Reviews The Descendants

11 Αυγούστου 2017 |

0

The Descendants

Σκηνοθεσία: Αλεξάντερ Πέιν

Παίζουν: Τζορτζ Κλούνι, Σαϊλίν Γούντλι, Μπο Μπρίτζες, Ρόμπερτ Φόρστερ

Διάρκεια: 115’

Μεταφρασμένος τίτλος: “Οι απόγονοι”

Ο Αλεξάντερ Πέιν, 7 χρόνια μετά το απολαυστικό Sideways (2004) και 2 χρόνια πριν την τρυφερή μπαλάντα της Nebraska (2013), μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το ομότιτλο μυθιστόρημα της Κάουι Χαρτ Χέμινγκς. Η πλοκή είναι τοποθετημένη στη Χαβάη (τόπος καταγωγής της συγγραφέα), στοιχείο που μας συνοδεύει στο ξεδίπλωμα της πλοκής και των χαρακτήρων, σε βαθμό που υπερβαίνει το απλό ντεκόρ. Η γεωγραφία, λοιπόν, αποτελεί ισότιμο παράγοντα της ταινίας, καθώς αποπνέει μία μόνιμη αίσθηση αμήχανης και παράδοξης αντίθεσης. Αδίστακτοι άνθρωποι ενδέχεται να φορούν λουλουδένια πουκάμισα (υποθέτω στη Χαβάη δεν τα αποκαλούν «χαβανέζικα»), δράματα και τραγωδίες μπορεί να εκτυλίσσονται με φόντο ένα αδιανόητα ειδυλλιακό περιβάλλον, διαπραγματεύσεις και συμφωνίες μπορεί να πραγματοποιούνται σε καθεστώς εξωτερικής χαλαρότητας και φαινομενικής ξεγνοιασιάς.

Η πλέον άρρηκτη όμως σύνδεση με το περιβάλλον της δράσης διαφαίνεται και αποκαλύπτεται από τον ίδιο τον τίτλο της ταινίας. Οι αυτόχθονες κάτοικοι της Χαβάης γνωρίζουν σε βαθμό που εκπλήσσει το γενεαλογικό τους δέντρο. Έχουν πλήρη επίγνωση από πού βαστάει η σκούφια τους, ποιες πληγές και ευλογίες κουβαλούν στην ψυχή τους. Οι επιλογές, οι σκέψεις και οι αποφάσεις τους δεν μπορούν καν να νοηθούν σε ένα πλαίσιο που δεν λαμβάνει υπόψη την καταγωγή, την παράδοση, τον αταβισμό, το βάθος και το βάρος του χρόνου και του παρελθόντος. Σε αντίθεση με τον ήρωά μας, ο οποίος υποφέρει από μία παντελή έλλειψη προσανατολισμού, από μία κρίση ταυτότητας τόσο ολική που αδυνατεί μέχρι και να την μετατρέψει σε ξέσπασμα.

Το πρόβλημα του είναι εξαρχής δομικό. Πρόκειται για έναν «hapa-haole», όπως αποκαλούνται στη Χαβαή οι κάτοικοι που προήλθαν από επιμιξίες ντόπιων και λευκών. Δεν νιώθει πως ανήκει δογματικά κάπου συγκεκριμένα, αλλά αρνείται να αποδεχτεί τον ρόλο του φιλοξενούμενου σε έναν τόπο που αντιλαμβάνεται βιωματικά και αισθηματικά την ιστορία του. Η ζωή του καταρρέει απότομα, ή τουλάχιστον έτσι το αντιλαμβάνεται αυτός, άσχετα αν η κατάρρευση έχει ξεκινήσει προ πολλού και δεν επήλθε αποκλειστικά από τη συμφορά που τον χτύπησε αιφνιδίως. Τα πάντα πρέπει να μπουν σε μία τάξη επειγόντως και ο ίδιος καλείται να επαναδιαπραγματευτεί με όσα νόμιζε πως γνώριζε, καθώς και με όσα απέφευγε επιμελέστατα να αντιμετωπίσει. Ξεκάθαρες απαντήσεις δεν μπορούν να δοθούν εκ των πραγμάτων. Κάποια ερωτήματα ταξίδεψαν στην αθανασία μέσα από τον θάνατο.

Ο Πέιν βαδίζει στα γνώριμά του μονοπάτια, αυτά της ενδοσκοπικής και υποδόρια θλιμμένης δραματικής κωμωδίας. Όπως και στις δύο προηγούμενες ταινίες του, το προαναφερθέν Sideways (2005) και το About Schmidt (2002), ο κεντρικός του χαρακτήρας είναι γεμάτος απορίες και ελαττώματα, χωρίς όμως να αγγίζει τα όρια του αντί-ήρωα. Οι συνθήκες θα του επιβάλλουν ένα κυριολεκτικό και μεταφορικό ταξίδι αυτογνωσίας ή τέλος πάντων ξεκαθαρίσματος με γεγονότα και καταστάσεις που δεν είχαν τύχει της αποδοχής που τους άρμοζε.

Μάλιστα, όπως και τις δύο προηγούμενες φορές, ο ταξιδιώτης θα πρέπει να συμφιλιωθεί με συμβάντα, τα οποία δικαίως ή αδίκως, εξέλαβε ως προδοσία. Κατά την εξερεύνηση, θα ξεπροβάλλουν διάφορες αθέατες διακλαδώσεις, πολλές παρακάμψεις που θα οδηγήσουν είτε σε μέρη πρωτάκουστα είτε στα μέρη απ’ όπου ξεκίνησαν όλα. Ο Τζορτζ Κλούνι μοιάζει ιδανικά φυτευτός στο αυτό το σύμπαν σύγχυσης και μπερδέματος, καθώς μεταδίδει το βαθιά ανθρώπινο μείγμα πανικού, άγχους και θλίψης που κατακλύζει τον χαρακτήρα του. Ένα μείγμα που δεν είναι ποτέ τελείως φωτογενές και εξόφθαλμο, αλλά ούτε και αβίαστα παραδομένο σε μία τεχνητή σκοτεινιά.

Το παρελθόν ζει πάντοτε μέσα στο παρόν, το συνδιαμορφώνει, το πλάθει. Άλλοτε συνεργάζεται μαζί του, άλλοτε το πριονίζει. Ωσότου, στο τέλος, αλεθούν μαζί σε μία μηχανή που καταργει το χρονικό συνεχές. Όπως εκείνες οι στιγμές που νιώθει κανείς ότι τα μελλούμενα προϋπήρχαν κι ότι οι αναμνήσεις έπονται. Η διαδικασία της κληρονομιάς και της κληροδότησης είναι συνεχής, είναι αέναη και παλιά όσο ο άνθρωπος. Κι είναι μία λειτουργία πρωτίστως προσωπική. Είμαστε, πάνω απ’ όλα, κληρονόμοι και κληροδότες του εαυτού μας. Και για να αποποιηθούμε όλα όσα πρέπει να αφεθούν, πρέπει πρώτα να καταγράψουμε τα πάντα.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑