Αλκυονίδες
Σενάριο – σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Σκούρας
Παίζουν: Μαριάμ Ρουχάτζε, Παύλος Ιορδανόπουλος, Μάκης Παπαδημητρίου
Διάρκεια: 15΄
Έμπειρος ο Αλέξανδρος Σκούρας, καθώς έχει στο ενεργητικό του οχτώ μυθοπλασίες μικρού μήκους. Σ’ ετούτη εδώ παρακολουθούμε την ηρωίδα του (ίσως και κυριολεκτικά), καθώς βιώνει τη μιζέρια της αγροτικής της ζωής, την ασχήμια του κόσμου γύρω της. Δεν είναι… μοντέλο, διεκδικεί όμως το δικαίωμα να αλλάξει τη μοίρα που η φύση και οι άνθρωποι της έχουν επιφυλάξει. Ελπίζει να αποκατασταθεί, κόντρα σε κάθε είδους αδικία, προσμένοντας (τι άλλο σε μια κλειστή κοινωνία;) έναν γάμο. Όμως, είναι προφανές από το πρώτο ασπρόμαυρο πλάνο ότι ο γαμπρός δεν πετάει τη σκούφια του από χαρά, μοιράζεται μαζί της μόνο διαστήματα ατέλειωτης σιωπής και όχι αγάπης. Ένα τυχαίο γεγονός, θεωρητικά μια αναβολή απλά για αύριο, μετατρέπεται εύκολα σε ευκαιρία ματαίωσης της ένωσης των δύο εις σάρκαν μίαν και οριστικοποίησης της μοναξιάς της. Αυτήν θα παντρευτεί, τη μοναξιά, εκεί στους άδειους διαδρόμους του δημαρχείου. Ο σκηνοθέτης σκόπιμα δεν αφήνει την ομορφιά να εισχωρήσει από πουθενά, όλα είναι γκρίζα και στην τελική σκηνή, αφήνοντάς μας παγωμένους στο κάθισμά μας…
MJ (27′)
Σενάριο – σκηνοθεσία: Γιώργος Φουρτούνης
Παίζουν: Γιώργος Κατσής, Εύη Σαουλίδου, Χρήστος Πασσαλής, Τόνια Σωτηροπούλου
Διάρκεια: 27΄
Το 2011, ο Γιώργος Φουρτούνης με το Πίστομα απέσπασε τον Χρυσό Διόνυσο, δηλαδή το κορυφαίο βραβείο του ελληνικού διαγωνιστικού προγράμματος στο Φεστιβάλ της Δράμας. Επιστρέφει στην πρωτεύουσα των μικρομηκάδων 13 χρόνια μετά, για να σκηνοθετήσει κάτι πολύ διαφορετικό αισθητικά, στιλιστικά, θεματολογικά. Πρόκειται για το MJ, αρχικά που παραπέμπουν στον Μάικλ Τζόρνταν (θα μπορούσαν να παρέπεμπαν και στον Μάικλ Τζάκσον, μια που η κεντρική περσόνα του φιλμ καταπιάνεται με τη μουσική). Ο GOAT, ο Greatest Of All Time, ο μεγαλύτερος όλων των εποχών δηλαδή, είναι το πρότυπο ενός τράπερ. Ενός παιδιού της εποχής μας, που έχει στα πόδια του τη δόξα, εφήμερη πλην όμως πάντα καλοδεχούμενη, τα χρήματα και τα λούσα, τις κούρσες και τις γκόμενες, πρώην και επόμενες… και γενικώς, όπως θα τόνιζε ο σπουδαίος Δήμος Μούτσης. Με γραφή που απωθεί, ίσως επιτηδευμένα, με σενάριο διάτρητο, αλλά και με μουσικές ρηχές όσο αρμόζει στον καιρό μας, ο σκηνοθέτης φτιάχνει μια ταινία για fake περσόνες, για fake επιτυχίες και σχέσεις, για μάνες και παιδιά που δεν ξέρουν πώς να γεφυρώσουν το χάσμα ανάμεσά τους (μάλλον δεν το επιδιώκουν και τόσο παθιασμένα τελικά…). Κουβαλά διάκριση από το ONASSIS CULTURE, αλλά πνίγεται στη δηθενιά του κατεστραμμένου ήρωά του.
Ο πρώτος μου γάμος
Σκηνοθεσία: Ανδρέας Χαλικιάς
Σενάριο: Νικόλας Κούλογλου
Παίζουν: Άλκης Μιχαηλίδης, Αθηνά Μοσχίδου
Διάρκεια: 12΄
Ερχόμενος από φοίτηση στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, ο Ανδρέας Χαλικιάς φτιάχνει μια απολαυστική πρώτη ελληνόφωνη ταινία μικρού μήκους. Αποδεικνύει έτσι πόσο μπορεί να βοηθήσει η όσμωση με το αμερικανικό σινεμά, το κατ’ εξοχήν συνδυάζον (στα καλά του) το ποιοτικό με το εμπορικό, το περιεχόμενο με την απόλαυση. Γιατί αυτή είναι σίγουρα η πιο απολαυστική στιγμή του φετινού ελληνικού διαγωνιστικού προγράμματος, ιδανικό φιλμ για να το δουν μικροί και μεγάλοι, μια πρόταση που οπωσδήποτε πρέπει να επιλεγεί και από την Ολυμπία για το εκεί φεστιβάλ. Υπάρχουν τα πάντα εδώ: η ελληνική επαρχία, τα “βάρβαρα” παιδικά παιχνίδια, η αέναη μάχη (αλλά και έλξη) των δύο φύλων, η αυθόρμητη αναπόληση για όσους από εμάς πέρασαν από τούτη την γλυκιά εποχή. Τότε που παρά τις πέτρες που έπεφταν, παρά το αίμα που έτρεχε, κυριαρχούσε η απίστευτη αθωότητα μπροστά στις έννοιες που απασχολούν τους ενήλικες. Παραμυθάκια για ακέφαλους καβαλάρηδες, ακούσματα για το σεξ και πώς να το αποκτήσετε, κολπάκια για να κερδίσει το αγόρι την καρδιά του κοριτσιού και τανάπαλιν: Ένα ευρηματικό σενάριο, με μνημειώδεις ατάκες, μια διαφορετική από το σύνολο των λοιπών φεστιβαλικών εκδοχή του σινεμά που αγαπήσαμε once upon a time…
Κυνηγός
Σενάριο – σκηνοθεσία: Παύλος Σηφάκης
Παίζουν: Τάσος Δημητρόπουλος, Ελπίδα Μπελιμπασάκη, Χρήστος Καραβέβας, Πένυ Διονυσιώτη
Διάρκεια: 17΄
Ο Παύλος Σηφάκης φαίνεται πως είναι λάτρης του κινηματογράφου του φανταστικού. Ή μάλλον, για να το πούμε ορθότερα, είναι λάτρης του σινεμά μιας μελλοντολογικής καταστροφής είτε οφείλεται σε κάποιον ιό, όπως στην Έκδυση, είτε στην έλλειψη αποθεμάτων τροφής, όπως στο νέο του πόνημα, τον Κυνηγό. Πέρα από τις προφανείς οικολογικές ανησυχίες του, για ένα επερχόμενο τέλος του κόσμου όπως τον ξέραμε, εδώ προστίθενται ανησυχίες για την ανθρωπιά μας, για τα δυστυχή αδέσποτα που γίνονται -εξ ανάγκης- η νέα λεία για τους κυνηγούς, αλλά και για την πολιτική πραγματικότητα. Οι διαφωνούντες με όσα αποτελούν την κυρίαρχη ιδεολογία, οι αμφισβητίες, υφίστανται κυριολεκτικά το κόψιμο της γλώσσας τους, φιμώνονται μια για πάντα, καθίστανται τα νέα αδέσποτα ζώα / θηράματα. Ο σώζων εαυτόν σωθήτω, επομένως, με τα χειρότερα να έρχονται, θυμίζοντας το πώς επέζησαν κάποιοι κάποτε στις Άνδεις, αλλά και τι είναι ικανός να κάνει (μόνο όταν δεν έχει άλλο τρόπο;) ο άνθρωπος. Πολύ καλές οι προθέσεις, οφείλουμε βέβαια να σημειώσουμε ότι η οπτικοποίησή τους απέχει παρασάγγας από την αντίστοιχη γνωστών ξένων δημιουργιών του είδους.
Γκέκας
Σενάριο – σκηνοθεσία: Δημήτρης Μουτσιάκας
Παίζουν: Παύλος Λαγός, Νίκος Γεωργάκης
Διάρκεια: 25΄
Γνώριμος στη Δράμα από το Τέρμα, που έφερε εδώ το χαλεπές έτος που τα έσκιαζε όλα ο κορωνοϊός, δηλαδή το 2020, ο Δημήτρης Μουτσιάκας επιλέγει φέτος μια πιο ρεαλιστική ματιά, εστιάζοντας πάνω στην ελληνική επαρχία. Ένα χωριό που ζει κυρίως από την κτηνοτροφία και το κυνήγι, ο μπρουτάλ (αλλά όχι τόσο ώστε να μην τον κοροϊδεύουν οι “συνάδελφοί” του) μπαμπάς και ο γιος που πρέπει να μπει στην εφηβεία. Βίαια, να ενηλικιωθεί με τη μία. Να μάθει να σκοπεύει και να χτυπάει στο ψαχνό, να στοχεύει τους λαγούς και να δικαιώσει έτσι (με το νου του) τον αποτυχημένο -στα μάτια της κάστας του- πατέρα. Απουσία μητέρας και κατά συνέπεια στοργής, απαγόρευση συναισθημάτων προς κάθε είδους κατοικίδιο (τετράποδο ή και… δίποδο) είναι το μοντέλο που προωθεί ο υπερβολικός στη σκιαγράφησή του χαρακτήρας του Νίκου Γεωργάκη, χωρίς αυτή η υπερβολή να σημαίνει ότι δεν στέκει ως “πραγματικός”. Τι θα συμβεί όταν τα δύο σκυλιά έρθουν κοντά το ένα στο άλλο, φερθούν αντίστοιχα με το πώς τους μεταχειρίζονται τα δύο παιδιά; Δεν θα το μάθουμε ποτέ, γιατί άλλες οι βουλές του γονιού. Πώς θα μετατραπεί το άκακο αγόρι σε αγριεμένο σκοπευτή και πού θα σκοπεύσει; Οι απαντήσεις έρχονται εν μέρει αναμενόμενες, αλλά λειτουργικές για όσα πραγματεύεται ο δημιουργός, σε ένα καλά δομημένο φιλμ.