα προκειμένου να εκβιάσει τον συνδυασμό καλλιτεχνικής αρτιότητας και πρόκλησης σοκ. Κατά το δοκούν, αυθαίρετα και χωρίς επαρκή σύνδεση, η ταινία περνάει από το παραμορφωμένο και το παράξενο, στο ωμό και χειροπιαστό. Εν ολίγοις, δεν οικοδομεί μήτε το ένα μήτε το άλλο περιβάλλον και απλώς σουλατσάρει ανάμεσα στα δύο απρόσκλητη και αυθάδης, μετατρέποντας το σοκ σε φτηνό αυτοσκοπό. Είτε θα κινηθείς σε κόσμο παράλληλο προς την πραγματικότητα είτε σε ένα κόσμο βουτηγμένο σε αυτή. Ακόμη και αν υιοθετήσεις δύο στιλ ολότελα διαφορετικά μεταξύ τους, το ζητούμενο να συνδιαλαγούν γόνιμα και διαλεκτικά όχι οπορτουνιστικά και πρόχειρα. Το «Miss Violence» δεν παίζει τίμιο παιχνίδι. Ξεγελά και εξαπατά. Και ψεύδεται επικαλούμενο πραγματικότητα.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑