What Ever Happened to Baby Jane?

Σκηνοθεσία: Ρόμπερτ Όλντριτς

Παίζουν: Τζόαν Κρόφορντ, Μπέτι Ντέιβις

Διάρκεια: 133′

Έτος παραγωγής: 1962

Το κατά πόσο η ζωή μιμείται την τέχνη ή το αντίστροφο μοιάζει μάλλον με το ερώτημα που αφορά την κότα και το αυγό. Υπάρχουν φορές όπου αυτά τα συγκοινωνούντα δοχεία εξαλείφουν κάθε υπόνοια κατεύθυνσης. Δεν υπάρχει σωστή φορά και αντίστροφη, υπάρχει μόνο ένας κύκλος όπου κάθε σημείο χρησιμεύει ως αφετηρία και ως τερματισμός, την ίδια ακριβώς στιγμή. Ο Λουίτζι Πιραντέλο, στο εισαγωγικό σημείωμα μίας από τις μεταγενέστερες έκδοσεις του μυθιστορήματός του Ο μακαρίτης Ματτία Πασκάλ, είχε αποφανθεί πως η μόνη διαφορά μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας είναι ότι κανείς δεν διανοείται να ζητήσει από την πραγματικότητα να φανεί αληθοφανής. Στον κινηματογράφο, το ομορφότερο, πληρέστερο και αληθέστερο (ανίκανο δηλαδή να υποπέσει στη λήθη, όπως υπονοοεί και η ετυμολογία της λέξης “αλήθεια”) ψέμα που κατασκεύασε ποτέ ο ανθρώπινος νους, σπανιώς συναντούμε τέτοια διαπλοκή ζωής και τέχνης, ζωής που κυλά μέσα στην τέχνη και τέχνης που βουτά μέσα στη ζωή, όπως στο -κάτι παραπάνω από- θρυλικό What Ever Happened to Baby Jane?

Η Μπέτι Ντέιβις και η Τζοάν Κρόφορντ μεσουράνησαν για πολλές δεκαετίες στο χολιγουντιανό σινεμά και φιλοτέχνησαν ένα από τα πιο αβυσσαλέα και φλογισμένα μίση που γνώρισε ποτέ το Χόλιγουντ, το οποίο ξεπέρασε τα αρχικά εσκαμμένα της επαγγελματικής αντιπαλότητας, αγγίζοντας απάτητες κορυφές εκατέρωθεν απέχθειας και αμφίδρομης μνησικακίας. Κι όπως είθισται, σε κάθε τέτοια περίπτωση λυσσαλέας αντιπαλότητας, οι δύο μονομάχοι έμοιαζαν σε πολλά πράγματα σαν δύο σταγόνες νερό. Η Ντέιβις και η Κρόφορντ παρουσίαζαν αμέτρητες ομοιότητες, σε σημείο που το δηλητήριο που εκτόξευαν η μία στην άλλη, θα μπορούσε κάλλιστα να έχει ως δέκτη το είδωλο της καθεμιάς στον καθρέφτη. Αμφότερες υπήρξαν (εκτός από τρομερά επιτυχημένες τόσο από άποψη δημοφιλίας όσο και από άποψη εισπρακτικών επιδόσεων των ταινιών όπου πρωταγωνιστούσαν) αδιανόητα αυτάρεσκες, συγκλονιστικά ιδιότροπες, στριφνές και ματαιόδοξες, και με βεβαρημένο μητρώο καταπίεσης όλων όσων κινούνταν, ζούσαν και ανέπνεαν στον περίγυρό τους.

Δια του λόγου το αληθές, σε μία μάλλον τρομακτική αναλογία, η κόρη της Ντέιβις ονόματι B.D. Hayman, καθώς και η Κριστίνα Κρόφορντ, θυγατέρα της Τζόαν, έγραψαν βιβλία που περιγράφουν με τα μελανότερα χρώματα τις σχέσεις που είχαν με τις δεσποτικές μητέρες τους. Το βιβλίο της Κριστίνα Κρόφορντ Mommie Dearest μεταφέρθηκε, μάλιστα, στη μεγάλη οθόνη, το 1981, με την Φέι Ντάναγουεϊ να παραδίδει μία camp ερμηνεία που έμεινε στην ιστορία. Η αντιπαλότητα μεταξύ Ντέιβις και Κρόφορντ αποτυπώθηκε, επίσης, στο βιβλίο Bette and Joan: The Divide Feud (1989), το οποίο αποτέλεσε την πρώτη ύλη για τον πρώτο κύκλο της πρόσφατης τηλεοπτικής σειράς Feud, όπου η Σούζαν Σαράντον και η Τζέσικα Λανγκ υποδύονται, αντίστοιχα, τις δύο οιστριονικές και υπέρλαμπρες σταρ, την περίοδο της αναγκαστικής τους συνύπαρξης, για τις ανάγκες του What Ever Happened to Baby Jane?.

Η ταινία του Όλντριτς είθισται να συνοδεύεται από τον χαρακτηρισμό camp, ο οποίος, έστω και άθελά του, υποβαθμίζει τις αναρίθμητες και εντυπωσιακές αρετές ενός θεοσκότεινου και κατάμαυρου ψυχολογικού θρίλερ. Ο Όλντριτς (που αδυνατούμε να φανταστούμε πόσο διπλωμάτης θα έπρεπε να φανεί στα γυρίσματα της ταινίας, σε αυτή την ισορροπία τρόμου μεταξύ των δύο αντίζηλων) παραδίδει μαθήματα χωροταξικής πειθαρχίας και κομψότητας, μετατρέποντας το σπιτικό της συμβίωσης μεταξύ των δύο αδερφών σε ένα πεδίο μάχης, με τα χαρακώματα, τις ενέδρες, τις αποπνικτικές παγίδες και αθέατες φυλακές να παραμονεύουν σε κάθε πλάνο. Το What Ever Happened to Baby Jane? λειτουργεί ως ένα ανατριχιαστικά στρεβλωμένο είδωλο του μυθικού Sunset Boulevard (1950) του Μπίλι Γουάιλντερ, όπου ακόμη και ο έκπτωτος παράδεισος μοιάζει με μία ξεχασμένη πολυτέλεια των παλιών καλών καιρών.

Ο Κάιν και ο Άβελ έχουν πλέον λάβει γυναικεία μορφή και το αδελφικό μίσος είναι η μόνη πιθανή, φυσική (σχεδόν επιθυμητή, με ένα τρόπο υπόγεια σαδιστικό, σε μία σαγηνευτική ενσυναίσθηση της αδήριτης δίψας για Κακό που διεγείρει η ταινία) επιλογή, για ένα κόσμο που αλλάζει αμετάκλητα, βίαια, καθημερινά και κάθε στιγμή, ολοένα πιο οριστικά. Η Μπέτι Ντέιβις θάβει κάθε ικμάδα γοητείας, βγάζει από τη ναθφαλίνη την παλιά της λάμψη και την αφήνει να ξεροψηθεί στην παρακμή και τη σήψη. Σοβαντισμένη σαν νεκρή που δεν αποδέχεται ακόμη την ιδέα του θανάτου, τραγουδά τον ανατριχιαστικό της σκοπό, υπενθυμίζοντας πως καμιά φορά η ζωή ξεχνά να πεθάνει όταν πρέπει. Και συνεχίζει να ταριχεύει άταφα αισθήματα και σκυλεμένες ομορφιές, που αλυχτούν χωρίς να μπορούν να βρουν λύτρωση.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑