Festivals TIFF 61: The Last and First Men

8 Νοεμβρίου 2020 |

0

TIFF 61: The Last and First Men

Σκηνοθεσία: Jóhann Jóhannsson

Αφήγηση: Tilda Swinton

Διάρκεια: 70′

Πρώτη και (δυστυχώς) τελευταία μεγάλου μήκους σε σκηνοθεσία του πρόωρα εκλιπόντος ισλανδού μουσικοσυνθέτη Jóhann Jóhannsson, ο οποίος, πέρα από τις solo δουλειές του και τη συνεργασία του με τον Tim Hecker και τη βραβευμένη με όσκαρ Hildur Guðnadóttir (Joker), είναι ίσως περισσότερο γνωστός για τα σάουντρακ των ταινιών Prisoners (2013), Sicario (2015) και Arrival (2016) του Denis Villeneuve.

Η ιδέα για αυτό το κινηματογραφικό δοκίμιο απόκοσμης εικαστικής ομορφιάς γεννήθηκε, σύμφωνα με τον Jóhannsson, το 2010, όταν ήρθε σε επαφή με το έργο του δανού φωτογράφου Jan Kempenaers, με τίτλο Spomeniks: μια σειρά έγχρωμων φωτογραφιών από τα γιγαντιαίων διαστάσεων ρετροφουτουριστικά μνημεία που, έπειτα από παραγγελία του Τίτο, ανεγέρθηκαν στο έδαφος της πρώην Γιουγκοσλαβίας, μεταξύ της δεκαετίας του 1960 και του 1980. Κάπως έτσι ο Jóhannsson βρέθηκε να ταξιδεύει στα Βαλκάνια, όπου θα κινηματογραφούσε σε ασπρόμαυρο 16άρι φιλμ, με τη Sturla Brandth Grøvlen (Rams, 2015) στη διεύθυνση φωτογραφίας, τα εγκαταλελειμμένα μνημεία, που δεσπόζουν ακόμη επιβλητικά σε αχανείς ανοιχτωσιές, ίχνη ενός όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος.

Η ιστορία βασίζεται στο ομότιτλο μυθιστόρημα (1930) του Bρετανού William Olaf Stapledon, που έγραψε μερικά από τα πιο επιδραστικά πρώιμα έργα επιστημονικής φαντασίας, πηγή έμπνευσης για συγγραφείς όπως ο Arthur C. Clarke, ο Stanisław Lem, αλλά και η Virginia Woolf. Εξιστορώντας την κατάσταση του υπερ-εξελιγμένου ανθρώπινου είδους («18ο είδος»), το ψυχρό voice over, που δανείζεται τη φωνή της Tilda Swinton, παίζει σαν μήνυμα που έρχεται απ’ το μέλλον, απ’ το χείλος του αφανισμού, δύο δισεκατομμύρια γήινα χρόνια από σήμερα, για να συναντήσει τα πλάνα και την υποβλητική μουσική ατμόσφαιρα του Jóhannsson, συνυφαίνοντας μια αφήγηση που συγκινεί και, ανά στιγμές, κόβει την ανάσα.

Βερτικάλ των μνημείων, κόντρα στον ουρανό, κάδρα που αγκαλιάζουν τις γεωμετρικές λεπτομέρειες σπάζοντας τη μονοκόμματη φόρμα των γρανιτένιων όγκων, ζουμ στις πτυχώσεις της πέτρας, αργά πλάνα της μαρμάρινης επιφάνειας, όπου οι άκρες σχεδόν διαλύονται στον κόκκο της θολούρας ενός σύννεφου περαστικού. Επαναπλαισιωμένα στην αφήγηση των «Πρώτων και Τελευταίων ανθρώπων», τα μνημεία αποκόπτονται από τα συμφραζόμενα ενός γνώριμου τοπίου· αιωρούνται σαν εξωγήινα σκάφη που δεν λεν να αποφασίσουν την προσγείωση σε τούτο τον πλανήτη, για να μεταμορφωθούν κάποτε σε αλλόκοσμα χνάρια ενός άγνωστου πολιτισμού, ενός ασύλληπτου μέλλοντος.

Μήνυμα που εκπέμπει sos, προφητεία, προειδοποίηση, ίσως συνάντηση στην παράξενη γλώσσα μια διαφορετικής ελπίδας. Ένα ρέκβιεμ για το τέλος του «κόσμου μας», έναν που έχει αρχή και τέλος, ταυτόχρονα μεγαλειώδης και μηδαμινός, φευγαλέο σπινθήρισμα του σύμπαντος.

Και μετά; Μπορεί κανείς πάντα μονάχα να φαντάζεται…




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑