Festivals Free Solo

21 Μαρτίου 2019 |

0

Free Solo

Σκηνοθεσία: Ελίζαμπεθ Τσάι Βασαρχέλι και Τζίμι Τσιν

Διάρκεια: 97′

Ο Άλεξ Χόνολντ είναι ένας από τους διασημότερους free solo climbers του κόσμου. Τα κατορθώματά του τού έχουν επιφέρει το status του θρύλου στον χώρο της ελεύθερης ορειβασίας. Χρησιμοποιώντας αποκλειστικά τα μέλη του σώματός του, δίχως δηλαδή την προστατευτική δικλείδα των ορειβατικών σκοινιών, ο Άλεξ έχει σκαρφαλώσει σε απόκρημνους βράχους και έχει βρεθεί να πατάει απλησίαστες εκ πρώτης όψεως κορυφές. Το «Free Solo» τον ακολουθεί σε αυτό που επρόκειτο να αποτελέσει το magnum opus του: την ελεύθερη, μοναχική του ανάβαση στον υψηλότερο μονόλιθο του πλανήτη, τον Ελ Καπιτάν.

Ξεκινώντας από τα επιμέρους στοιχεία της προσωπικότητας του Χόνολντ και ακολουθώντας τον σε διάφορες καθημερινές εκφάνσεις της ζωής του, οι Ελίζαμπεθ Τσάι Βασαρχέλι και Τζίμι Τσιν συνθέτουν σταδιακά το προφίλ του τολμηρού ορειβάτη, ανιχνεύοντας το τι είναι αυτό που μπορεί να ωθήσει έναν άνθρωπο σε ενέργειες των οποίων η επικινδυνότητα μοιάζει εξωπραγματική. Δεν προσφέρουν βέβαια εύκολες απαντήσεις ως προς τους γενεσιουργούς παράγοντες αυτής της ανάγκης του Χόνολντ ˙ ενδιαφέρονται περισσότερο για τη σιδερένια πειθαρχία του, τον ασκητικό τρόπο ζωής του, το ρόλο που διαδραματίζει το free solo climbing στις σχέσεις του. Ακολουθούν το πολύπλευρο φορτίο που κομίζει μία τέτοια επιλογή στην καθημερινότητά του.

Και αν η αποτύπωση των προσωπικών του στιγμών μαρτυρά μία αμηχανία εκ μέρους του δημιουργικού ζευγαριού, κάθε φορά που ο Χόνολντ ακουμπά τον τοίχο που πρόκειται να σκαρφαλώσει η ταινία συναντά εκ νέου το αληθές της περιεχόμενο. Οδηγούμενη στην αναγκαστική κορύφωση που συνιστά η συνάντηση του ορειβάτη με τον επιβλητικό βράχο του Γιοσέμιτι, η ταινία αποκτά μία απόλυτα μυσταγωγική αύρα. Η απεραντοσύνη του εικονιζόμενου σχεδόν ως ιερού βράχου, τα μεγάλα μακρινά πλάνα που κόβουν την ανάσα –από τις φορές που αυτή η φράση μπορεί όντως να σταθεί– και η μικρότητα του τολμηρού ορειβάτη μπροστά στην πελώρια γρανιτική μάζα την οποία απειλεί να δαμάσει δημιουργούν ένα καθηλωτικό οπτικό αποτέλεσμα.

Πέραν όμως του ερεθισμού του αμφιβληστροειδούς, το “Free Solo” εμπεριέχει και μία αναζήτηση ανθρώπινων ορίων. Μία αναμέτρηση με τη μεγάλη, πανανθρώπινη και υπεράχρονη ασθένεια του θανάτου. Μία αρρώστια που δε θεραπεύεται, αλλά ξεγελιέται. Και ο τρόπος που επιλέγει ο Χόνολντ να παλέψει με τη θνητότητά του είναι να προχωρά σύριζα με το φινάλε. Κάθε πιθανό ολίσθημα έχει ως αποτέλεσμα τον θάνατο. Και αυτός ο γιγάντιος τοίχος είναι αδυσώπητος, επειδή ακριβώς δεν είναι για όλους. Αποζητά την πλήρη αφοσίωση, το κατακάθι της ψυχής του επίδοξου δαμαστή. Και αυτός την προσφέρει, όχι τόσο για αυτό που πρόκειται να αντικρίσει πατώντας στην κορυφή, αλλά για το ίδιο το ταξίδι, πλάι με τον θάνατο. Γι’ αυτήν την αποθέωση της μοναχικής διαδρομής, την εξάντληση του σώματος που μακραίνει τον βίο της ψυχής, με την καρδιά να ακουμπά τον βράχο και να πάλλεται ως ικέτιδα στον άηχο επιβλητικό ρυθμό του.

Στο «Free Solo» συναντά κανείς και μία ενδιαφέρουσα προβληματική που αφορά τον ίδιο τον κινηματογράφο τεκμηρίωσης. Μέχρι πού δικαιούται η αδιάκριτη ματιά της κάμερας να εισχωρεί; Η παρουσία του τεχνικού επιτελείου, εκτός των πρακτικών δυσχερειών που τυχόν προκαλεί στο έργο του Χόνολντ, σηματοδοτεί και ένα είδος ύβρεως, διάρρηξης της διαλεκτικής σχέσης του ανθρώπου με την ίδια του τη μοίρα, επέμβασης σε ένα αυστηρά προσωπικό τόλμημα. Την απάντησή τη δίνουν οι ίδιοι οι δημιουργοί, με τον αναντίρρητο σεβασμό, τη σεμνότητα και την ταπεινότητα με την οποία προσεγγίζουν τον άθλο του ορειβάτη, δίχως exploitative διάθεση και φυλώντας για το τέλος μια βαθιά υπόκλιση.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑