Kάννες 2018: οι δύο ασπρόμαυρες ελπίδες του Διαγωνιστικού!

Έχουμε πολλούς λόγους να αγαπάμε τον Pawel Pawlikowski. Ο αγγλοαναθρεμμένος Πολωνός σκηνοθέτης δεν είναι ακριβοθώρητος, δεν μας πρήζει όμως και συνέχεια με ταινίες. Κάνει κάτι μόνο αν έχει κάτι να πει. Για να καταλάβετε, το «Zimna wojna» (Cold War) είναι μόλις η έκτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί σε 20 χρόνια καριέρας! Πέντε χρόνια έχουν περάσει από το αριστούργημά του, την «Ida». Καμία από τις έξι του ταινίες δεν ξεπερνάει σε διάρκεια τα 90 λεπτά!

Μας σύστησε την Emily Blunt στο «Καλοκαίρι του έρωτά μου» (My Summer of Love, 2004). Κι επιστρέφει στις Κάννες μετά την πρώτη του ταινία, το «The Stringer» (1998), που είχε προβληθεί στο «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» κι ομολογώ πως είναι η μοναδική του ταινία που δεν έχω δει. Τώρα λοιπόν, 20 χρόνια μετά από τότε, είναι πλέον στο Διαγωνιστικό Τμήμα για πρώτη φορά. Και θέτει από πολύ νωρίς σοβαρή υποψηφιότητα να κερδίσει κάποιο βραβείο, αν όχι το μεγαλύτερο: τον Χρυσό Φοίνικα.

Πολωνία, 1949. Η χώρα προσπαθεί να γιατρέψει τα σημάδια που της άφησε η λαίλαπα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Βίκτορ είναι ένας μουσικός που κάνει περιοδεία στην πολωνική ενδοχώρα, καταγράφοντας παραδοσιακά τραγούδια. Μαζί του είναι η συνεργάτης – ερωμένη του, η Ιρένα και ο οδηγός τους, ο Καζμάρεκ, σαν να λέμε, ο έμπιστος του Κόμματος, αυτός που ελέγχει τα πράγματα να γίνονται έτσι όπως πρέπει. Έχοντας μαζέψει μπόλικο υλικό, οι δύο ιθύνοντες νόες κάνουν κάστινγκ.

Ψάχνουν νέους και νέες με ταλέντο στο χορό και το τραγούδι για να δημιουργήσουν ένα γκρουπ που συμμετέχοντας σε φεστιβάλ ανά τον κόσμο, θα αποδεικνύει την ανωτερότητα του κομμουνιστικού μοντέλου, έχοντας ως βάση τα παραδοσιακά τραγούδια και τους χορούς. Έτσι δημιουργείται το Mazurek Ensemble. Στις ακροάσεις ο Βίκτορ θα ξεχωρίσει την Ζούλα, μια όμορφη ξανθιά με καλή φωνή αλλά ακόμα πιο δυνατό ταμπεραμέντο. Οι δυο τους δεν θα αργήσουν να γίνουν εραστές. Ο Βίκτορ ψάχνει αφορμή να αυτομολήσει στη Δύση. Ζητάει από την Ζούλα να τον ακολουθήσει. Εκείνη δεν θα το κάνει. Οι δυο τους θα βρίσκονται και θα χωρίζουν. Κι αυτό θα συνεχιστεί μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’60…

Για δεύτερη φορά σε άσπρο και μαύρο, για δεύτερη φορά στη μητρική του γλώσσα, για δεύτερη φορά στο φορμά της ακαδημίας. Ο Pawlikowski κάνει ένα σινεμά με βάση τον άνθρωπο, με τρομερή ευχέρεια στην αφήγηση της ιστορίας, με πάντα κάτι δυνατό για να αιφνιδιάσει τον θεατή του. Πατώντας στα τραγούδια, η ταινία έχει ρυθμό, μελωδία, σε αιφνιδιάζει ευχάριστα, σε γλυκαίνει, ενόσω αφηγείται μια ιστορία έρωτα, έχοντας ως σκηνικό μια εποχή αβεβαιότητας και τερματισμού των ψευδαισθήσεων. Η εποχή στην οποία εξελλίσσεται η ταινία είναι η εποχή του «Ψυχρού Πολέμου», ενός πολέμου που μαινόταν σε όλα τα πεδία μαχών, εκτός από εκείνο με όπλα. Ο πόλεμος γινόταν με επίκεντρο τον αθλητισμό, την τέχνη, την τεχνολογία, το διάστημα. Ναι, αλλά κι αυτός ο πόλεμος είχε απώλειες. Όπως οι δύο μας ήρωες.

Ένας άντρας και μια γυναίκα, που μοιράζονται το ερωτικό πάθος αλλά δεν έχουν και πολλά κοινά να τους ενώνουν. Εκείνος θέλει να φύγει στη Δύση, εκείνη είναι ευχαριστημένη στην Πολωνία. Εκείνος είναι άθεος. Εκείνη πιστεύει στο θεό. Εκείνος λατρεύει τη μουσική. Εκείνη θα μπορούσε να κάνει οτιδήποτε. Ο έρωτας που βιώνουν έχει κι αυτός χαρακτηριστικά (ψυχρού) πολέμου. Οπότε ο τίτλος της ταινίας έχει πάνω από μία αναγνώσεις. Είναι από εκείνα τα ζευγάρια που μαζί δεν κάνουν και χώρια δεν μπορούνε.

Είναι μια ιστορία όπως εκείνη όπου ο Άρθουρ Μίλερ αγάπησε και παντρεύτηκε τη Μέριλιν Μονρόε. Η Ζούλα έλκεται από τον Βίκτορ. Ο Βίκτορ έλκεται από τη Ζούλα. Η Ζούλα, όμως, ουσιαστικά λειτουργεί ως… πράκτορας! Χωρίς όμως να καταμαρτυρά στους ανώτερούς της όσα θα μπορούσαν να βλάψουν τον Βίκτορ. Και νιώθει ότι μ’ αυτόν τον τρόπο τον προστατεύει. Και ο Βίκτορ, όταν κάποια στιγμή το ζευγάρι ζει μαζί στο Παρίσι, για να τη σπρώξει στο καλλιτεχνικό κύκλωμα, προδίδει ένα ένοχο μυστικό της.


Όλα αυτά ο Pawlikowski μας τα παρουσιάζει με τρομερή αφηγηματική οικονομία. Όχι όμως σε σημείο τέτοιας ελλειπτικότητας ώστε οι θεατές να υποχρεούνται να ενώσουν τις κουκίδες και να καλύψουν τα κενά. Οι συναντήσεις των δύο γίνονται κάθε φορά σε άλλη πόλη, σε άλλη χρονιά. Και μέσα σε πέντε λεπτά φιλμικού χρόνου, καταλαβαίνουμε πού βρίσκονται, πού βρισκόμαστε, τα πάντα. Καταλαβαίνουμε πως θα έκαναν τα πάντα ο ένας για τον άλλο. Καταλαβαίνουμε πως είναι ερωτευμένοι βαθιά, υπαρξιακά. Καταλαβαίνουμε, όμως, πως όλο αυτό είναι αδιέξοδο. Ματαιόδοξο. Και θνησιγενές. Απογοητευμένοι από τους εαυτούς τους, απογοητευμένοι από την κοινωνία στην οποία ζουν, απογοητευμένοι από όλους κι από όλα, δεν μπορούν παρά αναχωρήσουν.

Γιατί, πάντα, η θέα από απέναντι είναι καλύτερη. Πολλοί κομουνιστές έβλεπαν στον καπιταλισμό την ελευθερία που τους έλειπε. Πολλοί καπιταλιστές έβλεπαν στον κομουνισμό τη δικαιοσύνη που τους έλειπε. Και περνάς απέναντι και καταλαβαίνεις πως κάτι βρωμάει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας. Πολύ δυνατή ταινία, μελαγχολική, γλυκιά, εντελώς προσβάσιμη, που έχει μικρά προβλήματα (πχ η σύντροφος του Βίκτορ εξαφανίζεται πολύ γρήγορα από το κάδρο της ταινίας) τα οποία όμως είναι αμελητέα μπροστά στη μεγάλη εικόνα. Το φινάλε είναι σπουδαίο (αν και όχι απολύτως δικαιολογημένο) και η Joanna Kulig είναι μια θεσπέσια ύπαρξη. «Έφτιαξα ένα ρούχο με όνειρα/ οι κλωστές όμως είναι αδύναμες και θα σπάσουν», όπως λέει κι ένα άσμα της ταινίας…

Το ασπρόμαυρο χρησιμοποιεί για να αφηγηθεί την ιστορία του και ο Kirill Serebrennikov. To «Leto» (Summer) είναι η έβδομη μεγάλου μήκους ταινία του Ρώσου σκηνοθέτη, ο οποίος έρχεται στις Κάννες για δεύτερη φορά μετά την προηγούμενη ταινία του, «Ο πιστός» ((M)uchenik), που είχε λάβει μέρος στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα» το 2016. Είναι και η μοναδική του ταινία που είδαμε στη χώρα μας. Ο Serebrennikov αυτήν τη στιγμή βρίσκεται σε κατ’ οίκον περιορισμό καθώς κατηγορήθηκε ότι καταχράστηκε χρήματα από φιλανθρωπικό οργανισμό που διευθύνει, και καταδικάστηκε γι’ αυτό. Όλοι όμως γνωρίζουν πως πίσω από την κατηγορία βρίσκεται ο Putin, ότι όλο αυτό το σκηνικό είναι στημένο για να τιμωρηθεί ο σκηνοθέτης, μιας που ποτέ δεν σταμάτησε να καταφέρεται εναντίον του Ρώσου ηγέτη. Υπάρχει λοιπόν εδώ στις Κάννες μια φάση Free Kirill…

Λένινγκραντ, αρχές της δεκαετίας του ’80. Ο Λέονιντ Μπρέζνιεφ είναι ο ηγέτης της ΕΣΣΔ. Και κάποιες μικρές ελευθερίες έχουν κατακτηθεί. Πχ, στην πόλη υπάρχει ένα ροκ κλαμπ, στο οποίο παίζεται δυτική μουσική. Πες την πανκ, πες την ροκ, πες την new wave, ακούγεται τέτοια μουσική. Έστω και στα ρώσικα, από ρώσικα συγκροτήματα. Όπως αυτό όπου αρχηγός είναι ο Μάικ, ένας ροκ αστέρας της εποχής, κατά μία έννοια. Το κλαμπ γεμίζει κάθε φορά που δίνεται συναυλία εκεί. Οι θεατές βέβαια πρέπει να μένουν καθιστοί, να μην σηκώνουν πλακάτ με συνθήματα (ακόμα κι αν είναι σχεδιασμένη μια καρδιά!) και οι στίχοι των τραγουδιών πρέπει να περνάνε πρώτα από έλεγχο και να εγκρίνονται.

Ο Μάικ λατρεύει να ακούει Led Zeppelin και T. Rex, Lou Reed και Velvet Underground, ακόμα ακόμα και Blondie! Πάντως, δεν κάνει τη ζωή ενός ροκ σταρ. Ζει με την κοπέλα του, την όμορφη Νατάσα, που είναι και μητέρα του παιδιού του. Είναι ήρεμος, χωρίς καταχρήσεις και εξαλλοσύνες. Ένα καλοκαίρι θα εμφανιστεί μπροστά του ο Βίκτορ και το συγκρότημά του. Ο Βίκτορ είναι τρομερά ταλαντούχος και είναι πιο ξεκάθαρος στις ιδέες του, πιο δομημένος, πιο ουσιαστικός. Ο Μάικ θέλει να τον βοηθήσει. Και η Νατάσα δεν θα αργήσει να δείξει πόσο πολύ της αρέσει αυτό το όμορφο αγόρι…

Σε εντελώς διαφορετικό μήκος κύματος, ύφος και καλλιτεχνικές επιδιώξεις βρίσκεται εδώ ο Ρώσος σκηνοθέτης σε σχέση με την προηγούμενη, πολύ δυνατή του ταινία. Αυτή είναι μια εντελώς ροκ’ν’ρολ ταινία. Μια ταινία που δείχνει μια ολόκληρη μουσική σκηνή και κατ’ επέκταση μια ολόκληρη γενιά, η οποία μπόρεσε να δημιουργήσει κάτω από συνθήκες δύσκολες. Να δημιουργήσει καλλιτεχνικά, να ονειρευτεί, να επικοινωνήσει με άλλους κώδικες από τους κρατικούς, από εκείνους του καθεστώτος. Είναι παγκόσμια γλώσσα η μουσική, ό,τι στίχους και να της βάλεις. Κι όταν οι στίχοι ξεφεύγουν από τα τετριμμένα και τα γνωστά περί έρωτος και τα τοιαύτα, μπορούν να γίνουν ένα υπέροχο μέσο έκφρασης αγωνιών, ιδεών, αγώνα.


Το σενάριο της ταινίας βασίζεται χαλαρά σε πραγματικά γεγονότα. Ο Βίκτορ της ταινίας δεν είναι άλλος από τον Viktor Tsoi, έναν φοβερά ταλαντούχο και δημοφιλή μουσικό, ηγέτη του ροκ συγκροτήματος Kino, ο οποίος σκοτώθηκε το 1990 σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, σε ηλικία μόλις 28 ετών! Εδώ τον βλέπουμε στα πρώτα του βήματα, να ωριμάζει μουσικά, να επηρεάζεται από το ίνδαλμά του και να γίνεται μέλος ενός ιδιότυπου ερωτικού τριγώνου. Η ερωτική ιστορία εξελίσσεται παράλληλα με τα γκιγκς, τις συναυλίες, τη δίψα για μουσική. Μελαγχολικά όμορφο και λυπητερά ευχάριστο, το φιλμ αυτό από τη Ρωσία είναι μια τρυφερή μπαλάντα, ένα μελωδικό ροκ τραγούδι με εξαιρετική χρήση της ηλεκτρικής κιθάρας, που παρά τα… (λίγα) φάλτσα του είναι υπέροχο να το ακούς, χαλαρά, το καλοκαιράκι, στην ακρογιαλιά…




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑