Festivals 44o Φεστιβάλ Δράμας: Ημέρα 4η (16/9)

17 Σεπτεμβρίου 2021 |

0

44o Φεστιβάλ Δράμας: Ημέρα 4η (16/9)

Μέρα 4η, Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου

Πλησιάζοντας στο τέλος του Φεστιβάλ, η γενική εικόνα του ελληνικού τμήματος είναι οπωσδήποτε καλή, παρότι η πρώτη μέρα μας προετοίμαζε για κάτι ακόμα δυνατότερο. Πέμπτη, λοιπόν, και οι έξι προβληθείσες ταινίες είχαν αρκετά να μας πουν…

Βαθύκοφτο” της Ιωάννας Κρυωνά. “Ανέμισες για μια στιγμή το μπολερό / και το βαθύκοφτο καλί σου μεσοφόρι”… μα δεν βγάζει νόημα ο στίχος του Νίκου Καββαδία έτσι! Κι όμως το “βαθύ πορτοκαλί” το τραγουδά η μια από τις δύο φιλενάδες ως “βαθύκοφτο καλί”, όταν δε η “κολλητή” της τη διορθώνει και τη ρωτά τι μπορεί να σήμαινε το “καλί”, λ.χ., έχει έτοιμη την απάντηση περί ποιητικής αδείας. Τι γυρεύει λοιπόν το τραγούδι του Θάνου Μικρούτσικου στα χείλη των νεαρών κοριτσιών; Πώς συνδέεται “Η επιστήμη της λογικής” του Χέγκελ με… “το κουτί της Πανδώρας”; Στο Βερολίνο του σήμερα, η σκηνοθέτιδα -και ενεργή ακτιβίστρια ήδη από την εποχή διακυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου- μας γνωρίζει δύο φοιτήτριες φίλες (και όχι μόνο;), με ατέλειωτη αγάπη της μίας για την άλλη, αλλά και με διαρκή ανταγωνισμό, προσπάθεια επιβολής, κόντρα για την κόντρα. Όπως συμβαίνει σε κάθε δυνατή σχέση. Άνευ λόγου, δι’ ασήμαντον αφορμήν μπορεί η καθεμιά τους να… εκραγεί ανά πάσα στιγμή. Αυτή η έκρηξη δεν είναι ποτέ ανώδυνη, αλλά σημαίνει κάθε φορά την άμεση αποκατάσταση του “κανονικού”, την επαναφορά στη χαρά και το γέλιο. Και κάπου κρύβεται (;) η πολιτική θέση της Κρυωνά για τα πράγματα τώρα, στον καιρό της πανδημίας. Το καζάνι βράζει, μήπως εκραγεί από στιγμή σε στιγμή; Άψογες ερμηνείες από τις πρωταγωνίστριες, ωραία κινηματογράφηση, πρώτο και δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης για το ζην επικινδύνως…

Ο Γιάννης Βασιλώτος και ο Γιώργος Ημέρης σκηνοθετούν το “Sea you”. “Τα λέμε”, “Θα ξαναειδωθούμε”, αλλά και “Τα θαλασσώσαμε” μπορεί να ερμηνευτεί το λογοπαίγνιο στην αγγλική. Ποια η σχέση της θάλασσας με τον έρωτα; Οι εναλλαγές γαλήνης με φορτούνα βοηθούν σε έναν παραλληλισμό ενδιαφέροντα, αν και κάπως ανεκδοτολογικό. “Ζήσε το σήμερα”, έστω κι αν ξέρεις ότι αύριο μπορεί να παλεύεις με τα κύματα. Όπως οι ναυτικοί λατρεύουν να ταξιδεύουν, παρά τους κινδύνους, έτσι και οι ερωτευμένοι αφήνονται στο πάθος τους, μολονότι ξέρουν ότι συνήθως κάπου αυτό θα χαθεί, θα μείνει απλά η μυρωδιά του. Αξία έχει πάντα το ταξίδι. Γλυκόπικρο φιλμ, με ατέλειες, όπως η όχι ιδιαίτερα εύστοχη αφήγηση off, αλλά και έξυπνες εναλλαγές λήψεων (κοντινά πάνω στη μηχανή ή στο ντουζ, μακρινά στην προετοιμασία για τη βουτιά).

Στα γαλανά νερά εδρεύει και η κάμερα της Αλεξάνδρας Ματθαίου. Λεμεσός, Κύπρος. Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι… μόνο που εδώ υπάρχει πολύ κρασί (αλκοόλ για να είμαστε ακριβείς), πολλή θάλασσα, αλλά κανένα αγόρι. Η βουτηγμένη στη θλίψη των γενεθλίων της ηρωίδα, μια τριαντάρα plus, ετοιμάζεται να εγκαταλείψει τη ζωή της, μη βρίσκοντας πια το παραμικρό στο να φτιασιδώνει το άσχημο, να το κάνει να δείχνει λαχταριστό, όμορφο, να ξεγελά. Έτσι είναι και η ίδια. Ωραία, τα έχει όλα, αλλά… αυτό νομίζουμε, αυτό νομίζουν οι γύρω της. Το φαίνεσθαι διαφέρει τα μάλα από το είναι. Ώσπου έρχεται η από μηχανής θεά, μια δύστυχη πρόσφυγας που χαροπαλεύει με τα κύματα, να δώσει το νέο νόημα. Σώζοντάς τη, αφοσιώνοντας τον εαυτό της στο να μην ξανάρθει σε τέτοια θέση αυτό το πλάσμα που έβγαλε από τη θάλασσα, η Celestina, σαν να ζωντανεύει τον ομώνυμο πίνακα του Πικάσο. Μια ιστορία αγάπης και επανέναρξης, αρκετά αντισυμβατική, καλογυρισμένη, λουσμένη στον κυπριακό ήλιο, το “A summer place” μας συστήνει την πρωταγωνίστριά του, Μαίρη Μηνά, που θα ξαναδούμε σίγουρα σε μελλοντικές κινηματογραφικές παραγωγές, καθώς “γράφει” στην κάμερα.

Δεν θέλω να ξεχάσω τίποτα”. Δύο αδελφές μιλούν στο τηλέφωνο, ενώ η μία ντύνεται για να πάει κάπου. Όλα μοιάζουν τόσο φυσιολογικά και τόσο κοριτσίστικα, όμως γρήγορα αποκαλύπτεται στο φακό ότι το θέμα της κουβέντας τους είναι μία απώλεια, ίσως η υπέρτατη όλων. Αυτή της μάνας. Η κοπέλα που ντύνεται (η πάντα εξαιρετική Ρομάνα Λόμπατς) θέλει ουσιαστικά να μπει στα ρούχα εκείνης, να τη νιώσει, μέσα από το φόρεμα ή από το διάβασμα των βιβλίων της. Δεν πρόκειται να παρευρεθεί σε καμιά τελετή, δεν το αντέχει, το αντίο το λέει στην -και το εισπράττει από την- αδελφή της. Βραβευμένη στην Κύπρο, η ταινία είναι ίσως παραπάνω σύντομη απ’ ότι θα έπρεπε, κατορθώνοντας να κερδίσει το συναίσθημά μας, αλλά ολοκληρώνοντας βιαστικά το λόγο της. Η σκηνοθέτιδα, Βαγγελιώ Σουμέλη, μας είχε δώσει και το όμορφα πικρό “Tropical dreams” προ τριετίας, με τη Λόμπατς και πάλι στο καστ.

Ο Νίκος Τσεμπερόπουλος καταπιάνεται με την εφηβεία και το φαγητό της ψυχής στην τρυφερή αυτή ηλικία. Γονεϊκά πρότυπα, έως και αποκρουστικά. Προσπάθεια ένταξης σε ένα νέο περιβάλλον. Είναι επίπονη, ο καινούριος υφίσταται άμεσα ή έμμεσα σταθερά bullying. Το παλεύει, αλλά είναι διαφορετικός, γι’ αυτό και τον έλκει το “άσχημο”, το εκτός των προδιαγραφών, το ατίθασο. Σαν μια σοβαρή εκδοχή του “Η σαραντάρα και ο πρωτάρης”, μακριά όμως από σεξουαλικές ευκολίες, ο δημιουργός μας αφηγείται μια ιστορία κατανόησης και μύησης. Επανεμφανίζεται η “Bella”, η οποία σάρωσε πέρσι εδώ στη Δράμα, για να παράσχει αυτή το “Soul food”, που μπορεί να είναι νόστιμο, αλλά και αλανιάρικο, σαν τις μουσικές της. Από τούδε και στο εξής, ο ήρωάς μας δεν θα ανεχθεί άλλο το fake, δεν θα βολεύεται με… κέτσαπ στα μακαρόνια, αλλά θα προχωρήσει στο δρόμο του παλιού, ξεχασμένου, αλλά αυθεντικού, της… κασέτας. Ακόμα κι αν χρειαστεί να αντικαταστήσει το κόκκινο του κέτσαπ με εκείνο του αίματος, στην πρώτη πράξη αντίστασής του.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑