Reviews Lost in Translation (2003)

21 Σεπτεμβρίου 2022 |

0

Lost in Translation (2003)

Σκηνοθεσία: Σοφία Κόπολα

Παίζουν: Μπιλ Μάρεϊ, Σκάρλετ Τζοχάνσον

Διάρκεια: 105′

Ο Μπομπ και η Σάρλοτ είναι προσωρινοί ναυαγοί σε έναν ακατανόητο τόπο, παραδομένοι σε μια ατελείωτη αμηχανία και απορία. Μονίμως σαστισμένοι, δεν ξέρουν τι να πουν, τι να σκεφτούν, τι να νιώσουν. Ωστόσο, δεν είναι οι τυπικές χαμένες ψυχές -πιο πολύ μοιάζουν με ξεφούσκωτες κούκλες που παράτησε κάποιος σε μια αδειανή βιτρίνα. Είναι κι οι δυο βαθιά εξαντλημένοι, χωρίς να είναι σε θέση να δικαιολογήσουν αυτή την κόπωση. Είναι συναισθηματικά ρυτιδιασμένοι, ράθυμοι και νωχελικοί, αναποφάσιστοι ακόμη και για τη δυστυχία τους.

Σχεδόν αναπόφευκτα, είναι αυτοσαρκαστικοί και αμετανόητα ρομαντικοί. Πάνω απ’ όλα, είναι καταδικασμένοι να ζήσουν μία ιστορία από εκείνες που μοιράζεσαι μονάχα με ξένους κι αγνώστους που έρχονται από το πουθενά για να σου προσφέρουν μια οικειότητα που δεν θα βρεις ποτέ στους αληθινά κοντινούς σου ανθρώπους. O Μπομπ Χάρις, ένας άλλοτε διάσημος Αμερικανός ηθοποιός, συναισθάνεται πως το δειλινό της παρακμής έρχεται τρέχοντας. Πλέον θυμίζει ξεκούρδιστο ρολόι, ρυθμισμένο να χάνει καναδυό δευτερόλεπτα κάθε τρεις και λίγο. Η Σάρλοτ, μία όμορφη νιόπαντρη κοπέλα, νιώθει φιλοξενούμενη στην ίδια της τη ζωή, εγκλωβισμένη σε σχέσεις και επαφές που την κάνουν να αισθάνεται αόρατη.

Οι τροχιές του Μπομπ και της Σάρλοτ θα τρακάρουν και θα χορέψουν αγκαλιά στο αλλοπρόσαλλο και αχανές Τόκιο, που κινηματογραφείται σαν παιδική χαρά για ενήλικους. Φάλτσα καραόκε πάρτυ, άχαρες και νυσταλέες σουαρέ ναρκωτικών, φλιπεράκια που λαμποκοπούν σε χρωματιστά ξενυχτάδικα για μοναχικούς. Λεωφόροι σαν πεδιάδες που δεν καταλήγουν πουθενά, σμήνη ανθρώπων που πλημμυρίζουν κάθε γωνιά, μα πάνω απ’ όλα το πολύτιμο καταφύγιο, εκεί ψήλα. Το μπαρ του ξενοδοχείου, μία νησίδα των δύο, μία ιδιωτική χώρα για δυο ξεχασμένους ανθρώπους που θέλουν βρεθούν μονάχα ο ένας από τον άλλο.

Ο Μπομπ και η Σάρλοτ σμίγουν κι έρχονται κοντά μέσα από την αδιαφορία όλων των υπολοίπων για το πού είναι, πού βρίσκονται, τι κάνουν και πώς περνούν την ώρα τους. Και η επαφή τους θα ξεφύγει από τη φυλακή της (κάθε) “σχέσης”, μένοντας για πάντα ελεύθερη και ακατανόητη, πέρα από ειδύλλια και συμβάσεις. Η Κόπολα φτιάχνει μία λυπημένη κωμωδία από νύξεις και υπόνοιες, που μιμείται την απόλυτη ιλαροτραγωδία της ζωής. Μια νέα αρχή, μια καινούργια ευτυχία, η ανακούφιση για τα λάθη, η παρηγοριά για όσα ξεθώριασαν και ξέφτισαν στον δρόμο, όλα αυτά υπάρχουν κάπου παραδίπλα, αλλά δεν μπορούν πια να βγουν στην επιφάνεια. Διότι υπάρχει η κούραση, υπάρχει ο χρόνος που ξοδεύτηκε, υπάρχει η αυτοτιμωρία ότι είναι πλέον αργά, υπάρχει το βάρος της ανεπιθύμητης επιστροφής.

Ευτυχώς, όμως, υπάρχει και κάτι ακόμη: ο χώρος και ο χρόνος για έναν στερνό αποχαιρετισμό, μακριά από αδιάκριτα βλέμματα και αυτιά. Η Κόπολα χαρίζει στον Μπομπ και στη Σάρλοτ μία ιερή στιγμή ιδωτικότητας, από εκείνες που βλέπουμε από σπάνια έως ποτέ στο σινεμά. Κι εμείς μπαίνουμε αμέσως στο νόημα και καταλαβαίνουμε ότι δεν είναι δική μας δουλειά να μάθουμε τα τελευταία τους λόγια. Το μόνο που πρέπει να μας νοιάζει είναι ότι βρήκαν τον τρόπο να ψιθυρίσουν το δικό τους αντίο. Το ημιτελές σπανίως έχει υπάρξει πιο αρκετό.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑